Είναι ένα από τα ελάχιστα πράγματα που μοιάζει να ενώνει τους Αμερικανούς κάθε ηλικίας και πολιτικού υποβάθρου: Δεν εμπιστεύονται τις υπηρεσίες social media και θεωρούν τις στοχευμένες διαφημίσεις ενοχλητικές και παρεμβατικές, σύμφωνα με έρευνα της Ουάσινγκτον Ποστ σε συνεργασία με το κολέγιο Schar School της Βιρτζίνια.
Η έρευνα διενεργήθηκε τον Νοέμβριο σε τυχαιοποιημένο δείγμα 1.122 ενηλίκων σε όλη την αμερικανική επικράτεια.
Σύμφωνα με αυτήν, πολύς κόσμος φαίνεται υπό τον «ζυγό» πλατφορμών και συσκευών που ολοένα και περισσότερο διαμορφώνουν τον τρόπο επικοινωνίας, αγορών, αποθήκευσης σημαντικών πληροφοριών. Ιδίως το Facebook, με σχεδόν 3 δισεκατομμύρια μηνιαίους χρήστες σε όλο τον κόσμο, μοιάζει αναπόφευκτο.
Ωστόσο, οι περισσότεροι Αμερικανοί δηλώνουν επιφυλακτικότητα για το ότι πολλοί «γίγαντες» του διαδικτύου θα διαχειριστούν υπεύθυνα τα προσωπικά στοιχεία και δεδομένα τους από την online δραστηριότητά τους. Η συντριπτική πλειονότητα αναφέρει πως οι εταιρείες τεχνολογίας δεν παράσχουν επαρκή έλεγχο ως προς τον τρόπο που καταγράφεται και χρησιμοποιείται η δραστηριότητά τους.
Σύμφωνα με την έρευνα, 72% των ερωτηθέντων δήλωσε πως εμπιστεύεται το Facebook «όχι πολύ» ή «καθόλου» ως προς την υπεύθυνη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων διαδικτυακής δραστηριότητας.
Περίπου 6 στους 10 δεν εμπιστεύονται TikTok και Instagram ενώ λίγο πάνω από τους μισούς WhatsApp and YouTube. Google, Apple and Microsoft δέχτηκαν μεικτές κριτικές ενώ η Amazon τις πιο θετικές, με 53% να δηλώνει πως εμπιστεύεται «αρκετά» την εταιρεία.
Μόλις 10% υποστηρίζει πως το Facebook έχει θετική επίδραση στην κοινωνία, με το 56% να λέει πως είναι αρνητική αυτή η επίδραση.
Ίσως η πιο ανησυχητική υποψία παρεμβατικότητας να είναι κάτι που ακόμη διαψεύδεται από πολλούς ειδικούς και προφανώς τις ίδιες τις εταιρείες ως «αστικός μύθος». Επτά στους δέκα θεωρούν πως το τηλέφωνό τους ή άλλες συσκευές τους ακούν κόντρα στην επιθυμία τους.
«Το τηλέφωνό μου ακούει» υποστηρίζει χωρίς καμία αμφιβολία στη φωνή της η 46χρονη Γραμπριέλα Άνταμ Τόρεϊς, που επικαλείται τη δική της εμπειρία. Όπως λέει, κάποια στιγμή είπε στον σύζυγό της πως ήθελε ένα ταξίδι στην Ντίσνεϊλαντ κι όταν άνοιξε το Facebook υπήρχε διαφήμιση για εισιτήρια στη Ντίσνεϊλαντ. «Ό,τι κι αν συζητήσω, αυτομάτως ξέρω πως θα δω ανάλογες διαφημίσεις στο Facebook», λέει.
Κι όμως, για την 46χρονη, οι τακτικές «Big Brother» δεν είναι οι σοβαρότερες στη δική της λίστα ανησυχιών. Η ίδια ανησυχεί για την κουλτούρα των «φίλτρων» στα social media που οδηγεί τους ανθρώπους να ζουν σε «φούσκες» όπου είναι αρεστοί και μοιράζονται τις ίδιες απόψεις, πολλές φορές θεωρίες συνωμοσίας. Όπως λέει, οι εταιρείες τεχνολογίας βρίσκονται πίσω από αυτό, στην προσπάθειά τους να χειραγωγήσουν τους χρήστες.
Παρά την επιφυλακτικότητά τους απέναντι στις πλατφόρμες των social media, οι ερωτηθέντες δεν βλέπουν με την ίδια αρνητική ματιά τις επιχειρήσεις πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, όπως οι Apple και Amazon, καθώς ο τρόπος κερδοφορίας τους δεν είναι τόσο μυστηριώδης όσο των προηγούμενων.
Με πληροφορίες από Washington Post