Περισσότεροι από 200 επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, πρώην κρατούμενοι του Άουσβιτς, δίνουν σήμερα το «παρών» στο μαρτυρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, 75 χρόνια μετά την απελευθέρωση του.
«Η κυβέρνηση υποστήριξε και ενίσχυσε το ολοκαύτωμα. Όχι μόνο το επέτρεψαν να συμβεί αλλά ενθάρρυναν καθημερινούς ανθρώπους να γίνονται δολοφόνοι», δήλωσε ο ο Benjamin Lesser, 92 ετών, που στάλθηκε στο Άουσβιτς το 1944. Περισσότεροι από 1.1 εκατομμύρια άνθρωποι δολοφονήθηκαν στο στρατόπεδο, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Εβραίοι. «Επέστρεψα για να μην ξεχάσω καμία από τις λεπτομέρειες των όσων συνέβησαν σε εμένα, ώστε να μπορέσω να διατηρήσω τις μνήμες ζωντανές και να αποτρέψω τον κόσμο από το να αποκτήσει αμνησία» πρόσθεσε, εκφράζοντας την ανησυχία του για την αύξηση των αντισημιτικών επιθέσεων, ιδίως στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, γεγονός που αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό θέμα κατά τη σημερινή τελετή.
Πρόεδροι, πρωθυπουργοί και βασιλείς από όλον τον κόσμο θα δώσουν το «παρών» στις εκδηλώσεις μνήμης, ενώ μία σειρά κορυφαίων ηγετών επισκέφθηκαν το Γιαντ Βασσέμ νωρίτερα την προηγούμενη εβδομάδα. «Η έμφαση δίνεται στους επιζώντες, όχι στους πολιτικούς ηγέτες. Πιθανότατα δεν θα υπάρξει άλλη μεγάλη επέτειος καθώς χάνουμε πολλούς από αυτούς», ανέφερε ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συμβουλίου, Ronald Lauder, το οποίο χρηματοδότησε την επιστροφή περισσότερων από 100 επιζώντων και των οικογενειών τους. Η ηλικία των επιζησάντων κυμαίνεται από τα 75 έτη, μία γυναίκα που γεννήθηκε στο Άουσβιτς, και 101 έτη. Οι επιζήσαντες έχουν ταξιδέψει από όλο τον κόσμο, κυρίως τη Βόρεια Αμερική και σε ολόκληρη την Ευρώπη, το Ισραήλ, τη Νότια και Κεντρική Αμερική και την Αυστραλία.
Η διοργανώτρια αρχή δήλωσε ότι ο ακριβής αριθμός των συμμετεχόντων δεν θα επιβεβαιωθεί μέχρι τη διεξαγωγή της επίσημης τελετής το απόγευμα της Δευτέρας, καθώς η συχνά επιβαρυμένη υγεία τους αλλά και τα συναισθήματα από την προοπτική της επιστροφής στο Άουσβιτς, έχουν ήδη οδηγήσει σε ορισμένες ακυρώσεις. Μία ομάδα 50 ιατρών και νοσηλευτών βρίσκεται σε ετοιμότητα τόσο για τους επιζήσαντες όσο και για τους συχνά ηλικιωμένους απογόνους τους. Ο David Lenga, 92 ετών, από το Λος Άντζελες, ήταν ανάμεσα στους είκοσι επιζήσαντες που επέστρεψαν στο Άουσβιτς την Κυριακή. Ο Lenga πέρασε σιωπηλά την πύλη εισόδου με την επιγραφή Arbeit Macht Frei το πρωί της Κυριακής, μαζί με την κόρη του, η οποία για πρώτη φορά επισκέπτεται το Άουσβιτς. Ο Lenga, ο οποίος ήταν 17 ετών όταν οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης το καλοκαίρι του 1944 και επέζησε σε ένα βαθμό χάρη στα μάλλινα μπουφάν που έφτιαχνε από κουβέρτες για τους φρουρούς των SS και για τα οποία λάμβανε περισσότερο φαγητό. Αργότερα έγινε ένας επιτυχημένος ράφτης στο Beverly Hills. Ο ίδιος δήλωσε ότι αρνήθηκε να αφήσει το Ολοκαύτωμα να καθορίσει τη ζωή του, παρά το γεγονός ότι χάθηκαν 98 μέλη της οικογένειάς του. Ο πατέρας του και εκείνος είναι οι μόνοι που επιβίωσαν.
Η Angela Orosz, 75 ετών, από το Μόντρεαλ, στάθηκε μπροστά από τους πρώην στρατώνες από κόκκινα τούβλα και μίλησε για τη μητέρα της που τη γέννησε κρυφά σε μία από τις κουκέτες του Άουσβιτς τον Δεκέμβριο του 1944. «Μεγάλωσα βλέποντας φωτογραφίες συγγενών και όταν ρωτούσα γι αυτούς μου έλεγαν "είναι νεκρός, είναι νεκρή". Όταν μεγάλωσα μου είπαν την αλήθεια, ότι δολοφονήθηκαν», ανέφερε η Orosz.
«Πάντα έλεγα στα παιδιά μου πως δεν έχω υποστεί κάποιο τραύμα από την παραμονή μου εδώ, μέχρι που η κόρη μου με ρώτησε, γιατί, σε αντίθεση με τις άλλες οικογένειες δεν πετάω τα φλούδια από τις πατάτες. Ίσως επειδή η μητέρα μου επιβίωσε τρώγοντας φλούδια από πατάτες, με γέννησε και έτσι έζησα και εγώ. Με αυτόν τον τρόμο το ένστικτο επιβίωσης κληροδοτήθηκε σε εμένα και κάνω πάντα το ίδιο», είπε η Orosz.
Με πληροφορίες από Guardian
σχόλια