Ένοπλοι άντρες, αγνώστων λοιπών στοιχείων, απήγαγαν μία Ιρακινή δημοσιογράφο απήχθη μέσα από το σπίτι της στη Βαγδάτη κατά τη διάρκεια της νύχτας, όπως γνωστοποίησαν η αστυνομία και συγγενείς της, ωθώντας τον πρωθυπουργό Χάιντερ αλ Αμπάντι να δώσει εντολή για τη διεξαγωγή έρευνας.
Σε ανακοίνωσή του ο πρωθυπουργός του Ιράκ καταδίκασε την απαγωγή της δημοσιογράφου κι έδωσε εντολή στις υπηρεσίες ασφαλείας να καταβάλουν τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια για την «προστασία της», την «εύρεσή της» και «τη σύλληψη των υπευθύνων για την απαγωγή της».
Η δημοσιογράφος, η Άφρα αλ Κάισι-Σάουκι, είναι γνωστή για τις επικριτικές τοποθετήσεις της σε βάρος κυβερνητικών θεσμών που έχει κάνει σε διάφορες ιρακινές εφημερίδες και ιστοτόπους όπου γράφει μεταξύ άλλων σατιρικές στήλες.
Η Κάισι είχε εργαστεί στο παρελθόν για την παναραβική εφημερίδα σαουδαραβικών συμφερόντων Άσαρκ αλ Άουσατ.
Μεταξύ άλλων συνεργαζόταν το τελευταίο διάστημα με τον ιστότοπο «Ακλάαμ» («Οι στυλογράφοι», στα αραβικά).
Χθες, Δευτέρα, δημοσιεύθηκε ένα καυστικό σχόλιό της στο οποίο επέκρινε τις ιρακινές ένοπλες δυνάμεις και τους παραστρατιωτικούς κρίνοντας πως διαπράττουν εγκλήματα υπό καθεστώς «πλήρους ατιμωρησίας». Εξάλλου η δημοσιογράφος μαχόταν για τα δικαιώματα των γυναικών στο Ιράκ.
Η Κάισι-Σάουκι εργαζόταν παράλληλα και για το υπουργείο Πολιτισμού του Ιράκ.
Την ίδια ώρα, το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός κλιμακίου για να ερευνήσει την απαγωγή.
Οι ένοπλοι απήγαγαν την Κάισι από την κυρίως σουνιτική συνοικία Σαϊντίγια, όπου ζει η δημοσιογράφος με την οικογένειά της, ανέφερε ο Ζιγιάντ αλ Ατζίλι, επικεφαλής της οργάνωσης Ιρακινό Παρατηρητήριο της Ελευθερίας του Τύπου.
«Χώρισαν τα παιδιά από τη μητέρα τους αφού εισέβαλαν στο σπίτι και έκλεψαν ρευστό, κοσμήματα, τηλέφωνα, φορητούς υπολογιστές και το αυτοκίνητό της» πριν τραπούν σε φυγή μαζί με το θύμα τους, ανέφερε ο Ατζίλι.
Ο σύζυγος της δημοσιογράφου απουσίαζε. Οι δράστες έσπασαν την πόρτα όταν η Κάισι αρνήθηκε να τους ανοίξει.
Σύμφωνα με τον Ατζίλι, η απαγωγή της δημοσιογράφου έγινε «περί τις 22:00» (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας) από «οκτώ άνδρες» οι οποίοι ήταν ντυμένοι με πολιτικά και παρίσταναν πως «ανήκαν στις δυνάμεις ασφαλείας». Οι δράστες «έδεσαν τον γιο της», πρόσθεσε ο ίδιος.
Την εκδοχή αυτή επιβεβαίωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο μια πηγή προσκείμενη στο υπουργείο Εσωτερικών η οποία ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Το Ιράκ κατατάχθηκε το 2016 στη δεύτερη θέση—μετά τη Σ0μαλία—στον «Κατάλογο της Ατιμωρησίας» που συντάσσει η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ). Η κατάταξη βασίζεται στον αριθμό των ανεξιχνίαστων φόνων δημοσιογράφων μέσα σε μια δεκαετία ως ποσοστό επί του πληθυσμού.
Την τελευταία δεκαετία 71 δημοσιογράφοι έχουν δολοφονηθεί χωρίς οι δράστες τους να έχουν συλληφθεί η τιμωρηθεί από τη δικαιοσύνη στο Ιράκ, σύμφωνα με τη CPJ.
Επτά δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν στο Ιράκ το 2016, σύμφωνα με στοιχεία μιας άλλης ΜΚΟ, των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (Reporters sans frontières, RSF).
Πολλοί εξ αυτών δολοφονήθηκαν από σουνίτες αντάρτες οι οποίοι δρούσαν στο Ιράκ ακόμη και πριν οι τζιχαντιστές της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) καταλάβουν μεγάλο μέρος της ιρακινής επικράτειας πριν από δυόμισι χρόνια.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
σχόλια