Σχεδόν ένας στους πέντε νέους και νέες, ηλικίας 15 έως 24 ετών σε όλο τον κόσμο δηλώνει ότι συχνά αισθάνεται κατάθλιψη, σύμφωνα με νέα έκθεση του ΟΗΕ.
Η Unicef και η Gallup πραγματοποίησαν συνεντεύξεις σε 21 χώρες κατά τους πρώτους έξι μήνες του έτους.
Η υπηρεσία του ΟΗΕ έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα μια έκθεση για την ψυχική υγεία των παιδιών στον κόσμο με αφορμή τη διεθνή διάσκεψη, που διοργανώνεται στο Παρίσι με τίτλο «Mind our Rights, Now!».
Σχεδόν όλα τα παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν επηρεαστεί από τα lockdown, το κλείσιμο των σχολείων και τη διακοπή της καθημερινής τους ρουτίνας.
Σε συνδυασμό με την ανησυχία για το οικογενειακό εισόδημα και την υγεία του περιβάλλοντός τους, πολλοί νέοι νιώθουν φόβο, θυμό και αβεβαιότητα για το μέλλον, αναφέρει η έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα.
Σχεδόν το ένα τρίτο των παιδιών στο Καμερούν δήλωσαν ότι νιώθουν συχνά κατάθλιψη ή έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον να κάνουν πράγματα, ενώ ανάλογα αισθήματα έχουν ένα στα πέντε παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο και ένα στα 10 παιδιά στην Αιθιοπία και την Ιαπωνία.
Τα ευρήματα της έκθεσης δεν αντικατοπτρίζουν τα επίπεδα διαγνωσμένης κατάθλιψης, αλλά δείχνουν πώς αισθάνονταν τα παιδιά και οι νέοι κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19.
Η έλλειψη συλλογής δεδομένων και τακτικής παρακολούθησης σημαίνει ότι η εικόνα της κατάστασης και των αναγκών της ψυχικής υγείας των νέων στις περισσότερες χώρες είναι εξαιρετικά περιορισμένη, αναφέρει η έκθεση.
Τονίζει δε, ότι περισσότεροι από ένας στους επτά, ηλικίας 10 έως 19 ετών (13%) εκτιμάται ότι ζει με διαγνωσμένη διαταραχή ψυχικής υγείας. Αυτό μεταφράζεται σε 89 εκατομμύρια αγόρια και 77 εκατομμύρια κορίτσια.
«Ήταν 18 πολύ μεγάλοι μήνες για όλους μας - ειδικά για τα παιδιά. Με lockdown σε εθνικό επίπεδο και περιορισμούς στη μετακίνηση, που σχετίζονται με την πανδημία, τα παιδιά πέρασαν ένα σκληρό διάστημα από τη ζωή τους μακριά από την ευρύτερη οικογένεια, τους φίλους, τις τάξεις, το παιχνίδι. Μακριά από βασικά στοιχεία της παιδικής ηλικίας», δήλωσε η Henrietta Fore, εκτελεστική διευθύντρια της Unicef.
«Ο αντίκτυπος σε αυτά είναι σημαντικός και είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Ακόμα και πριν από την πανδημία, πάρα πολλά παιδιά επιβαρύνονταν από θέματα ψυχικής υγείας», είπε.
Καθώς η πανδημία φτάνει στον τρίτο χρόνο της και εν μέσω ανησυχίας για τις επιπτώσεις της στην ψυχική υγεία των παιδιών και των νέων, η έκθεση αποκάλυψε επίσης ότι ένα παιδί/ νέος/νέα αυτοκτονεί κάθε 11 λεπτά.
Κάθε χρόνο υπολογίζεται ότι 45.800 έφηβοι αυτοκτονούν, η πέμπτη πιο διαδεδομένη αιτία θανάτου για παιδιά ηλικίας 10 έως 19 ετών.
Για παιδιά ηλικίας 15 έως 19 ετών, είναι η τέταρτη συχνότερη αιτία θανάτου, μετά από τραυματισμό στο δρόμο, φυματίωση και διαπροσωπική βία. Για τα κορίτσια αυτής της ηλικιακής ομάδας, είναι η τρίτη πιο κοινή αιτία θανάτου και η τέταρτη για τα αγόρια, ανέφερε η έκθεση.
«Είναι πραγματικά σκληρό», δήλωσε η Ann Willhoite, ειδικός ψυχικής υγείας και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης στη Unicef.
Διαγνωσμένα προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως άγχος, αυτισμός, διπολική διαταραχή, κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές και σχιζοφρένεια, μπορούν να βλάψουν σημαντικά την υγεία, την εκπαίδευση και το μέλλον των παιδιών και των νέων, αναφέρει η έκθεση.
Τα μη ιάσιμα προβλήματα ψυχικής υγείας έχουν επίσης αντίκτυπο στις παγκόσμιες οικονομίες. Μια νέα ανάλυση του London School of Economics, κάνει λόγο για κόστος που ανέρχεται στα 387,2 δισ. λίρες ετησίως.
Παρά τη ζήτηση για στήριξη, οι κρατικές δαπάνες για την ψυχική υγεία παγκοσμίως αντιπροσωπεύουν το 2,1% του συνολικού ποσού που δαπανάται για την υγεία.
Σε μερικές από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, οι κυβερνήσεις ξοδεύουν λιγότερο από 1 δολάριο ανά άτομο για τη θεραπεία των ψυχικών παθήσεων.
Ο αριθμός των ψυχιάτρων που ειδικεύονται στη θεραπεία παιδιών και εφήβων είναι μικρότερος από 0,1 ανά 100.000 σε όλες τις χώρες, εκτός από τις χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου ο αριθμός είναι 5,5 ανά 100.000.
Οι επενδύσεις στην προώθηση και προστασία της ψυχικής υγείας είναι εξαιρετικά χαμηλές, αναφέρει η έκθεση.
Αυτή η έλλειψη επενδύσεων σημαίνει ότι οι άνθρωποι που εργάζονται σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, της εκπαίδευσης και των κοινωνικών υπηρεσιών, δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν θέματα ψυχικής υγείας.
«Η ψυχική υγεία είναι μέρος της σωματικής υγείας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να συνεχίσουμε να τη βλέπουμε διαφορετικά» λένε οι ειδικοί.
Για πάρα πολύ καιρό, τόσο στις πλούσιες όσο και στις φτωχές χώρες, υπήρξε ελάχιστη κατανόηση και πολύ λίγες επενδύσεις σε ένα κρίσιμο στοιχείο για τη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων κάθε παιδιού. Αυτό πρέπει να αλλάξει, επισημαίνουν.
Με πληροφορίες του Guardian