Στην πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ να φιλοξενήσουν η Αίγυπτος και η Ιορδανία Παλαιστίνιους από τη διαλυμένη Λωρίδα της Γάζας, Κάιρο και Αμμάν απάντησαν «όχι» - όπως και οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι, οι οποίοι φοβούνται ότι το Ισραήλ δεν θα τους επιτρέψει ποτέ να επιστρέψουν.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι θα παροτρύνει τους ηγέτες των δύο αραβικών χωρών να φιλοξενήσουν τον πλέον σε μεγάλο βαθμό άστεγο πληθυσμό της Γάζας, έτσι ώστε «να καθαρίσουμε όλο αυτό το πράγμα». Πρόσθεσε ότι η επανεγκατάσταση του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού των 2,3 εκατομμυρίων κατοίκων της Γάζας «θα μπορούσε να είναι προσωρινή ή μακροπρόθεσμη».
«Είναι κυριολεκτικά μια περιοχή κατεδάφισης αυτή τη στιγμή» είπε ο Τραμπ, αναφερόμενος στις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε ο 15μηνος πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς στη Γάζα. «Θα προτιμούσα να εμπλακώ με κάποια από τα αραβικά έθνη και να χτίσω κατοικίες σε μια διαφορετική τοποθεσία, όπου ίσως μπορούν να ζήσουν ειρηνικά για μια αλλαγή», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Η Χαμάς και η -υποστηριζόμενη από τη Δύση- Παλαιστινιακή Αρχή καταδίκασαν την ιδέα, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών της Ιορδανίας δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η άρνηση του Αμμάν στην προτεινόμενη μεταφορά των Παλαιστινίων είναι «σταθερή και αταλάντευτη». Η προσωρινή ή μακροχρόνια μεταφορά των Παλαιστινίων «ενέχει τον κίνδυνο επέκτασης της σύγκρουσης στην περιοχή και υπονομεύει τις προοπτικές ειρήνης και συνύπαρξης μεταξύ των λαών της», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Εξωτερικών της Αιγύπτου.
Στο Ισραήλ, οι υπερεθνικιστές ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι του Μπενιαμίν Νετανιάχου υποστηρίζουν εδώ και καιρό αυτό που περιγράφουν ως «εθελοντική μετανάστευση μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων» και την «επανίδρυση εβραϊκών οικισμών στη Γάζα». Ο Ισραηλινός υπουργός Οικονομικών, Μπεζαλέλ Σμότριτς, ο οποίος είναι πλέον κρίσιμο μέλος του κυβερνητικού συνασπισμού του Νετανιάχου, χαρακτήρισε την πρόταση του Τραμπ «σπουδαία ιδέα».
Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν ήδη κατηγορήσει το Ισραήλ για εθνοκάθαρση, την οποία οι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ έχουν ορίσει ως μια πολιτική «σχεδιασμένη από μια εθνοτική ή θρησκευτική ομάδα για την απομάκρυνση του άμαχου πληθυσμού μιας άλλης ομάδας από ορισμένες περιοχές με βίαια και τρομοκρατικά μέσα».
Ο Ομάρ Σακίρ, διευθυντής Ισραήλ και Παλαιστίνης στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δήλωσε ότι η πρόταση του Τραμπ, εάν εφαρμοστεί, «θα ισοδυναμεί με μια ανησυχητική κλιμάκωση της εθνοκάθαρσης του παλαιστινιακού λαού και θα αυξήσει εκθετικά τα δεινά του».
Μια ιστορία εκτοπισμού
Πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1948 και τη δημιουργία του Ισραήλ, περίπου 700.000 Παλαιστίνιοι -η πλειονότητα του προπολεμικού πληθυσμού- έφυγαν ή εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους στο σημερινό Ισραήλ, ένα γεγονός που οι Παλαιστίνιοι μνημονεύουν ως «Νάκμπα», που στα αραβικά σημαίνει καταστροφή.
Το Ισραήλ αρνήθηκε να τους επιτρέψει να επιστρέψουν, διότι αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη παλαιστινιακής πλειοψηφίας εντός των συνόρων του. Οι πρόσφυγες και οι απόγονοί τους αριθμούν σήμερα περίπου 6 εκατομμύρια, με μεγάλες κοινότητες στη Γάζα, όπου αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού, καθώς και στην κατεχόμενη από το Ισραήλ Δυτική Όχθη, την Ιορδανία, τον Λίβανο και τη Συρία.
Στον πόλεμο του 1967 στη Μέση Ανατολή, όταν το Ισραήλ κατέλαβε τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, ακόμα 300.000 Παλαιστίνιοι εκτοπίστηκαν, κυρίως στην Ιορδανία. Η προσφυγική κρίση που κρατάει δεκαετίες, έχει κεντρικό ρόλο στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση και ήταν ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα στις ειρηνευτικές συνομιλίες που κατέρρευσαν για τελευταία φορά το 2009. Οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν δικαίωμα επιστροφής, ενώ το Ισραήλ λέει ότι θα πρέπει να απορροφηθούν από τις γύρω αραβικές χώρες.
Πολλοί Παλαιστίνιοι που έχουν ήδη εκτοπιστεί εκτός Γάζας θεωρούν τον τελευταίο πόλεμο, κατά τον οποίο ολόκληρες γειτονιές έχουν βομβαρδιστεί σε βαθμό αφανισμού και το 90% του πληθυσμού έχει αναγκαστεί να εγκαταλείψει τα σπίτια του, ως μια νέα Νάκμπα. Φοβούνται ότι αν μεγάλος αριθμός Παλαιστινίων αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη Γάζα, τότε και οι ίδιοι μπορεί να μην επιστρέψουν ποτέ.
Η αταλάντευτη παραμονή στην προγονική γη του είναι κεντρικό στοιχείο της παλαιστινιακής κουλτούρας και φάνηκε έντονα χθες Κυριακή (26/1), όταν χιλιάδες άνθρωποι προσπάθησαν να επιστρέψουν στο πιο κατεστραμμένο τμήμα της επικράτειας, στη βόρεια Γάζα.
«Κόκκινη γραμμή» για Αίγυπτο και Ιορδανία
Η Αίγυπτος και η Ιορδανία απέρριψαν σθεναρά την ιδέα της υποδοχής προσφύγων από τη Γάζα στις αρχές του πολέμου, όταν διατυπώθηκε από ορισμένους Ισραηλινούς αξιωματούχους. Και οι δύο χώρες έχουν συμφιλιωθεί με το Ισραήλ, αλλά υποστηρίζουν τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, τη Γάζα και την ανατολική Ιερουσαλήμ. Φοβούνται ότι ο μόνιμος εκτοπισμός του πληθυσμού της Γάζας θα μπορούσε να καταστήσει κάτι τέτοιο αδύνατο.
Ο Αιγύπτιος πρόεδρος, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, έχει επίσης προειδοποιήσει για τις επιπτώσεις στην ασφάλεια από τη μεταφορά μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων στη χερσόνησο του Σινά της Αιγύπτου, που συνορεύει με τη Γάζα. Η Χαμάς και άλλες μαχητικές ομάδες είναι βαθιά ριζωμένες στην παλαιστινιακή κοινωνία και είναι πιθανό να μετακινηθούν μαζί με τους πρόσφυγες, πράγμα που θα σήμαινε ότι μελλοντικοί πόλεμοι θα διεξάγονταν σε αιγυπτιακό έδαφος. Αυτό θα μπορούσε να διαλύσει την ιστορική ειρηνευτική συνθήκη του Καμπ Ντέιβιντ, ακρογωνιαίο λίθο της περιφερειακής σταθερότητας.
«Η ειρήνη που πετύχαμε θα εξαφανιζόταν από τα χέρια μας. Όλα αυτά για χάρη της ιδέας της εξάλειψης της παλαιστινιακής υπόθεσης» δήλωσε ο Σίσι τον Οκτώβριο του 2023, μετά την επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ που πυροδότησε τον πόλεμο στη Γάζα.
Αυτό συνέβη στον Λίβανο τη δεκαετία του 1970, όταν η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) του Γιασέρ Αραφάτ, μετέτρεψε το νότιο τμήμα της χώρας σε ορμητήριο για επιθέσεις κατά του Ισραήλ. Η προσφυγική κρίση και οι ενέργειες της PLO συνέβαλαν στο να οδηγηθεί ο Λίβανος σε έναν 15ετή εμφύλιο πόλεμο το 1975. Το Ισραήλ εισέβαλε δύο φορές και κατέλαβε τον νότιο Λίβανο από το 1982 έως το 2000. Η Ιορδανία, η οποία συγκρούστηκε με την PLO και την έδιωξε υπό παρόμοιες συνθήκες το 1970, φιλοξενεί ήδη περισσότερους από δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιους πρόσφυγες, στην πλειονότητα των οποίων έχει χορηγηθεί υπηκοότητα.
Με πληροφορίες από Associated Press