Για να εκτιμήσει κανείς την ιστορία των τσαντών Chanel πρέπει να γυρίσει πίσω τον χρόνο και συγκεκριμένα στον 18ο αιώνα.
Τότε, στη δυτική Ευρώπη οι τσάντες ήταν ουσιαστικά τσέπες που αποσπώνταν από τα ρούχα και φοριούνταν «με κάτι σαν ταινία» κάτω από την φούστα. Μέχρι το τέλος του αιώνα, όμως, οι στενές σιλουέτες δεν μπορούσαν να καμουφλάρουν την τσέπη και έτσι το πορτοφόλι έγινε ορατό: μια μικρή τσάντα με λαβή. Αυτό συνεχίστηκε για περίπου ενάμιση αιώνα πριν έρθει η Gabrielle «Coco» Chanel για να σκεφτεί: Δεν μπορεί μια γυναίκα να έχει ελεύθερα τα χέρια της; Και κάπως έτσι, η τσάντα χιαστί με αλυσίδα μπήκε στη μόδα.
Και έμεινε για πάντα…
Πλέον, οι τσάντες Chanel αποτελούν συνώνυμο της πολυτέλειας και αντικείμενο πόθου για πολλές γυναίκες του κόσμου. Το να αγοράσει, όμως, κανείς μια τσάντα του γαλλικού οίκου χρειάζεται να δώσει μια μικρή περιουσία και πλέον τα αντικείμενα αυτά θεωρούνται επένδυση. Μάλιστα, για να διατηρήσουν την επιθυμία και τη σπανιότητα των προϊόντων τους, τα brands πολυτελείας αυξάνουν τις τιμές. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που η Chanel ανεβάζει την τιμή μιας από τις τσάντες της δύο φορές μέσα σε λίγους μήνες.
Σε ένα μήνα η τιμή της μικρής κλασσικής τσάντας της Chanel αυξήθηκε κατά 1.000 ευρώ, από 6.300 ευρώ στα τέλη Σεπτεμβρίου σε 7.300 ευρώ σήμερα. Όπως αναφέρει το BFMTV, στα χαρτιά, αυτή η αύξηση η τάξης του 16% προκαλεί έκπληξη γιατί είναι πολύ υψηλότερη από αυτή του πληθωρισμού, ειδικά αν σκεφτούμε ότι το ίδιο μοντέλο πουλιόταν «μόνο» 5500 ευρώ φέτος το καλοκαίρι, δηλαδή 33% λιγότερο, σύμφωνα με την May Berthelot, επικεφαλής του τμήματος ελέγχου της May Berthelot στη Videdressing and Leboncoin, που ασχολείται με την αγορά second hand ειδών πολυτελείας.
Όπως παρατηρείται, η τιμή των τσαντών πολυτελείας αυξάνονται σταθερά, καθώς ορισμένες από τις διάσημες «it-bags» έχουν αυξηθεί έως και το 70% της αρχικής τους αξίας από την ημερομηνία δημιουργίας τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εμβληματική Birkin του οίκου Hermès που δεν έπαψε ποτέ να αυξάνεται εδώ και σχεδόν 40 χρόνια. Ως αποτέλεσμα, οι πολυτελείς τσάντες, όπως και τα ρολόγια, έχουν γίνει από μόνες τους οικονομικές επενδύσεις.
«Το χειρότερο για ένα προϊόν πολυτελείας είναι ο ευτελισμός»
Σχολιάζοντας την αύξηση τιμών η η Delphine Dion, καθηγήτρια στο Essec Business School εξηγεί: «Δεν προκαλεί έκπληξη. Η Chanel πρέπει να παρατήρησε ότι αυτή η τσάντα πουλήθηκε πάρα πολύ. Μόλις ένα προϊόν γίνεται πολύ προσιτό, οι μάρκες πολυτελείας αυξάνουν την τιμή για να μην γίνει συνηθισμένο». «Το χειρότερο για ένα προϊόν πολυτελείας, είναι ο ευτελισμός», διαβεβαιώνει, τονίζοντας ότι η πολυτέλεια απαντά στην αντίστροφη λογική αυτής της μαζικής αγοράς.
Από την πλευρά του, ο οίκος σε δήλωσή του στο BFM Business εξηγεί ότι όλες οι μεγάλες μάρκες πολυτελείας, προσαρμόζουμε τακτικά τις τιμές μας για να λαμβάνουμε υπόψη την εξέλιξη του κόστους παραγωγής μας και τις τιμές των πρώτων υλών.
Με πληροφορίες BFMTV