«Οι ενέργειες της Άγκυρας θα διαμορφωθούν από τις αλληλεπιδράσεις της με τη Μόσχα» συμπεραίνει μία εκτενής ανάλυση με τίτλο «Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας με μηδενικό άθροισμα» του Aaron Stein του Foreign Policy Research Institut.
H παράμετρος αυτή καθίσταται πέραν από προφανέστατα σοβαρή εξίσου και επίκαιρη ιδίως μετά την συμφωνία Μόσχας-Άγκυρας για ενεργειακό deal. Στο τέλος της περασμένης εβδομάδας ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν τοποθετήθηκε επί του θέματος, ενώ νέα δήλωση έκανε και ο Ερντογάν την Παρασκευή.
Μιλώντας στην τελετή για την αύξηση της χωρητικότητας της Υπόγειας Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου στη Silivri, ο Ερντογάν είπε: «Με τα εγκαίνια, η Silivri έγινε η μεγαλύτερη υπόγεια εγκατάσταση αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Στόχος μας είναι να μετατρέψουμε τη χώρα μας σε ένα παγκόσμιο κέντρο όπου η τιμή αναφοράς του φυσικού αερίου καθορίζεται το συντομότερο δυνατό. Ειδικά η Θράκη θα γίνει κόμβος φυσικού αερίου και LNG».
Ο Ρώσος πρόεδρος αναφερόμενος στο ρωσοτουρκικό εγχείρημα στην Θράκη τόνισε πως «η υποδομή φυσικού αερίου της Τουρκίας έχει σημαντικές δυνατότητες. Μια ηλεκτρονική πλατφόρμα για το εμπόριο μπορεί να δημιουργηθεί στο κέντρο φυσικού αερίου που θα δημιουργηθεί τους επόμενους μήνες». Στη δήλωσή του, ο Πούτιν ανέφερε επίσης ότι η τιμή του φυσικού αερίου για τους Ευρωπαίους καταναλωτές θα καθοριστεί στο κέντρο της Τουρκίας. Δηλώνοντας ότι μπορούν να κατευθύνουν το φυσικό αέριο του Nord Stream στη Μαύρη Θάλασσα, ο Πούτιν είπε: «Μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν μεγάλο κόμβο φυσικού αερίου για την Ευρώπη στην Τουρκία».
Μια τέτοια είδους σύμπραξη ανησυχεί πέρα από την χώρα μας για τους προφανείς «θρακικούς λόγους» και την Ουάσινγκτον. Κι αυτό επειδή έχει «παίξει τα ρέστα της» στην παρτίδα της αποδέσμευσης των Ευρωπαίων από τους ρωσικούς φυσικούς πόρους. Επομένως το ενδεχόμενο ρωσοτουρκικό ενεργειακό deal της χαλάει τα σχέδια. Απρόβλεπτες δύνανται να αποδειχθούν οι συνέπειες και για την χώρα μας, η οποία έχει ανέβει στο αμερικανικό άρμα κλείνοντας όλα τα διπλωματικά πορτοπαράθυρα με την Μόσχα.
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις
Η ανάλυση του War on the Rocks, η οποία υπογράφεται από τον Aaron Stein του Foreign Policy Research Institute (FPRI), συσχετίζει την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων με συγκεκριμένους παράγοντες της πολιτικής Ερντογάν.
«Το μέλλον της Τουρκίας στη Συρία θα είναι συνυφασμένο με τις δικές της συναλλαγές με τη Ρωσία και όχι με την υποταγή στις ανησυχίες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης. Η Μόσχα και η Άγκυρα, επομένως, έχουν αναδειχθεί σε συμβιωτικούς παράγοντες στην περιοχή, που συνδέονται μεταξύ τους με σαφώς καθορισμένα συμφέροντα. Οι δύο χώρες δεν είναι σύμμαχοι. Οι αλληλεπιδράσεις τους δεν είναι πάντα αρμονικές. Ωστόσο, ευθυγραμμίζονται όσον αφορά την ευρύτερη αντίληψή τους για την παγκόσμια πολιτική. Και αυτή η ευθυγράμμιση είναι - σχεδόν σε κάθε περιφερειακό ενδεχόμενο - αντίθετη με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης» σχολιάζει ο αναλυτής.
Στην συνέχεια εκτιμά πως αν η Ουάσινγκτον ελπίζει να διαχειριστεί με κάποιον αποτελεσματικό τρόπο τη σχέση της με την Τουρκία, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να ξεκινήσουν αναγνωρίζοντας αυτήν την πραγματικότητα. «Η Τουρκία έχει αλλάξει. Οι αλληλεπιδράσεις της Τουρκίας με την Ουάσινγκτον θα αντανακλούν κάποια κοινά συμφέροντα σε τομείς όπως οι πωλήσεις όπλων, αλλά αυτά θα επισκιάζονται όλο και περισσότερο από αποκλίσεις σε θέματα όπως η Συρία και περιφερειακά ζητήματα όπως η τουρκο-ελληνική σύγκρουση στο Αιγαίο» υπογραμμίζει.
Κατά τον Aaron Stein αυτή η δυναμική σημαίνει ότι η αμερικανοτουρκική σχέση είναι πλέον καθαρά συναλλακτική. «Οι δύο πλευρές - τουλάχιστον προς το παρόν - δεν μοιράζονται κοινή κοσμοθεωρία ούτε έχουν πολλά αλληλοεπικαλυπτόμενα περιφερειακά συμφέροντα. Συνεπώς, δεν υπάρχουν πολλά να χαθούν από την τακτική του εξαναγκασμού, σε μία προσπάθεια να διαμορφώσουν την τουρκική πολιτική σε τομείς όπως η Συρία, η Ουκρανία και η Μεσόγειος» σημειώνει.
Το θέμα των F-16
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το σκέλος της ανάλυσης, που αφορά στα F-16, ιδίως μετά και από την τελευταία παρέμβαση Μένέντεζ.
«Η Άγκυρα επεδίωξε να αγοράσει μια πιο σύγχρονη παραλλαγή του F-16, μαζί με κιτ για την αναβάθμιση των παλαιότερων μοντέλων της, αλλά η συμφωνία εμποδίζεται από τη διστακτικότητα του Κογκρέσου να εξάγει αυτά τα αεροσκάφη. Η Άγκυρα απέτυχε να κερδίσει συμμάχους στο Κογκρέσο αφήνοντας τη συμφωνία να κρέμεται σε μια κλωστή. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει υποστηρίξει την πώληση, αλλά δεν έχει ασκήσει σοβαρή πίεση στους νομοθέτες να την εγκρίνουν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζεται να πουλήσουν το F-16 στην Τουρκία, καθώς η εξαγωγική αγορά για το αεροσκάφος είναι ισχυρή. Αντ' αυτού, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να θέσει απτούς όρους για την πώληση, όπως η συμφωνία της Τουρκίας να άρει τον αποκλεισμό της από την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και να λάβει μέτρα αποκλιμάκωσης στη Μεσόγειο» τονίζει κοντολογίς ο αναλυτής.
Προειδοποιεί μάλιστα πως οποιαδήποτε πρόοδος σε συγκεκριμένα θέματα δεν πρέπει να εκληφθεί ως μόνιμη βελτίωση των σχέσεων.
«Σε μια σχέση συναλλαγής, οι τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος είναι ακριβώς αυτό: τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Εάν οι δύο πλευρές θέλουν πράγματα η μία από την άλλη, μπορούν να έχουν επαγγελματικές - αν και άκαμπτες - συζητήσεις για να βρουν έναν τρόπο να φτάσουν στο "ναι" χωρίς να αυταπατώνται περιμένοντας πραγματική προσέγγιση. Έχοντας αυτό κατά νου, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να είναι ειλικρινής, χρησιμοποιώντας «και το καρότο και το μαστίγιο» στην προσπάθεια να αποτραπεί μια νέα τουρκική εισβολή στη Συρία.
Σε τελική ανάλυση, όμως, οι ενέργειες της Άγκυρας θα διαμορφωθούν από τις αλληλεπιδράσεις της με τη Μόσχα και από τις ευρύτερες ιδέες της για το πώς θα σκηνοθετήσει μια προσέγγιση με τον Μπασάρ αλ Άσαντ. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι θα διαμορφωθούν επίσης από ένα ηγετικό στέλεχος με μια πολύ συγκεκριμένη κοσμοθεωρία που δεν είναι φιλική προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη».