Με αφορμή την εξεταστική επιτροπή που σύστησε το αμερικανικό Κογκρέσο για την υπόθεση της φορο-ελάφρυνσης της Apple μέσω ίδρυσης offshore εταιριών, έχει ξεκινήσει ένας «πολύ-εθνικός» δημόσιος διάλογος για την μεταβολή που έχει προκαλέσει η χαμηλή φορολόγηση εταιριών-κολοσσών στην παγκόσμια οικονομία. Η συνέχεια του διαλόγου λαμβάνει χώρα σήμερα (Τετάρτη) στις Βρυξέλλες, με τη σύγκλιση συνόδου κορυφής Ευρωπαίων ηγετών που αναζητούν το 1,3 τρις ευρώ που, σύμφωνα με το Reuters, κάθε χρόνο φεύγει από την γηραιά ήπειρο προς αγνώστους φορολογικούς παραδείσους.
Πρόσφατα δόθηκε στη δημοσιότητα το "έξυπνο" οικονομικό σχέδιο της Apple, που της έδινε τη δυνατότητα με διάφορα τεχνάσματα να αποφεύγει την φορολόγηση επί των κερδών της. Όπως αναφέρει η σχετική έκθεση του Κογκρέσου, η εταιρία ίδρυσε εταιρία-φάντασμα στη Ιρλανδία όπου εκμεταλλευόμενη παραθυράκι του νόμου πέτυχε μόλις 2% φορολόγηση επί των κερδών της, που ανήλθαν σε 74 δις δολάρια.
Στη συνέχεια μετέφερε τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σε θυγατρικές offshore εταιρίες, κάποιες από τις οποίες έχουν έδρα την Ιρλανδία, που χρέωναν τις υπόλοιπες εταιρίες του ομίλου Apple για την χρήση των πατεντών που είχαν κατοχυρώσει. Ουσιαστικά, με αυτόν τον τρόπο απέφευγε να καταβάλλει δισεκατομμύρια δολάρια σε φόρους εισοδήματος που είχε παραχθεί στις ΗΠΑ, όπου πραγματοποιείται ο μεγάλος όγκος έρευνας και ανάπτυξης της Apple.
Η Apple μάλιστα προχώρησε ένα βήμα παραπέρα επιτυγχάνοντας την μην καταβολή φόρων από τις ιρλανδικές θυγατρικές της, οι οποίες δεν είχαν «πολιτογραφηθεί» επισήμως σε καμία χώρα ώστε να υπόκεινται σε φορολόγηση. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times οι εταιρίες δεν απέδιδαν φόρους επί σειρά ετών. Μόνο στην περίπτωση της Apple Operations International τα έσοδα αν και άγγιξαν τα 30 δις δολάρια από το 2009 έως το 2012, δεν καταβλήθηκε ούτε σεντ σε φόρους. Κατά πόδας η «αιώνια αντίπαλος» Microsoft, που ακολουθώντας την «έξυπνη» πρακτική της Apple, ίδρυσε θυγατρικές στην Σιγκαπούρη, το Πουέρτο Ρίκο και φυσικά την Ιρλανδία.
Στην Ευρώπη και στην Μ. Βρετανία συγκεκριμένα, το "Αpple effect" δεν έχει προκαλέσει απλά την οργή της κοινής γνώμης, αλλά έχει δημιουργήσει μείζον πολιτικό θέμα. Στην περίπτωση των Starbucks , που ενώ αποκόμισαν κέρδη ύψους 11,5 δις δολαρίων από το 2009 έως το 2011 απέδωσαν φόρο μόλις 3,7 εκατομμύρια δολάρια, η κοινή γνώμη δεν εκφράζει απλά την μήνιν της μποϋκοτάροντας τα προϊόντα της εταιρίας, αλλά προκάλεσε τέτοιες πιέσεις ώστε ακόμη και ο συντηρητικός Ντέιβιντ Κάμερον να θέσει το θέμα στην σύνοδο των G8 συνοψίζοντάς το στην περίφημη πλέον ατάκα «wake up and smell the coffee».
Το πρόβλημα ωστόσο είναι πολύ βαθύτερο για την Γηραιά Αλβιώνα, αφού ολοένα και περισσότερες πολυεθνικές αποκαλύπτεται ότι καταβάλουν στην εφορία ελάχιστα ποσά σε σχέση με τα κέρδη τους. Ο βρετανικός βραχίονας της Amazon, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters, απέδωσε φόρο 3,7 εκατομμύρια δολάρια το 2012 για κέρδη 6,5 δις δολαρίων. Παρόμοια είναι και η περίπτωση της Google, που κατέβαλλε 9,12 εκατομμύρια δολάρια σε φόρους επί κερδών ύψους 600,38 εκατομμυρίων δολαρίων. Από την πλευρά της η εταιρία δηλώνει ότι ακολουθεί τους νόμους και τηρεί πιστά τις φορολογικές της υποχρεώσεις σε κάθε χώρα όπου λειτουργούν τα τμήματά της. Αν και η αναλογία κέρδους-φορολόγησης δείχνει να απέχει από ένα δίκαιο μοντέλο οικονομικής διαχείρισης οποιουδήποτε κράτους, η Google και οι υπόλοιπες εταιρίες δεν πραγματοποιούν καμία φορολογική παράβαση. Οι τρόποι με τους οποίους επιτυγχάνουν μειωμένη φορολόγηση, είναι καθόλα νόμιμοι.
Σε μια προσπάθεια να αναστρέψει το άσχημο κλίμα που έχει διαμορφωθεί σε βάρος της και μεταφράζεται σε πτώση των πωλήσεων μάλιστα, η εταιρία Starbucks έφτασε να δηλώσει ότι αν και δεν οφείλει να καταβάλει επιπλέον φόρους στο βρετανικό κράτος, θα προχωρούσε εθελοντικά στην πληρωμή μεγαλυτέρου ποσοστού επί των κερδών της, σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC. Φυσικά το γεγονός ότι η εταιρία καταλήγει να επιθυμεί να πληρώσει περισσότερα από όσα πρέπει να καταβάλει βάση νόμου, εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον προσανατολισμό και την αποτελεσματικότητα του βρετανικού φορολογικού συστήματος, απογυμνώνοντας ταυτόχρονα την φιλοσοφία του «πολύ-εθνικού» οικονομικού μοντέλου.
Η προσπάθεια των πολυεθνικών εταιριών να επιτύχουν χαμηλή φορολόγηση δεν είναι κάτι καινούργιο. Το 1999 το άρθρο του Economist, που αποκάλυπτε την «επιτυχία» του Ρούπερτ Μέρντοχ να καταβάλλει φόρους μόλις 6% επί των κερδών του που ανέρχονταν σε δισεκατομμύρια, θα προκαλούσε διεθνή αίσθηση και έντονη κριτική. Μετά από 14 χρόνια, δεν υπάρχει εταιρία που να μην προσβλέπει στην τακτική του και να μην την εφαρμόζει όταν μπορεί, προκαλώντας προβλήματα στην παγκόσμια σκακιέρα και διαμορφώνοντας ένα ιδιότυπο οικονομικό μόρφωμα.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο τα έσοδα από εταιρικούς φόρους αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τρίτο των συνολικών φορολογικών εσόδων στις ΗΠΑ. Σήμερα το ποσοστό συνεισφοράς των εταιριών στην οικονομία του κράτους ανέρχεται στο 9%, σύμφωνα με έρευνα των New York Times. Πριν από 60 χρόνια η φορολόγηση εισοδήματος των ιδιωτών και οι κρατήσεις από τους μισθούς τους απέφεραν μόλις το 50% των εσόδων. Σήμερα το ποσοστό αυτό αγγίζει το 80%. Η πραγματικότητα στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου δεν είναι πολύ διαφορετική.
σχόλια