Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ εξέδωσε μιας ιστορικής σημασίας απόφαση σήμερα με την οποία δικαιώνει έναν Αφροαμερικανό ο οποίος είχε καταδικαστεί σε θάνατο το 1987 από ένα σώμα ενόρκων που συνέθεταν 12 λευκοί, οι οποίοι επιλέχθηκαν με ρατσιστικά κριτήρια.
Αυτή η πολυαναμενόμενη απόφαση, που ελήφθη με 7 ψήφους υπέρ εκ των συνολικά 8 δικαστών, αποτελεί σταθμό στην ιστορία της χώρας, καθώς οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν, τριάντα χρόνια μετά, το πρόβλημα του ρατσισμού στη διαδικασία επιλογής των ενόρκων.
Ο Τίμοθι Φόστερ, που παραμένει έγκλειστος στην πτέρυγα των μελλοθανάτων, είχε δικαστεί στην Πολιτεία της Τζόρτζια, στις νότιες ΗΠΑ, κατηγορούμενος για τον θάνατο μιας λευκής γυναίκας. Ο κατηγορούμενος, γεννηθείς το 1967 με διανοητική υστέρηση, είχε ομόφωνα κριθεί ένοχος.
Ωστόσο σύμφωνα με άκρως αποκαλυπτικά έγγραφα που περιήλθαν έστω και με καθυστέρηση στην κατοχή της δικηγόρων του κατηγορουμένου, αποκαλύπτεται ότι στον κατάλογο των υποψηφίων που είχαν κληθεί στο δικαστήριο και από τους οποίους θα επιλέγονταν οι ένορκοι, δίπλα στα ονόματα των μαύρων κάποιος είχε γράψει το γράμμα "Β", το αρχικό της λέξης "Black", δηλαδή "μαύρος".
Οι πολίτες αυτοί αποκλείστηκαν από την αμφιλεγόμενη διαδικασία της επιλογής των ενόρκων που επιτρέπει στον εισαγγελέα και στους συνηγόρους των κατηγορουμένων να ζητούν την εξαίρεση ορισμένων από αυτούς.
Κατά τη διάρκεια μιας ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου στις αρχές Νοεμβρίου του 2015, ο Στίβεν Μπράιτ, ο συνήγορος του Φόστερ, είχε καταθέσει τον κατάλογο αυτό.Προφανώς, όλοι οι Αφροαμερικανοί «είχαν αποκλειστεί» είχε δηλώσει ο ίδιος. Το χειρότερο από όλα, σύμφωνα με τον ίδιο, ο εισαγγελέας είχε συντάξει έναν κατάλογο με έξι ονόματα που έπρεπε να απορριφθούν «πάση θυσία». «Σε αυτόν τον κατάλογο των «μη απολύτων», οι πέντε πρώτοι ήταν μαύροι, ο έκτος είχε δηλώσει με σαφήνεια ότι διαφωνεί με τη θανατική ποινή, είχε εξηγήσει ο Μπράιτ.
Ενώπιόν του, η αναπληρώτρια εισαγγελέας της Ατλάντας, Μπεθ Μπάρτον, διέψευσε κάθε υπόνοια προκατάληψης στον κατάλογο του εισαγγελέα.
Ωστόσο στην απόφαση που εκδόθηκε σήμερα, την οποία συνέταξε ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς, η ανώτατα δικαστική Αρχή των ΗΠΑ συμπεραίνει ότι «οι εισαγγελείς (που άσκησαν τις διώξεις στον Φόστερ) ενήργησαν εν μέρει με ρατσιστικά κίνητρα όταν εξαίρεσαν» ορισμένους ενόρκους. Αυτή η απόφαση δίνει την ευκαιρία στον Φόστερ να διεκδικήσει μια νέα δίκη, σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την καταδίκη του.
Σε ένα δελτίο τύπου που εκδόθηκε σήμερα μετά την ανακοίνωση της απόφασης, ο Στίβεν Μπράιτ εξέφρασε την εκτίμηση ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν «είχε άλλη επιλογή» παρά να αποφανθεί υπέρ του θανατοποινίτη. «Η (ρατσιστική) διάκριση αποκαλύφθηκε μονάχα όταν αποκτήσαμε αυτά τα έγγραφα που αποδείκνυαν αυτήν τη βούληση εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής» υπογραμμίζει ο δικηγόρος. «(Όμως) κανονικά αυτό δεν συμβαίνει. Η πρακτική των διακρίσεων κατά τη διαδικασία αποκλεισμού κι εξαίρεσης των ενόρκων συνεχίζεται στα δικαστήρια ολόκληρης της χώρας» συνέχισε ο ίδιος.
Αυτή η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου αναμένεται να επηρεάσει το δημόσιο διάλογο που βρίσκεται σε εξέλιξη με επίκεντρο το αμερικανικό δικαστικό σύστημα, το οποίο κατηγορείται ότι λαμβάνει αποφάσεις με πολλή μεγαλύτερη αυστηρότητα κατά των Αφροαμερικανών κατηγορουμένων. Και αυτό φαίνεται στην περίπτωση της θανατικής ποινής: οι Αφροαμερικανοί αντιπροσωπεύουν το 42% των καταδικασθέντων σε θάνατο.
σχόλια