Αφορμή για να συνασπιστούν οι ακροδεξιοί σε ευρωπαϊκό αλλά και ευρύτερο επίπεδο, αποτέλεσε η καταδίκη της Μαρίν Λεπέν από τη γαλλική δικαιοσύνη.
Με σύνθημα «Je suis Marine» («Είμαι η Μαρίν») που συνήθως χρησιμοποιείται ως ένδειξη συμπαράστασης για θύματα επιθέσεων ή αδικιών, διάφοροι ακροδεξιοί πολιτικοί σπεύδουν να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία και να δηλώσουν πίστη στη Μαρίν Λεπέν, την ηγετική μορφή της παράταξής τους που - όπως υποστηρίζουν - υφίσταται πολιτική δίωξη.
Όπως σημειώνει το BBC, «η Μαρίν Λεπέν είναι ένα σύμβολο της εθνικιστικής δεξιάς της Γαλλίας: μια από τις πιο γνωστές και δημοφιλέστερες πολιτικές προσωπικότητες της χώρας - με το France First, την ατζέντα της κατά του woke και κατά της μετανάστευσης. Οι ηγέτες της ακροδεξιάς, που αυτή τη στιγμή αυξάνονται σε υποστήριξη σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, τη βλέπουν ως "μια από αυτούς" - ακόμα κι αν δεν έχουν ίδιες απόψεις σε όλα τα θέματα μαζί της».
Η απαγόρευση στη Μαρίν Λεπέν να είναι υποψήφια για πολιτικό αξίωμα για τα επόμενα πέντε χρόνια, μετά την καταδίκη της για υπεξαίρεση άνω των 4 εκατομμυρίων δολαρίων από κονδύλια της ΕΕ για χρήση στη Γαλλία από το κόμμα της «Εθνικός Συναγερμός», έστειλε πολλούς από αυτούς τους ηγέτες, σε δηλώσεις υποστήριξης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Γι' αυτούς, αυτή ήταν μια ευκαιρία, όχι απλώς να δείξουν υποστήριξη στη Λεπέν αλλά να χρησιμοποιήσουν την υπόθεσή της για να τονίσουν αυτό που θεωρούν ως κοινό τους σκοπό – έναν αγώνα ενάντια στο πολιτικά παραδοσιακό ρεύμα, που επιδιώκει να φιμώσει ή να υπονομεύσει την εθνικιστική τους ατζέντα», επισημαίνει το BBC.
«Ωστόσο, για τη Λεπέν, αυτή η καταδίκη θα μπορούσε να είναι ο θάνατος της πολύτιμης φιλοδοξίας της να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας. Είχε φτάσει ψηλά στις δημοσκοπήσεις ενόψει των επόμενων εκλογών, που είναι προγραμματισμένες σε δύο χρόνια από σήμερα. Αυτή και οι πολιτικοί της συνεργάτες επιμένουν ότι είναι αθώοι», συνεχίζει η ανάλυση.
Οι ακροδεξιοί που έσπευσαν στο πλευρό της Μαρίν Λεπέν
Σε μια επιδεικτική επίδειξη αλληλεγγύης τη Δευτέρα, ο αμφιλεγόμενος πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, δήλωσε σε μια ανάρτησή του στο X στα γαλλικά «Je suis Marine».
Je suis Marine! @MLP_officiel
— Orbán Viktor (@PM_ViktorOrban) March 31, 2025
Ο λαϊκιστής Γκερτ Βίλντερς, ο ηγέτης του μεγαλύτερου πολιτικού κόμματος της Ολλανδίας, ανάρτησε στο X ότι ήταν σίγουρος ότι η Λεπέν θα κερδίσει την έφεση και ότι θα ήταν η επόμενη πρόεδρος της Γαλλίας.
I am shocked by the incredible tough verdict against @MLP_officiel. I support and believe in her for the full 100% and I trust she will win the appeal and become President of France.
— Geert Wilders (@geertwilderspvv) March 31, 2025
Ο σκληροπυρηνικός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ιταλίας, Ματέο Σαλβίνι, έγραψε επίσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Δεν τρομοκρατούμαστε... ολοταχώς, φίλε μου!». «Αυτοί που φοβούνται την κρίση των ψηφοφόρων συχνά αναζητούν επιβεβαίωση από τα δικαστήρια. Στο Παρίσι, έχουν καταδικάσει τη Μαρίν Λεπέν και θα ήθελαν να την απομακρύνουν από την πολιτική ζωή», έγραψε.
#JeSoutiensMarine@MLP_officiel pic.twitter.com/RtQM3ov0pP
— Matteo Salvini (@matteosalvinimi) March 31, 2025
Από τη Ρωσία, ακόμη και το Κρεμλίνο παρενέβη στο θέμα. Ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, επέδειξε ξαφνικό ενδιαφέρον για τη δημοκρατία, δηλώνοντας ότι «η κατάσταση της Μαρίν Λεπέν συνιστά παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων».
Φυσικά και ο Ντόναλντ Τραμπ σχολίασε, δηλώνοντας ότι η καταδίκη της Λεπέν είναι «πολύ σημαντικό θέμα». Μιλώντας στους δημοσιογράφους ενώ υπέγραφε ακόμη ένα διάταγμα στον Λευκό Οίκο τη Δευτέρα, ο Τραμπ πρόσθεσε: «[η Λεπέν] αποκλείστηκε για πέντε χρόνια και ήταν η πρώτη υποψήφια». «Ακούγεται σαν αυτή τη χώρα, μοιάζει πολύ με αυτή τη χώρα», συμπλήρωσε αναφερόμενος στην δική του περίπτωση.
Όταν ο Τραμπ αντιμετώπισε μια σειρά από νομικές προκλήσεις ενόψει των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο, ο Τραμπ επιτέθηκε σε όλους όσοι εμπλέκονται στις αγωγές εναντίον του, καθώς και στα μέσα ενημέρωσης των οποίων το ερευνητικό έργο γι' αυτόν χαρακτήρισε ξανά «παράνομο» τον περασμένο μήνα. Αλλά τώρα επέστρεψε στον Λευκό Οίκο και έχει κατηγορηθεί από τους επικριτές ότι προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τα δικαστήρια για να εκδικηθεί τους πολιτικούς αντιπάλους του. Ωστόσο, τα νομικά του προβλήματα δεν έβλαψαν την πολιτική του τύχη.
Ο ακροδεξιός πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου (2019-2022) κατήγγειλε επίσης τον «διωγμό» που υφίσταται κατ’ αυτόν η επικεφαλής της παράταξης της άκρας δεξιάς στη Γαλλία. «Ελπίζω και προσεύχομαι ότι η κυρία Λεπέν θα ξεπεράσει αυτόν τον διωγμό και θα είναι υποψήφια στις επόμενες προεδρικές εκλογές» στη Γαλλία, που διεξάγονται το 2027, ανέφερε μέσω X ο Μπολσονάρου, που έχει επίσης στερηθεί το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έπειτα από καταδίκη του από τη βραζιλιάνικη δικαιοσύνη.
- La montée de la droite est une réalité partout dans le monde. La gauche en France, tout comme au Brésil, choisit la voie du Lawfare, de l’activisme judiciaire pour réussir à des élections sans une vraie opposition.
— Jair M. Bolsonaro (@jairbolsonaro) March 31, 2025
- Je pense que l’inéligibilité de @MLP_officiel suit la même…
Η δικαιοσύνη στην Ευρώπη και η πολιτική εκμετάλλευση από εθνικιστές λαϊκιστές
«Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, τα εθνικά νομικά συστήματα εμφανίζονται στη μέση μιας νέας εποχής βαθιών διχασμών και καχυποψιών στην κοινωνία - που οδηγεί σε διελκυστίνδα μεταξύ λαϊκιστών πολιτικών και των επικριτών τους - κατηγορώντας ο καθένας τον άλλο ότι χρησιμοποιεί το δικαστικό σώμα για να προστατεύσει τα δικά του πολιτικά συμφέροντα. Η Γαλλία, η Ρουμανία και η Ουγγαρία είναι πρόσφατα παραδείγματα», σχολιάζει το BBC για την κατάσταση στην Ευρώπη αυτή της στιγμή.
Ο κίνδυνος να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η ακροδεξιά στη Γαλλία μετά την καταδίκη της Λεπέν, είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός: «Πίσω στη Γαλλία, είναι πιθανό - ό,τι κι αν συμβεί με τη Μαρίν Λεπέν πολιτικά - το κόμμα της να επωφεληθεί και να αυξήσει τη δημοτικότητά του από όλη την προσοχή των μέσων ενημέρωσης, την έφεση που θα ακολουθήσει και μια αίσθηση περιφρόνησης μεταξύ ενός μεγάλου τμήματος ψηφοφόρων προς ένα γαλλικό κατεστημένο που πιστεύει ότι προσπαθεί να καταπνίξει τη βούληση του λαού - στερώντας του τη δημοφιλή επιλογή του για πρόεδρος», καταλήγει η ανάλυση.