Τρεις ώρες χρειάστηκαν μόνο για να αναγνωστούν τα ονόματα των διαδίκων στη μεγαλύτερη δίκη κατά της μαφίας εδώ και 30 χρόνια στην Ιταλία- εκείνη με κατηγορουμένους γύρω στα 350 μέλη της Ντράνγκετα.
Οι μάρτυρες φτάνουν τους 900, ενώ 700 είναι οι συνήγοροι υπεράσπισης και 58 οι προστατευόμενοι μάρτυρες κατηγορίας, οι καταθέσεις των οποίων αναμένεται να κρίνουν την έκβαση της δίκης κατά της διαβόητης «πολυεθνικής» Ντράνγκετα, ο ετήσιος όγκος του τζίρου της οποίας (από εμπόριο κοκαΐνης και άλλες παράνομες δραστηριότητες) ανέρχεται 60 δισ. ευρώ.
Στους κατηγορούμενους, οι οποίοι δικάζονται για λαθρεμπόριο ναρκωτικών, εκβιασμούς και εγκλήματα αίματος, περιλαμβάνονται μέλη της Ντράνγκετα, αλλά και τοπικοί αιρετοί αξιωματούχοι, δημόσιοι υπάλληλοι, αστυνομικοί και επιχειρηματίες.
Στο εδώλιο των κατηγορουμένων, ο αρχηγός της οργάνωσης «Θείος» Λουίτζι Μανκούζο, ο οποίος έχει ήδη περάσει σχεδόν 20 χρόνια στη φυλακή, αλλά και δεκάδες άλλοι με προσωνύμια όπως «Λύκος», «Κοντόχοντρος», «Ξανθούλης», «Κατσικούλα» κ.α.
Γεγονός σπάνιο για την Ντράνγκετα, η οποία οικοδομήθηκε πάνω σε δεσμούς αίματος και τιμωρεί ανελέητα τους «μεταμελημένους», 58 μάρτυρες κατηγορίας δέχθηκαν να σπάσουν την ομερτά -το νόμο της σιωπής- και αποκάλυψαν τα μυστικά της φατρίας του Μανκούζο και των συνεργατών της.
Οι περισσότεροι από τους κατηγορουμένους συνελήφθησαν σε επιδρομές της αστυνομίας τον Δεκέμβριο 2019 σε Ιταλία, Γερμανία, Ελβετία και Βουλγαρία. Το φάσμα των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορούνται είναι ευρύ: σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, φόνος και απόπειρα φόνου, λαθρεμπόριο ναρκωτικών, τοκογλυφία, κατάχρηση εξουσίας, κλεπταποδοχή και ξέπλυμα χρημάτων.
Στην Καλαβρία, η μαφία έχει διεισδύσει σε σχεδόν όλες τις σφαίρες της δημόσιας ζωής- δημαρχεία, νοσοκομεία, κοιμητήρια ακόμη και δικαστήρια.
Οι αρχές υπολογίζουν σε 150 τον αριθμό των οικογενειών της Ντράνγκετα και σε τουλάχιστον 6.000 τα μέλη και τους συνεργάτες της στην Καλαβρία, ενώ χιλιάδες άλλοι βρίσκονται αλλού στον κόσμο, κυρίως στη Νότια Αμερική και τη Νέα Υόρκη. Ο ετήσιος τζίρος τους ανέρχεται σε 50 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τον εισαγγελέα Γκρατέρι.
Οι μάρτυρες που έσπασαν την ομερτά
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται οι καταθέσεις των «pentiti», των ανθρώπων εκείνων που υπήρξαν ενεργά μέλη της Ντράνγκετα και αποφάσισαν να μιλήσουν για την δράση της.
Ένας από αυτούς είναι ο Εμανουέλε Μανκούζο, ανιψιός του «Θείου», ο οποίος, σε ανοιχτή επιστολή του εκφράζει την αγωνία για τη δική του ζωή αλλά κυρίως για την ασφάλεια της μόλις 2,5 ετών κόρης του, ενώ αποκαλύπτει ότι ο Λουίτζι Μανκούζο τον έχει επικηρύξει προσφέροντας 1 εκατ. ευρώ σε όποιον τον δολοφονήσει.
Δεσμοί αίματος συνδέουν και τον 49χρονο Λουίτζι Μποναβεντούρα με την Ντράνγκετα, στην ιεραρχία της οποίας είχε διατελέσει υψηλόβαθμο στέλεχος, ωστόσο τερμάτισε την καριέρα του στο οργανωμένο έγκλημα το 2006, όταν άρχισε να συνεργάζεται με τη Δικαιοσύνη καταδίδοντας τους συγγενείς και πρώην συνεργούς του.
Εισαγγελέας Γκρατέρι: «Δεν κάνω ούτε 10 μέτρα χωρίς το θωρακισμένο αυτοκίνητό μου»
«Αυτή η μάξι δίκη είναι ένα ορόσημο στην οικοδόμηση ενός τείχους εναντίον των μαφιών στην Ιταλία», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο την παραμονή της έναρξης της διαδικασίας ο εισαγγελέας Νικόλα Γκρατέρι.
Οι διαστάσεις αυτής της δίκης δεν ξεπερνούν εκείνες της πρώτης «μάξι-δίκης» του 1986-87 στο Παλέρμο εναντίον της σικελικής Κόζα Νόστρα, στο τέλος της οποίας καταδικάσθηκαν 338 κατηγορούμενοι. Οι δικαστές Τζοβάνι Φαλκόνε και Πάολο Μπορσελίνο είχαν δολοφονηθεί στη συνέχεια από τη μαφία.
Ο Νικόλα Γκρατέρι, λόγω της ιδιότητάς του ως δημόσιου κατηγόρου και πρωτεργάτη στην προσπάθεια να δικαστεί -και ιδανικά να εξουδετερωθεί- η Ντράνγκετα, γνωρίζει πολύ καλά ότι βρίσκεται στο στόχαστρο της πλέον αδίστακτης εγκληματικής οργάνωσης στον κόσμο, όπως και ότι μπορεί να πληρώσει με τη ζωή του την αφοσίωση στο καθήκον.
«Δεν έχω πάει στον κινηματογράφο τα τελευταία 30 χρόνια. Εδώ και δύο δεκαετίες δεν έχω βγει για φαγητό σε εστιατόριο. Δεν κάνω ούτε 10 μέτρα χωρίς το θωρακισμένο αυτοκίνητό μου. Βρίσκομαι μονίμως σε φρουρούμενα μέρη. Τρώω στο γραφείο. Το σπίτι μου είναι κατ' ουσίαν ένα οχυρό κι έχω μια μεγάλη ομάδα από σωματοφύλακες. Έχω εκπαιδευτεί να διαχειρίζομαι τον φόβο. Κοιτάζεις τον θάνατο κατά πρόσωπο, τον εκλογικεύεις. Ειδάλλως δεν μπορεί κανείς να συνεχίσει να κάνει τη δική μου δουλειά για τόσα πολλά χρόνια», σημειώνει περιγράφοντας την καθημερινότητά του.