ΝA ΡΩΤΗΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ρητορικά ή να μη ρωτήσει; Πώς, άραγε, να είναι το κλίμα αυτών των εκλογών από την πλευρά των Ελλήνων που ζουν στις ΗΠΑ; Το κλίμα είναι πολεμικό και υπάρχει παραπληροφόρηση. Εδώ ο ουρανός είναι ακόμη συννεφιασμένος και τα κοράκια πετάγονται δεξιά και αριστερά, όχι πάνω από κανένα σιταροχώραφο, αλλά πάνω από τους αμέτρητους νεκρούς της πανδημίας, τους κατατρεγμένους των φυλετικών εντάσεων και τους κομματικούς υπαλλήλους της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου.
Η επιστολική ψήφος έχει ήδη αρχίσει και έχει σπάσει κάθε ρεκόρ. Και όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Αμερικής δηλώνει ότι «μπορείτε να ψηφίσετε δύο φορές», όπως και το έκανε άλλωστε, πάνω από όλα υπονομεύει τη δημοκρατία στη χώρα του. Το πρώτο ντιμπέιτ μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Τζο Μπάιντεν ήταν ένας λεκτικός καυγάς.
Οι ομογενείς είναι δύσκολο να κατανοήσουν ότι ο Τραμπ δεν είναι σοβαρό πρόσωπο. Για μερικούς, δε, ο αρρενωπός μικρο-φαρσέρ είναι ένα ίνδαλμα. Οι Έλληνες που ζουν εδώ είναι και αυτοί επηρεασμένοι από το πολεμικό κλίμα και νιώθουν πως η χώρα έχει πληγωθεί. H μισή Αμερική βρίζει την άλλη μισή στα social media. Ο φανατισμός μερικών Αμερικανών σηκώνεται στον αέρα όπως η γροθιά, υποβοηθούμενος από τις λεκτικές επιθέσεις του Τραμπ κατά των πρώην στενών συνεργατών του και των πολιτικών του αντιπάλων.
Με τον Τραμπ, δυστυχώς, η έννοια της ίδιας της ελευθερίας, στη χώρα της ελευθερίας, αλλάζει και «εμπλουτίζεται» με στοιχεία φόβου, ανασφάλειας και τρομοκρατίας (και αν υπολογίσεις ότι το 30% των Αμερικανών έχουν όπλα στο σπίτι τους, τα πράγματα μπορεί να ξεφύγουν).
Οι Έλληνες ομογενείς, πάντως, δεν θα έπρεπε να χειροκροτούν τόσο άκριτα ή και να αποθεώνουν ακόμη έναν γελωτοποιό και φίλο του Ερντογάν.
Σαφώς και οι ομογενείς κοιτάνε πρώτα τις δουλειές τους, αλλά όλοι τους έχουν το μικρόβιο της πολιτικής. Στα πρώτα χρόνια τους εδώ, όταν ήταν να ψηφίσουν, πήγαιναν, τρόπον τινά, πάντα με αυτόν που είχε τον αέρα του νικητή. Λίγο-πολύ, όμως, ήταν προοδευτικοί και συνήθως στήριζαν το Δημοκρατικό Κόμμα. Καθώς, όμως, άρχισαν να μαζεύουν πέντε-δέκα τρύπιες δεκάρες, να τσαλακώνονται από τη ζωή, να μεγαλώνουν και ηλικιακά, έγιναν συντηρητικότατοι, ίσως και «ανοήμονες». Και σήμερα έχουν μπει μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και από τα παράθυρα ακόμη. Και είναι τραγωδία οι ίδιοι να είναι τώρα εναντίον των μεταναστών και να έχουν ασπαστεί νεοφιλελεύθερες ιδέες (πληρώνεις για παιδεία, υγεία, και αν δεν έχεις να πληρώσεις, λυπάμαι). Πρώτα τα κέρδη των αγορών χρήματος, των κτηματομεσιτικών αξιών των ουρανοξυστών του Μανχάταν, και μετά ο άνθρωπος.
Σίγουρα υπάρχουν και οι ομογενείς που είναι μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος και το ψηφίζουν, μα είναι απείρως λιγότεροι. Η εποχή του Μάικλ Δουκάκη, που ένωσε τoυς Ελληνοαμερικανούς πέρα από τα πολιτικά χαρακώματα, έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Οι Έλληνες ομογενείς, στη μεγαλύτερή τους πλειοψηφία, στη Νέα Υόρκη αλλά και σε άλλες πόλεις και περιοχές της Αμερικής, το 2016 στήριξαν τον Ντόναλντ Τραμπ. Είχαν μάλιστα στολίσει και τα σπίτια τους με πλακάτ: «Trump Pence. Make America Great Again». Το ίδιο πλακάτ έχουν τοποθετήσει και τώρα και το επιδεικνύουν σαν καλογυαλισμένο ασημικό! Πώς μεταφράζεται η κίνηση αυτή; Τον στηρίζουν ακόμη, σαν να μην πέρασε μια μέρα.
ΚΑΙ ΤΟ 2020 είναι μία δύσκολη χρονιά από όλες τις πλευρές: Η Αμερική σταυρώνεται και ο σταυρός έχει τοποθετηθεί ανάποδα, καθώς ήδη μετράει πάνω από 228.000 νεκρούς. Η πανδημία επηρεάζει τις εκλογές και μονοπωλεί το ενδιαφέρον (μειώνει τη σημασία της το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, την αυξάνει, λογικώς, κατ' εμέ, το Δημοκρατικό). Το θέμα της μάσκας έχει πολιτικοποιηθεί, άρα οι υποστηρικτές του Τραμπ θεωρούν πως δεν είναι απαραίτητη.
Ταυτόχρονα, η οικονομική ύφεση, με ραγδαία μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, που διακρίνεται, ξυπνάει και μέσα στους ομογενείς, όπως και σε όλους τους Αμερικανούς, αυτό που οι συγγραφείς και διανοούμενοι αποκαλούν «σύνδρομο του Ντιτρόιτ» (πόλης που κάποτε άκμαζε με ουκ ολίγες αυτοκινητοβιομηχανίες, μα σήμερα τη διαδέχθηκε η παρακμή, με φτώχεια, εγκληματικότητα και ανεργία). Έτσι, οι ομογενείς εδώ θεωρούν ότι μόνο ο Τραμπ μπορεί να αποτρέψει την παρακμή της Αμερικής και θα τον ψηφίσουν πάλι και με τα δύο χέρια.
Και στο απαρχαιωμένο πολιτικό σύστημα με τους εκλέκτορες, ο αριθμός των εκλεκτόρων που θα συγκεντρώσει ένα κόμμα μετράει στην τελική νίκη, και όχι ακριβώς ο αριθμός των ψήφων που συνολικά θα λάβει. Θα είναι έκπληξη αν τελικά πάλι κερδίσει τις εκλογές ο Τραμπ, ένας άφρων που δεν θα έπρεπε να έχει εκλεγεί ποτέ, ούτε πρόεδρος σε σύλλογο υποδηματοποιών, όπως θα έλεγε χαρακτηριστικά και ο Καστοριάδης. (Το ότι εγκρίθηκε από τη Γερουσία ο διορισμός της Έιμι Κόνι Μπάρετ στο Ανώτατο Δικαστήριο ίσως να είναι κακός οιωνός.) Το οικονομικό πρόγραμμα του Τραμπ, όμως, αξίζει κάπως μίας κάποιας προσοχής, αλλά είναι ο ίδιος που έχει γίνει το κόκκινο πανί εδώ, με την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του.
Βέβαια και οι Δημοκρατικοί, υπό τον Ομπάμα, φρόντισαν ώστε να φύγουν πολλές θέσεις εργασίας στην Κίνα. Αν κερδίσουν τώρα τις εκλογές, σίγουρα θα πρέπει να βρουν τρόπους ώστε η αμερικανική οικονομία να πάψει να τροφοδοτεί την επεκτατική διάθεση της βουλιμικής Κίνας. Σαφώς, όμως, το αμερικανικό αφήγημα, παρά τα τωρινά προβλήματα, δεν θα καταρρεύσει τόσο εύκολα, όσο πολλοί εχθροί της Αμερικής επιθυμούν. Ταυτόχρονα η Αμερική, σε τομείς επιστήμης και τεχνολογίας, μεγαλουργεί.
ΠΟΛΛΑ ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ στις εκλογές σε λίγες ημέρες, διότι η Αμερική πέρασε από την προεδρία Ομπάμα (που ήταν «υποκατάστημα των τραπεζών») στη δημαγωγική προεδρία Τραμπ, σαν μία αντίδραση στο σύστημα (που τώρα λέει: «ψηφίστε Ρεπουμπλικάνους γιατί οι αριστεροί θέλουν να βάλουν τέλος σε πετρέλαιο, όπλα και Θεό»). Σαν ένα τελευταίο καταφύγιο, έχουμε επίκληση στον φόβο, μεταξύ χάους και έπαρσης. Για να σωθεί και ο ίδιος ο Τραμπ από οικονομική κατάρρευση, εφόσον χρωστάει τόσα πολλά στις τράπεζες.
Οι Έλληνες ομογενείς, πάντως, δεν θα έπρεπε να χειροκροτούν τόσο άκριτα ή και να αποθεώνουν ακόμη έναν γελωτοποιό και φίλο του Ερντογάν. Είναι ενθαρρυντικό πως η ιστορική εφημερίδα της ομογένειας «Εθνικός Κήρυκας», στις 24-25 Οκτωβρίου, πήρε καθαρή θέση και έγραψε για τους λόγους που πρέπει να ψηφίσουμε τον Μπάιντεν για πρόεδρο των ΗΠΑ. Μακάρι, έστω και αργά, να εισακουστεί από την ελληνική ομογένεια. Η τραμπική κωμωδία ευτυχώς μάλλον τελειώνει, όχι με γέλια αλλά με πολλά δάκρυα.
*O Δημήτρης Ελέας σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Λονδίνο και είναι συγγραφέας και πολιτικός ακτιβιστής που ζει στη Νέα Υόρκη. Το e-mail του είναι: [email protected].
σχόλια