Στο Λάπλαντ της Σουηδίας, στο βορειότερο άκρο της χώρας, η σεζόν για το σκι ξεκινάει στα μέσα Φεβρουαρίου. Υπάρχει όμως ένα χειμερινό θέρετρο, πολύ κοντά στα σύνορα με τη Νορβηγία, που είναι τώρα ανοιχτό και γεμάτο με κόσμο. Ονομάζεται Riksgränsen.
Οι κάτοικοι του, ωστόσο, δεν είναι σκιέρ που απολαμβάνουν τις χιονισμένες βουνοπλαγιές, αλλά πρόσφυγες που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τις συγκρούσεις που μαίνονται πίσω στις χώρες τους.
Στο Riksgränsen διαμένουν αυτή τη στιγμή περίπου 600 πρόσφυγες, κυρίως από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. 100 από αυτούς είναι παιδιά. Όλοι τους όμως προσπαθούν να προσαρμοστούν στη σκληρή ζωή του Αρκτικού κύκλου.
«Το ξενοδοχείο ήταν σκοτεινό και κλειστό, αλλά αρκετά καθαρό», λέει στο National Geographic, ο CEO του θερέτρου, Sven Kuldkepp. «Είχαμε δύο μέρες για να προετοιμαστούμε. Τα καταφέραμε στην εντέλεια, αλλά ήταν εξαντλητικό».
Όλοι οι πρόσφυγες που βρίσκονται στο Riksgränsen επέλεξαν να ζητήσουν άσυλο στη Σουηδία. Πολλοί όμως δεν περίμεναν να καταλήξουν - έστω και προσωρινά - σε ένα μέρος που απέχει 16 ώρες οδικώς από τη Στοκχόλμη. Αυτή την περίοδο η θερμοκρασία εκεί αγγίζει τους -23° C, και το έδαφος είναι καλυμμένο με χιόνι.
Το θέρετρο είναι τόσο ψηλά στο μακρινό βορρά, που στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας επικρατεί απόλυτο σκοτάδι. Τον Γενάρη, ο ήλιος δεν ανεβαίνει πιο πάνω από τον ορίζοντα. Το φως της αυγής φέγγει μόνο για λίγες ώρες. Ο μικρός κύκλος της ημέρας δυσκολεύει τους μουσουλμάνους πρόσφυγες που θέλουν να προγραμματίσουν τις καθημερινές τους προσευχές, στις οποίες, συνήθως, τοποθετούν τη φορά του σώματός τους ανάλογα με τη θέση του ήλιου στον ουρανό.
«Είναι σαν το "Hotel California" (σ.σ. το τραγούδι των Eagles), αλλά χωρίς τον ήλιο» λέει στο National Geographic, ο 22χρονος Marwan Arkawi, που έφτασε στο Riksgransen τον Οκτώβριο με το πρώτο γκρουπ προσφύγων. «Επέλεξα να πάω στη Σουηδία, αλλά όχι να έρθω εδώ. Με έφεραν στο βορειότερο μέρος του κόσμου».
Μία τυπική μέρα στο Riksgränsen για τον Arkawi και τους άλλους πρόσφυγες περιλαμβάνει φαγητό που προσφέρεται από το θέρετρο, διάβασμα, μουσική, παιχνίδια με χαρτιά, ενώ πολλοί ξοδεύουν αρκετή ώρα στα social media επικοινωνώντας με συγγενείς και φίλους. Στο θέρετρο πραγματοποιούνται και διάφορες οργανωμένες δραστηριότητες όπως: μαθήματα σκι, διδασκαλία της αγγλικής και της σουηδικής γλώσσας, μπιλιάρδο και μαθήματα μποξ.
Ο Arkawi ελπίζει να φέρει τα αδέρφια του και τους γονείς του στη Στοκχόλμη από τη γενέτειρα τους, την πόλη Μπάνιας στη Συρία.«Η πόλη μου έχει καταστραφεί ολοσχερώς. Η μειονότητα των Σουνιτών έχει σφαγιαστεί», ομολογεί. «Δεν θέλω να στρατολογηθώ με τη βία και να σκοτώσω τους ανθρώπους μου. Θέλω ένα καλύτερο μέλλον».
Πηγή: National Geographic / Ρεπορτάζ: Meghan Collins Sullivan / Φωτογραφίες: Axel Oberg / Μετάφραση, επιμέλεια: LIFO TEAM
σχόλια