Ο πιλότος του αεροσκάφους P-3 Orion, Μπιλ Πρέστον, βρέθηκε στην άκρως απόρρητη στρατιωτική βάση Ντιέγκο Γκαρσία των ΗΠΑ στον Ινδικό Ωκεανό τη δεκαετία του 1970 και αποκάλυψε ότι η ζωή εκεί ήταν σαν να βρίσκεται σε σεληνιακό φυλάκιο. Ενδεικτικό της απομόνωσης είναι ότι χρησιμοποιούσε τη θέση του ήλιου για να βρει το νησί.
Ενθυμούμενος το ταξίδι, ο Πρέστον αναφέρει ότι το νησί βρίσκεται 1.796 χιλιόμετρα νότια της Ινδίας και πως «ως νέος αεροπόρος, πήγα για πρώτη φορά στο Ντιέγκο Γκαρσία το 1976 για να μείνω εκεί για έξι εβδομάδες ως αξιωματικός ενημέρωσης των μυστικών υπηρεσιών».
«Για να φτάσουμε στο Ντιέγκο Γκαρσία από την Οκινάουα, πετάξαμε στο Κούμπι Πόιντ στις Φιλιππίνες και στη συνέχεια στο Ντιέγκο Γκαρσία. Το τελευταίο σκέλος προς το Ντιέγκο Γκαρσία ήταν μια πολύ μεγάλη πτήση για τα σημερινά πρότυπα, με σχεδόν τα βασικά συστήματα πλοήγησης, συμπεριλαμβανομένου ενός εξάντα για τις ηλιακές γραμμές» προσθέτει.
Μόλις έφτασε εκεί, ο Μπιλ αναφέρει ότι εντυπωσιάστηκε αμέσως από το απόκοσμο τοπίο και το γεγονός ότι δεν υπήρχαν γυναίκες αλλά μόνο 3.000 έως 5.000 άνδρες. «Ήταν ένα όμορφο, γαλήνιο, αλλά έρημο φυλάκιο της ανθρωπότητας στη μέση του πουθενά. Μου έδωσε μια αίσθηση για το πώς μπορεί να είναι ένα σεληνιακό ή ένα φυλάκιο του Άρη» σημειώνει.
Ως αξέχαστες χαρακτηρίζει της «θαυμάσιες παραλίες» και τις «ευκαιρίες για κολύμπι, κατάδυση και ιστιοπλοΐα στη λιμνοθάλασσα». Μεταξύ άλλων, θυμάται ότι έπρεπε να είσαι προσεκτικός εάν σε έπαιρνε ο ύπνος στη λευκή άμμο, λόγω των μεγάλων καβουριών με τις δυνατές δαγκάνες που κυκλοφορούν στην περιοχή.
Η στρατιωτική βάση του Ντιέγκο Γκαρσία
Η αμερικανική βάση δημιουργήθηκε το 1966 και περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα του νησιού. Ο Μπιλ τράβηξε αεροφωτογραφίες που έδειχναν τη βάση κυρίως στο κεντρικό τμήμα του νησιού με ένα μακρύ αεροδιάδρομο για να φιλοξενήσει «όλους τους τύπους αεροσκαφών».
Όσον αφορά τη διαμονή εκεί, ο Μπιλ λέει ότι ο ίδιος και οι σύντροφοί του ζούσαν σε «καμπίνες από κόντρα πλακέ που θυμίζουν εκείνες που βρίσκονται σε καλοκαιρινές κατασκηνώσεις».
Τα συγκροτήματα διαμονής και το κυλικείο βρίσκονταν στο βορειοδυτικό άκρο και θεωρούνταν το κεντρικότερο σημείο της περιοχής. Επίσης, υπήρχαν σχολικά λεωφορεία, που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά του προσωπικού μεταξύ του «κέντρου» και του αεροδρομίου αλλά και χώροι αναψυχής που έδιναν μια αίσθηση Χαβάης στο απομακρυσμένο νησί.
Παράλληλα, εκτός από τη βάση στο νησί, υπήρχαν και άλλες ανθρωπογενείς κατασκευές που ήταν κατάλοιπα του πληθυσμού που ζούσε εκεί πριν φτάσει ο αμερικανικός στρατός.
Σε ερώτηση για το πιο δύσκολο κομμάτι της θητείας του στις έξι εβδομάδες εκεί, ο 70χρονος σήμερα Μπιλ, λέει ότι δυσκολεύτηκε να είναι τόσο μακριά από τη γυναίκα του και τους φίλους του πίσω στην Καλιφόρνια.
Από την άλλη όμως πλευρά, απολάμβανε «να ζει σε ένα όμορφο μέρος σχεδόν χωρισμένο από τον σύγχρονο κόσμο», που τον βοηθούσε να επικεντρωθεί στις φωτογραφικές του ικανότητες.
Αφού έφυγε από το Ντιέγκο Γκαρσία το 1976, επέστρεψε στο νησί την επόμενη χρονιά για μια ακόμη εβδομάδα. Ενώ ήταν εκεί, ασχολήθηκε ακόμα περισσότερο με τη φωτογραφία, καταγράφοντας το απομονωμένο νησί, που κάποτε θεωρούνταν ως «ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά του κόσμου».
Γιατί να φτιαχτεί εκεί μια στρατιωτική βάση;
Το Ντιέγκο Γκαρσία διαθέτει μια στρατηγική θέση στη μέση της απόστασης μεταξύ της ανατολικής Αφρικής και της Ινδονησίας. Είναι μέρος του Αρχιπελάγους Τσάγκος, το οποίο αγοράστηκε από τους Βρετανούς το 1965 από τον Μαυρίκιο έναντι 3 εκατομμυρίων λιρών και μετονομάστηκε σε Βρετανικό Υπερπόντιο Χώρο της Ινδίας.
Μερικά χρόνια μετά, το 1966, το Ηνωμένο Βασίλειο κατέληξε σε συμφωνία με τις ΗΠΑ και μισθώθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς για 50 χρόνια κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Η συμφωνία παρατάθηκε για άλλα 20 χρόνια το 2016.
Περισσότεροι από 2.000 κάτοικοι του νησιού, γνωστοί ως Chagossians, εκδιώχθηκαν από την περιοχή μεταξύ 1965 και 1973 για να ανοίξουν τη στρατιωτική βάση και στάλθηκαν στον Μαυρίκιο και τις Σεϋχέλλες όπου αντιμετώπισαν ρατσισμό αλλά και φτώχεια.
Με πληροφορίες από DailyMail