«Το σύγχρονο τουρκικό κράτος χτίστηκε πάνω σε δύο θεμελιώδη θεσμικά όργανα – την οικογένεια και τον στρατό. Ο στρατός αποτέλεσε τη βάση του κράτους και ταυτόχρονα την κυρίαρχη δύναμη διατήρησης του. Ήταν ακριβώς αυτή η δύναμη του στρατού που κατέστησε δυνατή τη δημιουργία κανόνων με ισχύ μεγάλων χρονικών περιόδων: ένας στρατός πάνω από ανθρώπους και καταστάσεις, ένας γνώμονας σεβαστός σε Ασία, αργότερα στην Ευρώπη και την Αφρική.
Για τους Τούρκους ο στρατός δεν λογίζεται ως επάγγελμα. Είναι ένας λαός εκπαιδευμένος στο σύνολο του ως στρατιώτης · σχεδόν όλοι οι πρόγονοι των Τούρκων ήταν μαχητές. Με λίγα λόγια, στα παλιότερα χρόνια, οι άνθρωποι ήταν ο στρατός και ο στρατός οι άνθρωποι, δύο έννοιες απολύτως συνδεδεμένες, ταυτισμένες, ο πληθυσμός ήταν ο στρατός κατά τη διάρκεια εμπόλεμων περιόδων».
Μέσα από αυτές τις δύο εισαγωγικές παραγράφους, χρόνια τώρα, το Ίδρυμα Τουρκικού Πολιτισμού επιχειρούσε με τρόπο απλό να εξηγήσει τη σχέση αίματος της χώρας με τον στρατό της. Στο ίδιο κείμενο, ο αναγνώστης θα βρει τις ιστορικές πηγές, τη διαστρωμάτωση του τουρκικού στρατού και το είδος της διείσδυσής του στην τουρκική κοινωνία μέσα στους αιώνες, είτε την αποδέχεται και την κατανοεί είτε τη θεωρεί μία απλοϊκή στρεψόδικη εξήγηση για την αυξανόμενη δύναμη του στρατού και τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της με έναν λαό εδώ και δεκαετίες πολωμένο, μετέωρο ανάμεσα στη Δύση και τον εκσυγχρονισμό και τις σκοτεινές πρακτικές, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας του.
Από τη μία ο ευτελισμός του θεσμού του στρατού κι από την άλλη η πραγματική αποδυνάμωση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων προβληματίζουν πολιτικούς αναλυτές για το μέλλον της χώρας
Ακόμη πιο απλά; Η δημοφιλέστερη και περήφανα μιλιταριστική τουρκική παροιμία για το θέμα συνοψίζεται στο εξής: «Κάθε Τούρκος γεννιέται στρατιώτης». Αυτή η παροιμία, από το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και μετά συνοδεύεται και από μία πικρή διαπίστωση, που αφορά την ευκολία με την οποία μέσα σε λίγες ώρες ευτελίστηκε το στράτευμα.
Από την πρώτη στιγμή που εκδηλώθηκε αυτό το φιάσκο εναντίον του Ερντογάν, από τις πρώτες ώρες που τα πράγματα ήταν ακόμη θολά και οι πληροφορίες ελεγχόμενα λιγοστές, ο ψίθυρος διέτρεχε τη χώρα, από τη βάση του κοινωνικού ιστού, μέχρι τις τάξεις των ακαδημαϊκών, των ελεύθερων δημοσιογράφων, των αναλυτών, ακόμη και των αντιμιλιταριστών της χώρας. «Δεν ευτελίζεις έτσι τον στρατό και τον στρατιώτη».
Ακριβώς έναν μήνα μετά από τη γεμάτη σκιές και άλυτα μέχρι σήμερα πολιτικά μυστήρια της νύχτας της 15ηςΙουλίου, η διαπίστωση επανέρχεται, διατυπωμένη ακόμη πιο απαισιόδοξα και πλέον αφορά την πραγματική δύναμη του τουρκικού στρατού, την επάρκεια, την ευθυκρισία των επικεφαλής του απέναντι σε ασύμμετρες απειλές, την ετοιμότητα του.
Οι εικόνες ντροπής με οργανωμένα πλήθη να ξεσπούν εναντίον φαντάρων, να χτυπούν μέχρι θανάτου, να σκυλεύουν νεκρά σώματα ανθρώπων, που διαπιστωμένα πια στάλθηκαν στο στόμα του λύκου, και μετά η σώρευση στις φυλακές – κολαστήρια, τα δικαστήρια και οι ποινές που αναμένονται για τους προδότες, οι καταγγελίες για κατάφωρη παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όλα αυτά (και όχι η τιμή του στρατού και άλλα τέτοια φιλολαϊκά παραμύθια) εμφανίζονται ως οι πραγματικές συνέπειες μίας απονενοημένης κίνησης που πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει η Τουρκία.
Όσο η διεθνής κουβέντα συντηρούνταν γύρω από την πολιτική παραφροσύνη και τις επόμενες κινήσεις του Ερντογάν, όσο το διπλωματικό παιχνίδι παίζεται γύρω από το αν οι ΗΠΑ θα εκδώσουν τον Φετουλάχ Γκιουλέν, τα εξώφυλλα των τουρκικών εφημερίδων γεμίζουν με ωραίες σκοτεινές ιστορίες συνωμοσίας που κρατούν ψηλά την πόλωση του τουρκικού λαού.
Όμως, μόνο λίγοι μπορούν με ψυχραιμία και κρύο κεφάλι να δουν τι σημαίνει για την Τουρκία αυτό που εκδηλώθηκε, κουκουλώθηκε και στο τέλος σαβανώθηκε πριν από έναν μήνα στην καρδιά του δεύτερου μεγαλύτερου στρατού του κόσμου.
Η ιστορία της παρακμής των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι ταυτόχρονα φαιδρή και πικρή
Σύμφωνα με τον Τούρκο δημοσιογράφο, Burak Bekdil, το πρόβλημα πια δεν έχει να κάνει με τους 8.500 συνωμότες αξιωματικούς του τουρκικού στρατού, δηλαδή το 1,5% της πραγματικής του δύναμης, αλλά με τον τρόπο που αυτή η κρίση επηρέασε το σύνολο των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Σε ένα προσεκτικό, ωστόσο, όχι «αγκυλωμένο» άρθρο του στη Hurriyet πριν από λίγες μέρες αναφέρει ότι αυτό το 1,5% δεν λόγος ανησυχίας. Είναι, όμως, η απώλεια του 44% των στρατηγών και ναυάρχων, που επηρέαζαν το σύνολο της επιχειρησιακής δομής του τουρκικού στρατού. «Η οργανωτική αδυναμία και τα τρωτά σημεία σε σοβαρές στρατιωτικές επιχειρήσεις, αυτά θα πρέπει να ανησυχούν και για την ώρα μοιάζουν αναπόφευκτα και μη διαχειρίσιμα. Και το χειρότερο; Σε μία χρονική συγκυρία που ο τουρκικός στρατός έχει ανοιχτά πολλά μέτωπα και αρκετές ασύμμετρες απειλές να αντιμετωπίσει τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και έξω από αυτήν», τονίζεται στο άρθρο.
«Η ιστορία της παρακμής των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι ταυτόχρονα φαιδρή και πικρή», συνεχίζει ο Bekdil, «στην αρχή οι Γκιουλενιστές με τη βοήθεια των κυβερνήσεων Ερντογάν – φυλάκισαν σωρηδόν αξιωματικούς με κατασκευασμένες περί πραξικοπήματος κατηγορίες. Στη συνέχεια, αυτοί οι αξιωματικοί, και από τα 3 όπλα, αντικαταστάθηκαν με τους κρυφά πειθήνιους στον Ερντογάν στρατιωτικούς και με αντάλλαγμα ένα φιλικό χτύπημα του στην πλάτη. Και φυσικά ο Ερντογάν έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι εξαφάνισε κάθε συνωμότη από το στράτευμα, το οποίο αποτελείται πλέον μόνο από καλούς και καθαρούς Μουσουλμάνους. Αλλά, δυστυχώς, δεν γράφεται έτσι το happy end».
Κατά τον δημοσιογράφο και αρκετούς έμπειρους πολιτικούς αναλυτές της χώρας, επί της ουσίας ο τουρκικός στρατός έχει χάσει σχεδόν το ήμισυ της δύναμης του: κομβικές αεροπορικές βάσεις, στρατιωτικές σχολές και ακαδημίες πολέμου με μακρόχρονη ιστορία, στρατιωτικά ναυπηγεία και εργοστάσια. Όλα αυτά έκλεισαν, οι επικεφαλής τους ξηλώθηκαν με την υποψία και μόνο της συμμετοχής στην απόπειρα πραξικοπήματος και για την ώρα δεν φαίνεται να υπάρχουν δεύτερες σκέψεις για το πώς θα αντικατασταθεί η έλλειψη τους και κυρίως από ποιους. Το μόνο που υπάρχει είναι η υποψία και το άγχος του Ερντογάν και των ανθρώπων του για το αν προχώρησε σε βάθος η εκκαθάριση, για το μήπως υπάρχουν κι άλλοι – άνθρωποι και οργανισμοί – που πρέπει να εξοντωθούν / καταργηθούν, προκειμένου να είναι σίγουρη η αποφυγή ενός ακόμη αιματηρού φιάσκου, όπως αυτό της 15ης Ιουλίου.
Αλλά έτσι, όπως παρατηρεί και ο αρθρογράφος, δεν μπορεί η Τουρκία να είναι μία σοβαρή, αλλά ούτε καν μια υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη. Όχι μόνο δεν μπορεί να αμφισβητήσει ή να προκαλέσει την «άπιστη» Δύση, αλλά ούτε καν σε πολιτικό επίπεδο να αναμετρηθεί με δυνάμεις όπως η Ρωσία, το Ισραήλ, η Αίγυπρος, η Συρία, το Ιράν.
«Κάτι λάθος συμβαίνει και υπάρχει μία τεράστια απόκλιση μεταξύ των στόχων που έθεσε η χώρα πριν από καιρό και με αυτά στα οποία τελικά καταλήγει. Ο Ερντογάν και το θεωρητικό οπλοστάσιο πίσω από κάθε του κίνηση στόχευαν στην Οθωμανοποίηση της Τουρκίας. Αυτό δεν έγινε εφικτό. Όχι όσο δεν είχε ξεπέσει ο στρατός. Τώρα, στην παρακμή των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, που ανατινάχθηκαν μαζί με άλλους θεσμούς, το κατάφερε, αλλά αυτό υποδηλώνει την πτώση της αυτοκρατορίας».
Ο τουρκικός στρατός έχει χάσει σχεδόν το ήμισυ της δύναμης του: κομβικές αεροπορικές βάσεις, στρατιωτικές σχολές και ακαδημίες πολέμου με μακρόχρονη ιστορία, στρατιωτικά ναυπηγεία και εργοστάσια. Όλα αυτά έκλεισαν και οι επικεφαλής τους ξηλώθηκαν με την υποψία και μόνο της συμμετοχής στην απόπειρα πραξικοπήματος
Δεν είναι, όμως, μόνο ο Bekdil που εκφράζει αυτούς τους προβληματισμούς. Λίγες μόνο μέρες μετά την εκδήλωση της απόπειρας πραξικοπήματος, ο Ρώσος πολιτικός αναλυτής και δημοσιογράφος Evgeni Krutikov, παρομοίαζε τον τουρκικό στρατό με «χάρτινη τίγρη». Σαφώς πιο απροκάλυπτα – και λόγω καταγωγής – από τον τούρκο συνάδελφο του, ωστόσο αρκετά αντικειμενικά ο Krutikov δεν αμφισβητούσε το εντυπωσιακό του τουρκικού στρατεύματος που, όμως, έχει να αντιμετωπίσει πολυάριθμα προβλήματα και μέχρι στιγμής, στο ενεργητικό του έχει περισσότερες ήττες από επιτυχίες.
Στο άρθρο του στην εφημερίδα “Vzglyad”, o Krutikov υπογραμμίζει συγκεκριμένα δεδομένα, όπως το ότι η Άγκυρα θεωρεί ακόμη βασικό της εχθρό την Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι τόσο η Τουρκία όσο και η Ελλάδα είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Με δεδομένο αυτό, θεωρεί σχεδόν αφελές ότι το μεγαλύτερο μέρος της στρατιωτικής της δύναμης είναι συγκεντρωμένο στα δυτικά της χώρας, τη στιγμή που έχει να αντιμετωπίσει σοβαρότερα προβλήματα τόσο στο εσωτερικό της, όσο και στο εξωτερικό…
Κατά τον αναλυτή, αυτού του είδους η μονομανία και η μηδενική αλλαγή στις ισορροπίες της στρατιωτικής δύναμης – παρά τα προβλήματα με τη Συρία και τις κουρδικές στρατιωτικές οργανώσεις δεν λείπουν – είναι στην καλύτερη περίπτωση μορφή ακαμψίας, στη χειρότερη καθαρή αφέλεια.
Τα νούμερα κάνουν τις εικασίες του δημοσιογράφου ακόμη πιο ενοχλητικές: πριν το πραξικόπημα, ο τουρκικός στρατός αποτελούνταν από 700.00 αξιωματικούς. Οι 470.000 από αυτούς δεν είναι στρατιωτικοί καριέρας.
Κάθε χρόνο, το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού της χώρας ξοδεύεται σε έξοδα στρατιωτικού προσωπικού, δηλαδή σε 100.000 υπαξιωματικούς, 65.000 χωροφύλακες ή ειδικούς στρατιώτες, 8.000 έφεδρους αξιωματικούς και 470.000 στρατιώτες που εκτίουν την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία τους. Σε αυτό τον προϋπολογισμό, ας προστεθούν και οι 40.000 υπάλληλοι διαφόρων ειδικοτήτων του στρατού και οι 50.000 άμαχοι υπάλληλοι που ωστόσο χρησιμοποιούνται σε διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες.
Τόσο πριν όσο και μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, το βασικό μειονέκτημα της συγκεκριμένης στρατιωτικής μηχανής, σύμφωνα και με τον Krutikov είναι ότι προσπαθεί να αντισταθμίσει το τεχνολογικό της έλλειμμα με πολυάριθμο έμψυχο δυναμικό. «Κάτι τέτοιο», σημειώνει, «οδηγεί σε αδυναμίες αντίληψης, παρακολούθησης και άμυνας».
Εξηγώντας όσα διακριτικά προσπαθούσε να επικοινωνήσει ο συνάδελφος του από την Τουρκία, ο αναλυτής υπογραμμίζει ότι οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις – ναυτικό, από αέρος και εδάφους – χρειάζονται κατεπειγόντως εκσυγχρονισμό, «καθώς το μεγαλύτερο μέρος των οπλικών τους συστημάτων, εγκεκριμένων από το ΝΑΤΟ, μπορούν να εξυπηρετήσουν μόνο τοπικές και περιορισμένες συγκρούσεις».
Ακριβώς ενάμιση μήνα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Ερντογάν, το σύνολο των media της χώρας βρίσκεται σε ανήμερη πλην αναγκαστική σιωπή για την επόμενη μέρα των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων. Και όπως διακριτικά, ωστόσο χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην ελεγχόμενη τουρκική αρθρογραφία, για την ώρα ο στρατός έχει να βασίζεται μόνο στις υποσχέσεις του Τούρκου προέδρου, που ακόμη πολεμάει σκιές και τροφοδοτεί το στράτευμα κυρίως με λόγους περί πίστης και αφοσίωσης στα τουρκικά ιδεώδη…