Στην επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου κατέθεσαν Έλληνες δημοσιογράφοι μιλώντας για την εμπειρία τους ως στόχοι παρακολούθησης. Στην ακρόαση συμμετείχαν και εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης.
Η εξεταστική επιτροπή spyware (κατασκοπευτικό λογισμικό) του Κοινοβουλίου πραγματοποίησε δημόσια ακρόαση για την υπόθεση των παρακολουθήσεων στην Ελλάδα νωρίτερα σήμερα.
Στο πρώτο μέρος της ακρόασης, οι ευρωβουλευτές άκουσαν μαρτυρίες από Έλληνες δημοσιογράφους οι οποίοι είτε έχουν στοχοποιηθεί με κατασκοπευτικό λογισμικό, είτε έχουν διερευνήσει υποθέσεις παρακολούθησης.
Ο Θανάσης Κουκάκης και ο Σταύρος Μαλιχούδης υποστήριξαν ότι η δημοσιογραφική τους δουλειά οδήγησε στη στοχοποίησή τους.
Ο κ. Κουκάκης σημείωσε ότι η παρακολούθησή του δεν θα είχε αξιολογηθεί σωστά χωρίς την εξεταστική επιτροπή του ΕΚ για το Pegasus και τους ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν στα τηλέφωνα των ευρωβουλευτών, γεγονός που αποκάλυψε ότι το τηλέφωνο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη είχε τεθεί επίσης στο στόχαστρο. Ο κ. Μαλιχούδης από την πλευρά του σημείωσε ότι κατά την περίοδο της παρακολούθησής του είχε ξεκινήσει συνομιλίες για τη δημιουργία ενός διεθνούς δικτύου δημοσιογράφων για προσφυγικά θέματα, με αποτέλεσμα να έχουν αποκαλυφθεί πιθανώς ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με δημοσιογράφους και σε άλλες χώρες.
Η Ελίζα Τριανταφύλλου μίλησε για το ερευνητικό της έργο σχετικά με τη χρήση κατασκοπευτικών λογισμικών στην Ελλάδα. Η κα Τριανταφύλλου διαπίστωσε ότι οι επίσημες έρευνες για παραβιάσεις της ιδιωτικής ζωής φαινόταν να προχωρούν αργά, ενώ οι έρευνες για διαρροές στα μέσα ενημέρωσης προχώρησαν πολύ πιο γρήγορα. Παράλληλα, υποστήριξε ότι απαιτούνται αξιόπιστες έρευνες σχετικά με τις δραστηριότητες της εταιρείας παροχής κατασκοπευτικού λογισμικού Intellexa.
Οι ευρωβουλευτές συμφώνησαν στην ανάγκη να διερευνηθούν επειγόντως οι εταιρείες spyware, επισημαίνοντας τον κίνδυνο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων.
Τόνισαν τις αρνητικές συνέπειες για τη δημοκρατία, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την ελευθερία της έκφρασης. Αναρωτήθηκαν επίσης εάν η Ελλάδα οδεύει σε αυταρχική κατεύθυνση, με τους προσκεκλημένους να αναφέρουν ότι οι δημοσιογράφοι έχουν βιώσει αρνητικό κλίμα όταν ασκούν κριτική στην κυβέρνηση.
Απαιτούνται ταχύτερες έρευνες, λένε οι ευρωβουλευτές
Στο δεύτερο μέρος της ακρόασης, οι ευρωβουλευτές άκουσαν εκπροσώπους της ελληνικής κυβέρνησης. Πρόκειται για τρεις Έλληνες αξιωματούχους οι οποίοι τόνισαν τους αυστηρούς περιορισμούς που τους επιβάλλει ο νόμος σε σχέση με την αποκάλυψη άκρως απόρρητων πληροφοριών και ότι δεν πρέπει να επηρεάσουν τις εν εξελίξει έρευνες και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης μέσω δημόσιων σχολίων σχετικά με τα ζητήματα αυτά.
Ο Αθανάσιος Στάβερης (Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης) περιέγραψε τη στρατηγική και το χρονοδιάγραμμα της εθνικής ασφάλειας αλλά και τις προσπάθειες για ενσωμάτωση της νομοθεσίας της ΕΕ για την κυβερνοασφάλεια (για παράδειγμα η οδηγία NIS2) στο εθνικό δίκαιο.
Ο Πάνος Αλεξανδρής (Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Δικαιοσύνης) χαιρέτισε το έργο της επιτροπής και τόνισε τα δικαιώματα στην ιδιωτική ζωή, την οικογενειακή ζωή και την προστασία των δεδομένων που προβλέπονται από την ελληνική νομοθεσία. Τόνισε επίσης τον ρόλο της ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) στη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής.
Τέλος, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος μίλησε για τον εποπτικό ρόλο της Αρχής και μοιράστηκε την άποψή του για τους νομικούς περιορισμούς της που σχετίζονται με τις δημόσιες διώξεις.
Οι ευρωβουλευτές υποστήριξαν ότι οι πολίτες της ΕΕ χρειάζονται περισσότερη διαφάνεια, σημείωσαν ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί να διερευνήσει γρήγορα τις εν λόγω υποθέσεις και την προέτρεψαν να σημειώσει ταχύτερη πρόοδο.
Παράλληλα, έθεσαν ερωτήματα σχετικά με αναφορές για φακέλους της Εθνική Υπηρεσίας Πληροφοριών που έχουν καταστραφεί παράνομα και τόνισαν τις ευθύνες των αρχών προστασίας της ιδιωτικής ζωής στο πλαίσιο του γενικού κανονισμού της ΕΕ για την προστασία δεδομένων (GDPR).
Ρώτησαν επίσης κατά πόσο το ισχύον νομικό πλαίσιο της ΕΕ είναι κατάλληλο για τη διερεύνηση τέτοιων ζητημάτων ψηφιακών επικοινωνιών και έθιξαν τις επιπτώσεις των γεγονότων στην Ελλάδα για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και για το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.