Η ανακάλυψη των πλούσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο έχει κλιμακώσει την ένταση στην περιοχή και έχει δημιουργήσει συνθήκες μετωπικής σύγκρουσης σε πολιτικό επίπεδο. Πέρα από τις εκατέρωθεν σκληρές ανακοινώσεις και την εμπρηστική ρητορική, η Τουρκία έχει οξύνει τη στρατηγική της: χρησιμοποιώντας το πλωτό γεωτρύπανο «Πορθητής» που βρίσκεται εντός της κυπριακής ΑΟΖ, ετοιμάζεται για την πρώτη γεώτρηση δυτικά των ακτών της Πάφου.
Ενδεικτικές της κατάστασης που επικρατεί το τελευταίο διάστημα είναι οι δηλώσεις του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος χαρακτήρισε την παρουσία του τουρκικού γεωτρύπανου «Πορθητής» στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου «δεύτερη τουρκική εισβολή». Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, απευθυνόμενος στους σπουδαστές της νεοσύστατης στρατιωτικής ακαδημίας, η οποία αντικατέστησε τη Σχολή Ευελπίδων μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, τόνισε: «Εσείς θα σταματήσετε τις αυξανόμενες προσπάθειες παραβίασης των δικαιωμάτων μας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο». Επιπλέον, με μια άκρως επιθετική ορολογία αποκάλεσε τον στρατό «εκπρόσωπο» και «ατσάλινη γροθιά» του λαού.
Κεντρικός σχεδιασμός από την τουρκική πλευρά για δημιουργία θερμού επεισοδίου δεν διαφαίνεται. Άλλωστε, ο Ερντογάν και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν γνωρίζουν ποια θα είναι η έκβαση στην περίπτωση της πρόκλησης ενός τέτοιου επεισοδίου.
Όσον αφορά την εισβολή του 1974, ο Ταγίπ Ερντογάν σημείωσε: «Ήσασταν και πάλι εσείς που σώσατε τους αδελφούς μας που υπέφεραν από την τυραννία των δολοφονικών συμμοριών στην Κύπρο». Παράλληλα, σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου ανακοίνωσε πως η Άγκυρα αναμένεται να στείλει και δεύτερο γεωτρύπανο εντός της κυπριακής ΑΟΖ, λέγοντας: «Παρά τις εποικοδομητικές προσεγγίσεις, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν θέλει να μοιραστεί με τον "τουρκοκυπριακό λαό" τα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου στην περιοχή». Με τη σειρά του, ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου, Νίκος Χριστοδουλίδης, απαντώντας στο ερώτημα για τα εντάλματα σύλληψης σε σχέση με την τουρκική δραστηριότητα στην κυπριακή ΑΟΖ, υποστήριξε ξεκάθαρα ότι «είμαστε στο τελικό στάδιο για να εκδοθούν τα πρώτα εντάλματα σύλληψης. Από κει και πέρα, είναι θέμα της Δικαιοσύνης».
Το ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου απασχόλησε και την τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του προέδρου της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος, προσερχόμενος στη Σύνοδο, είπε: «Σε αυτό το θέμα είμαι Κύπριος». Επιπρόσθετα, χώρες όπως η Γαλλία, η Αίγυπτος και το Ισραήλ, αλλά κυρίως η Ε.Ε., έχουν καταγγείλει ως παράνομη την παρουσία του τουρκικού γεωτρύπανου στην κυπριακή ΑΟΖ, κάτι που ενισχύει την άποψη πως οδεύουμε σε ένα «θερμό καλοκαίρι» στη συγκεκριμένη περιοχή.
Μάλιστα, αναλυτές του διεθνούς Τύπου υποστηρίζουν ότι επειδή οι διεκδικήσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο κινδυνεύουν να περιοριστούν, η Τουρκία επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα, «γκριζάροντας» την περιοχή, όπως έχει συμβεί και κατά το παρελθόν.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης, μιλά για τις στρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας και εξηγεί όλες τις γεωπολιτικές εξελίξεις των ημερών.
— Πώς εξηγείτε τις επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας;
Η τουρκική προκλητικότητα έχει περάσει από το πλαίσιο των δηλώσεων σε εκείνο των πράξεων. Η επιθετικότητά της έχει επιβεβαιωθεί ήδη με την αποστολή ενός εκ των δύο γεωτρύπανων που διαθέτει εντός της κυπριακής ΑΟΖ, έστω κι αν αυτή βρίσκεται εκτός των δώδεκα τεμαχίων που η κυπριακή κυβέρνηση έχει οριοθετήσει ή δημοπρατήσει. Το κύριο στοιχείο αυτής της πολιτικής εξέλιξης είναι ότι η Τουρκία μας είχε προετοιμάσει εδώ και έναν χρόνο γι' αυτό το ενδεχόμενο. Από τη στιγμή που κρίνει ότι βρίσκεται εκτός του ενεργειακού παιχνιδιού αλλά και ευρύτερων προεκτάσεων σε επίπεδο ασφάλειας και συνεργασίας μεταξύ των κρατών της περιοχής επιλέγει τη λύση της αντίδρασης.
Η κατάσταση αποτυπώνεται ως εξής: πρώτον, η Τουρκία δεν συνομιλεί με Ισραήλ και Αίγυπτο. Δεύτερον, οι δύο χώρες, μαζί με την Κύπρο και την Ελλάδα, έχουν δημιουργήσει ένα μέτωπο, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η ενεργειακή συνεργασία και τα ζητήματα ασφάλειας. Τρίτον, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εκδηλώσει την υποστήριξή τους στην τετραμερή σύμπραξη και παρέχουν μια ομπρέλα προστασίας, ενδυναμώνοντας και τις δικές τους θέσεις στην περιοχή.
Αυτές οι τρεις διαπιστώσεις στοιχειοθετούν τους κυριότερους λόγους για τους οποίους η Τουρκία αποφάσισε να βρει έναν αδύναμο κρίκο σε μια αλυσίδα που επιθυμεί να σπάσει, διαμηνύοντας με τον τρόπο της είτε στον πιο αδύναμο κρίκο είτε σε όλους μαζί πως πρέπει να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων προκειμένου να ικανοποιηθούν όλες οι πλευρές. Δηλαδή, επιδιώκει να στείλει ένα μήνυμα προς όλους ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα μίνιμουμ συνεννόησης με επίκεντρο τη δική της έγκριση στους όποιους σχεδιασμούς γίνουν στα ενεργειακά πρότζεκτ, ώστε να μην τιναχθούν στον αέρα ή να υπονομευθούν, έχοντας απέναντί τους μια χώρα που λειτουργεί αντιπαραγωγικά.
Συνοψίζοντας, η Τουρκία επιθυμεί να σύρει σε διαπραγμάτευση όλες τις εμπλεκόμενες χώρες, ώστε η ίδια να ανατρέψει το υφιστάμενο, δυσμενές για τα συμφέροντά της πλαίσιο και να βρεθεί, με την «πολιτική του τσαμπουκά», σε θέση ισχύος.
— Σε περίπτωση έκδοσης ενταλμάτων σύλληψης, τι πρόκειται να συμβεί;
Το θέμα των συλλήψεων είναι πολύ ευαίσθητο. Ποιους αφορούν τα εντάλματα σύλληψης; Αναφερόμαστε στα υψηλόβαθμα στελέχη ή στους απλούς μηχανικούς και τεχνικούς που θα βρεθούν πάνω στις πλωτές πλατφόρμες; Άρα, πρέπει να δούμε ως πού μπορούν να φτάσουν αυτά τα εντάλματα, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία, μέχρι στιγμής, δείχνει να τα περιφρονεί. Εφόσον είναι διεθνή, αντιλαμβανόμαστε ότι όλοι όσοι βρεθούν στις πλατφόρμες, κάνοντας τις εξορύξεις σε σημεία που ανήκουν στη δικαιοδοσία άλλου κράτους, δεν θα μπορούν να ταξιδέψουν εκτός χωρών όπως η Τουρκία, το ψευδοκράτος στη βόρεια πλευρά της Κύπρου αλλά και κάποιες ελάχιστες φιλικές προς την Άγκυρα χώρες, οι οποίες θα μπορέσουν να τους παράσχουν προστασία.
Επομένως, είναι ένα ζήτημα κρίσιμο και ευαίσθητο και δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα προς τα πού θα στοχεύσει η Κυπριακή Δημοκρατία. Είναι αρκετά πρόωρη αυτή η συζήτηση γιατί δεν έχουμε εικόνα του βαθμού αποφασιστικότητας των Ευρωπαίων εταίρων και της κυπριακής κυβέρνησης.
— Ποια είναι η γνώμη σας για τη δήλωση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, ότι πρόκειται για «δεύτερη τουρκική εισβολή»;
Αναντίρρητα, είναι ένας βαρύς χαρακτηρισμός. Θεωρώ ότι υπάρχει μια δόση υπερβολής που αντικατοπτρίζει την επιθυμία του Νίκου Αναστασιάδη να δείξει στον διεθνή παράγοντα ότι έχει προκληθεί μια πολύ σοβαρή εξέλιξη. Να θυμίσουμε ότι ο Αττίλας είχε πολλές δολοφονίες Ελληνοκυπρίων, απώλειες Ελλήνων και αγνοούμενους. Επομένως, δεν υπάρχει κάποια σύγκριση ή άλλου είδους αναλογίες. Όμως, αυτός ο χαρακτηρισμός αποσκοπεί στην ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής κοινότητας και της διεθνούς κοινής γνώμης, επαναφέροντας στη μνήμη τους μια δυσάρεστη κατάσταση, όπως η τουρκική εισβολή του '74.
— Βλέπετε ένα ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου;
Κεντρικός σχεδιασμός από την τουρκική πλευρά για δημιουργία θερμού επεισοδίου δεν διαφαίνεται. Άλλωστε, ο Ερντογάν και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν γνωρίζουν ποια θα είναι η έκβαση στην περίπτωση της πρόκλησης ενός τέτοιου επεισοδίου. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με υψηλή αποτρεπτική ισχύ και κατά το παρελθόν, είτε στα Ίμια είτε το '74, η Τουρκία είχε το πράσινο φως από τις ΗΠΑ ή κάποιου είδους συναίνεση, θα μπορούσαμε να πούμε.
Το αποτέλεσμα ήταν να εξισωθεί ο θύτης με το θύμα σε μια λογική τύπου «καθίστε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και λύστε τα θέματά σας». Σήμερα δεν παρατηρούμε να συμβαίνει κάτι αντίστοιχο και αυτός είναι ένας σοβαρός λόγος που η Τουρκία σκέφτεται πολύ αν θα προκαλέσει θερμό επεισόδιο ή όχι.
Επίσης, στον κύκλο του Ερντογάν κυριαρχεί μια ανησυχία ότι η Ελλάδα λειτουργεί ως ενεργούμενο των ΗΠΑ στην περιοχή και πως η χώρα μας θα μπορούσε να σύρει την Τουρκία σε ένα ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου για να την αποσταθεροποιήσει και τελικά να ανατραπεί ο Ερντογάν. Πρόκειται για μια άποψη η οποία φαίνεται υπερβολική, αλλά εκφράζει τους υποστηρικτές του όπως και τον ίδιο τον Πρόεδρο Ερντογάν. Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι αισθάνεται πλέον ανασφαλής και στο εσωτερικό της χώρας του, όπως είδαμε πρόσφατα με τις εκλογές στην Κωνσταντινούπολη.
Έτσι, το διάστημα ως τις επαναληπτικές κρίσιμες εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στις 23 Ιουνίου είναι πολύ πιθανόν ο Ερντογάν να παίξει το χαρτί του εθνικισμού που γνωρίζει πολύ καλά και να προβεί σε ενέργειες ενίσχυσης του πατριωτικού αισθήματος. Από την άλλη, αν προκαλούσε μια θερμή κατάσταση χωρίς ευτυχή κατάληξη αυτό θα λειτουργούσε αρνητικά για τη δημοφιλία του και, κατ' επέκταση, θα αντιμετώπιζε αμφισβήτηση. Συνεπώς, δεν υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός.
Οι ανησυχητικές διαπιστώσεις αφορούν το γεγονός ότι οι ένοπλες δυνάμεις της γειτονικής χώρας έχουν το πάνω χέρι και είναι αυτές που συνδιαμορφώνουν την εξωτερική πολιτική, κάτι που πολλαπλασιάζει τους κινδύνους πολλαπλής εμπλοκής. Επίσης, το ότι πλέον τα τουρκικά μαχητικά τα πιλοτάρουν άνθρωποι που δεν είναι άρτιοι και ικανοί, με την έννοια ότι έχουν προηγηθεί διώξεις εξαιτίας του πραξικοπήματος του 2016, οι οποίες συνεχίζονται κιόλας. Πρόκειται, για πρόσωπα που επιθυμούν να δείξουν υπερβάλλοντα ζήλο προκειμένου να γίνουν αρεστοί και να αποδείξουν τον πατριωτισμό τους στον Τούρκο Πρόεδρο.
— Διαθέτει η Τουρκία την τεχνογνωσία για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων;
Πριν από λίγο καιρό θα μπορούσα να σας απαντήσω με βεβαιότητα ότι δεν έχει αυτήν τη δυνατότητα. Όμως, δεν γνωρίζουμε τι έχει μεσολαβήσει, αν είναι σε θέση να τρυπήσει με τα πλωτά γεωτρύπανα και σε ποιο βάθος, δηλαδή αν έχει την τεχνική και επιχειρησιακή ικανότητα. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος αν πρόκειται για ένα «σόου» με στρατηγικά χαρακτηριστικά ή αν διαθέτει την αναγκαία υλικοτεχνική δομή και τους μηχανισμούς ενεργειακής εκμετάλλευσης.
— Αυτή η όξυνση των τελευταίων ημερών μπορεί να δώσει ένα οριστικό τέλος στο κυπριακό πρόβλημα;
Όπως γνωρίζω, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει δηλώσει πως στην περίπτωση που η Τουρκία προκαλέσει συνθήκες ευθείας αμφισβήτησης και δημιουργίας τετελεσμένων εντός της κυπριακής ΑΟΖ, αυτό θα σημάνει το τέλος των διαπραγματεύσεων που, ούτως η άλλως, δεν έχουν ξεκινήσει. Ουσιαστικά, θα είναι το «τέλος του τέλους». Προσωπικά, αυτό που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι εφόσον οι διαπραγματεύσεις ξεκινήσουν υπ' αυτούς τους εκβιαστικούς όρους, η κατάληξή τους θα είναι προφανώς αποτυχημένη.