Παρόλο που οι περισσότεροι πολιτισμοί, ιδίως στη Δύση, διασώζουν πολλά μνημεία από τους μακρινούς προγόνους τους- αγάλματα, κτήρια, πορτρέτα, - είμαστε πολύ λιγότερο πρόθυμοι να σκεφτούμε τους μακρινούς απογόνους μας. Μπορεί κάποια στιγμή τη ζωή μας να μιλήσουμε για τα εγγόνια ή τα δισέγγονα, αλλά μετά από αυτό, όλα γίνονται λίγο ασαφή και κάπως αδιανόητα.
Και ενώ κοιτάμε με δέος και γοητεία τις αιγυπτιακές πυραμίδες, που χτίστηκαν πριν από 5.000 χρόνια, φαινόμαστε ανίκανοι να σκεφτούμε ή έστω να αναλογιστούμε τη ζωή σε 5.000 χρόνια στο μέλλον. Αυτό ανήκει στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Αλλά αν εξαιρέσουμε την πιθανότητα μιας παγκόσμιας καταστροφής, η ανθρωπότητα μάλλον θα υπάρχει και σε 5.000 χρόνια και, αν κρίνουμε από τον μέσο όρο ύπαρξης των ειδών θηλαστικών, το είδος μας ίσως εξακολουθεί να ευημερεί σε 500.000 χρόνια από τώρα.
Αν παίξουμε σωστά τα χαρτιά μας, θα μπορούσαμε να είμαστε ακόμη εδώ και σε 5 ή 500 εκατομμύρια χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξουν χιλιάδες ή ακόμη και εκατομμύρια φορές περισσότερα ανθρώπινα όντα από όσα έχουν ήδη περπατήσει στη Γη, από την αυγή της ανθρωπότητας έως σήμερα.
Όλοι αυτοί οι αριθμοί φαντάζουν ανυπολόγιστα αφηρημένοι, αλλά, σύμφωνα με τον ηθικό φιλόσοφο William MacAskill, θα πρέπει να τους προσέξουμε. Ο MacAskill είναι υποστηρικτής του μακροπροθεσμισμού - της άποψης ότι το βαθύ μέλλον είναι κάτι που πρέπει να ατενήσουμε από τώρα. Το πόσο θα αντέξουμε ως είδος και τι επίπεδο ευημερίας θα επιτύχουμε, λέει ο MacAskill, μπορεί να συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις αποφάσεις που λαμβάνουμε και τις δράσεις μας στο παρόν και στο ορατό μέλλον.
Αυτή είναι, με λίγα λόγια, η θέση του νέου του βιβλίου, What We Owe the Future: A Million-Year View («Τι χρωστάμε στο μέλλον: Μια οπτική ενός εκατομμυρίου ετών»). Ο Ολλανδός ιστορικός και συγγραφέας Rutger Bregman χαρακτηρίζει την έκδοση του βιβλίου «μνημειώδες γεγονός», ενώ ο Αμερικανός νευροεπιστήμονας Sam Harris λέει ότι «κανένας εν ζωή φιλόσοφος δεν είχε μεγαλύτερη επίδραση» στην ηθική του.
Έχουμε την τάση να σκεφτόμαστε τους ηθικούς φιλοσόφους ως μουσάτους σοφούς, αλλά ο MacAskill είναι νεαρός 35 ετών και ένας αφοπλιστικά χαλαρός χαρακτήρας από κοντά.
Αναπληρωτής καθηγητής στο Lincoln College της Οξφόρδης, είναι πρόεδρος του Κέντρου Αποτελεσματικού Αλτρουισμού, ενός οργανισμού τον οποίο συνίδρυσε για να θέσει την ανάλυση δεδομένων στην υπηρεσία της φιλανθρωπίας, καθιστώντας έτσι τις δωρεές όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικές.
Είναι επίσης συνιδρυτής μαζί με τον συνάδελφό του ηθικό φιλόσοφο Toby Ord, του οργανισμού Giving What We Can («Δίνουμε ό,τι μπορούμε»). Τα μέλη της ομάδας δεσμεύονται να δίνουν τουλάχιστον το 10% των αποδοχών τους σε αποτελεσματικές φιλανθρωπικές οργανώσεις (ο ίδιος ο MacAskill δίνει το μεγαλύτερο μέρος των αποδοχών του), ενώ είναι επίσης πρόεδρος της μη κερδοσκοπικής ομάδας 80.000 Hours (80.000 Ώρες), που παρέχει συμβουλές σχετικά με το ποια επαγγέλματα έχουν τον πιο θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία.
«Ήταν κατά τη διάρκεια της συλλογιστικής θεμελίωσης του Αποτελεσματικού Αλτρουισμού, που οδηγήθηκα στη σκέψη για τα θέματα που επηρεάζουν όχι μόνο την παρούσα γενιά αλλά και το μακροπρόθεσμο μέλλον».
Ο MacAskill μεγάλωσε σε μια άνετη μεσοαστική οικογένεια της Γλασκώβης και φοίτησε σε ιδιωτικό σχολείο. Είχε ανέκαθεν μια αλτρουιστική πλευρά. Σε ηλικία 15 ετών, παρακινούμενος από τη γνώση για το πλήθος των ανθρώπων που πέθαιναν στην κρίση του AIDS, αποφάσισε ότι ήθελε να γίνει πλούσιος και να δωρίζει τα μισά του χρήματα. Εργαζόταν εθελοντικά με μια ομάδα προσκόπων που βοηθούσαν ΑμεΑ, αλλά μόνο όταν έφτασε στο Κέιμπριτζ, όπου σπούδασε φιλοσοφία και έπαιξε σαξόφωνο σε μια μπάντα funk, η ηθική του αντίληψη πήρε μια πιο διανοητική μορφή.
Η ανάγνωση του βιβλίου του Peter Singer «Πείνα, Αφθονία και Ηθική» τον ώθησε σε μια ζωή όχι μόνο φιλοσοφικής αλλά και πρακτικής δέσμευσης.
Είναι λοιπόν σαφές ότι ο MacAskill δεν είναι ένας από εκείνους τους στοχαστές του καναπέ που μιλάει μεν αλλά δεν ακολουθεί τις ιδέες του, γράφει σε αφιέρωμά του ο Guardian.
Αν και δεν θα χαρακτήριζε τον εαυτό του ωφελιμιστή, ενδιαφέρεται για το μέγιστο καλό και πιστεύει ακράδαντα στην ελαχιστοποίηση του ανθρώπινου πόνου και στη μεγιστοποίηση της ανθρώπινης ευημερίας. Πιστεύει επίσης στην ελαχιστοποίηση του πόνου των ζώων, κάτι που η ανθρωπότητα σχεδόν σίγουρα ενέτεινε. Αλλά για να ευημερήσουν οι άνθρωποι πρέπει πρώτα να είναι ζωντανοί, και το επιχείρημά του είναι ότι όσο περισσότεροι άνθρωποι ζουν και όσο πιο ευτυχισμένη ζωή έχουν, τόσο το καλύτερο.
Κανείς δεν μπορεί να πει με μεγάλη ακρίβεια πόσοι άνθρωποι έχουν ζήσει, αλλά μια πρόσφατη εκτίμηση από το Γραφείο Αναφοράς Πληθυσμού των ΗΠΑ λέει ότι μέχρι σήμερα έχουν γεννηθεί περίπου 120 δισεκατομμύρια Homo sapiens. Ο MacAskill λέει ότι αν υποθέσουμε ότι ο πληθυσμός μας θα διατηρήσει το σημερινό του μέγεθος και αν αντέξουμε, ως είδος, όσο και τα τυπικά θηλαστικά, αυτό σημαίνει ότι μελλοντικά θα υπάρξουν 80 τρισεκατομμύρια άνθρωποι «που δεν έχουν έρθει ακόμα». «Οι μελλοντικοί άνθρωποι θα είναι περισσότεροι από εμάς σε αναλογία 10.000 προς 1», εκτιμά.
Το ηθικό επιχείρημα είναι ότι, λόγω της σοβαρότητας των αριθμών, οι ανάγκες των απογόνων μας θα πρέπει να έχουν μεγάλη σημασία στο σκεπτικό μας. Με τα ανησυχητικά σημάδια ότι η κλιματική κρίση είναι ήδη εδώ, ο MacAskill υπογραμμίζει την προφανή και επείγουσα ανάγκη για απεξάρτησή μας από τον άνθρακα. Αυτό το πρόβλημα, ωστόσο, δεν αποτελεί το κύριο θέμα του βιβλίου του. Αντίθετα, χρησιμοποιεί την κλιματική κρίση ως επιχείρημα για τον μακροπροθεσμισμό: «Όλοι μας συμβάλλουμε σε ένα πρόβλημα που θα έχει κυριολεκτικά επιπτώσεις για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια», λέει.
«Η κλιματική αλλαγή δεν έχει παραμεληθεί τόσο όσο άλλα ζητήματα που αφορούν την πρόληψη των πανδημιών, τον πυρηνικό πόλεμο και την ασφάλεια της τεχνητής νοημοσύνης.
«Οι αμφισβητίες της κλιματικής αλλαγής συχνά επισημαίνουν την αβεβαιότητά ως επιχείρημα υπέρ αδράνειας. Αλλά αυτό είναι ένα φρικτό επιχείρημα... Το κρίσιμο είναι ότι η αβεβαιότητα γύρω από την κλιματική αλλαγή δεν είναι συμμετρική: η μεγαλύτερη αβεβαιότητα θα πρέπει να προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία για τα χειρότερα σενάρια και αυτή η μετατόπιση δεν αντισταθμίζεται από μια μεγαλύτερη πιθανότητα ευοίωνων σεναρίων».
Η αντιμετώπιση της αβεβαιότητας είναι εγγενής στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, και ο MacAskill πιστεύει ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε στο έπακρο μια μέθοδο αξιολόγησης των πιθανοτήτων που ονομάζεται «θεωρία της αναμενόμενης αξίας». Είναι μία μέθοδος ιεράρχησης αποτελεσμάτων σε συνθήκες με πολλαπλές πιθανότητες. Οι επαγγελματίες τζογαδόροι τη χρησιμοποιούν, αλλά ο MacAskill λέει ότι η εφαρμογή της θα μπορούσε να μας βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων απέναντι στα πολύπλοκα μελλοντικά ενδεχόμενα.
Χρησιμοποιεί ως παράδειγμα πώς η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή εκτιμά ότι σε ένα σενάριο μεσαίων-χαμηλών εκπομπών η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 2,5C μέχρι το τέλος του αιώνα. «Αλλά αυτό είναι αβέβαιο», σημειώνει. «Υπάρχει μία στις 10 πιθανότητες να έχουμε 2 βαθμούς ή και λιγότερο. Αλλά αυτό δεν πρέπει να μας καθησυχάζει, γιατί υπάρχει επίσης μια στις 10 πιθανότητες να έχουμε αύξηση θερμοκρασίας πάνω από 3,5 βαθμούς. Λιγότεροι από 2 βαθμούς θα ήταν κάτι σαν ανακούφιση σε σύγκριση με την πιθανότερη κατάληξη, αλλά μία αύξηση πάνω από 3,5 βαθμούς θα ήταν κακή. Η αβεβαιότητα μας δίνει περισσότερους λόγους να ανησυχούμε, όχι λιγότερους».
Τα καλά νέα είναι ότι με την απειλή μιας τεχνητής πανδημίας, η οποία, όπως λέει, αυξάνεται ραγδαία, υπάρχουν συγκεκριμένα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για να αποφευχθεί ένα ξέσπασμα.
«Μια λύση για την οποία είμαι ενθουσιασμένος ονομάζεται μακρά υπεριώδης ακτινοβολία C», λέει. «Γνωρίζουμε ότι η υπεριώδης ακτινοβολία αποστειρώνει τις επιφάνειες στις οποίες προσπίπτει, αλλά στις περισσότερες συχνότητες η υπεριώδης ακτινοβολία βλάπτει και τον άνθρωπο. Ωστόσο, υπάρχει ένας συγκεκριμένος τύπος μακρινής υπεριώδους ακτινοβολίας UVC στενού φάσματος που φαίνεται να είναι ασφαλής για τον άνθρωπο, ενώ παράλληλα διατηρεί αποστειρωτικές ιδιότητες».
Το κόστος για έναν λαμπτήρα UVC αυτή τη στιγμή είναι περίπου 1.000 δολάρια. Αλλά προτείνει ότι με την έρευνα, την ανάπτυξη και τη φιλανθρωπική χρηματοδότηση, θα μπορούσε να μειωθεί στα 10 δολάρια ή ακόμη και στο 1 δολάριο και στη συνέχεια θα μπορούσε να γίνει μέρος των κανονισμών των κτηρίων. Ο ίδιος αναλύει το σενάριο με μία αισιοδοξία, η οποία όμως βασίζεται σε επιστημονικά τεκμηριωμένο πραγματισμό.
Λιγότερο εύληπτη είναι η απειλή ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να οδηγήσει σε μία δυστοπική πραγματικότητα. Υποστηρίζει ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται σε μια φάση της ιστορίας που οι αξίες μας είναι εύπλαστες - μπορούν ακόμη να διαμορφωθούν και να αλλάξουν - αλλά ότι θα μπορούσαμε σύντομα να εισέλθουμε σε μια φάση στην οποία οι αξίες, καλές ή κακές, θα «κλειδώσουν».
«Φανταστείτε», λέει, «αν οι Ναζί είχαν κερδίσει τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, κρατούσαν την εξουσία για μερικές εκατοντάδες χρόνια, εγκαθίδρυαν μια παγκόσμια κυβέρνηση και στη συνέχεια έφταναν στο σημείο να αναπτύξουν την AGI (τεχνητή γενική νοημοσύνη), τότε θα μπορούσαμε να ζούμε σε ένα μέλλον που θα καθοδηγείται και θα ελέγχεται από τη ναζιστική ιδεολογία για πάντα».
Το κρίσιμο σημείο σε αυτή την αναλογία δεν είναι τόσο οι Ναζί, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τις δυνατότητες της ανθρωπότητας να κάνει κακό, αλλά η AGI. Με απλά λόγια, η AGI είναι η τεχνολογική κατάσταση στην οποία μια ευφυής μηχανή μπορεί να μάθει και να εκτελέσει οποιαδήποτε διανοητική εργασία ενός ανθρώπου. Από αυτό το σημείο, οι δυνατότητες ελέγχου των ιδεών και της κοινωνικής ανάπτυξης είναι σχεδόν απεριόριστες, γεγονός που φέρνει στο προσκήνιο τη δυνατότητα μιας ατελείωτης δυστοπίας.
Για τον MacAskill, η ώρα να αντιμετωπιστεί αυτό το μακρινό ενδεχόμενο είναι τώρα, διότι αργότερα μπορεί να είναι πολύ αργά. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι η AGI είναι εφικτή και, αν είναι, πότε θα επιτευχθεί, αλλά οι περισσότεροι επιστήμονες που εργάζονται στον τομέα πιστεύουν ότι κάποια στιγμή θα συμβεί. Μια σημαντική μειοψηφία θεωρεί ότι είναι πιθανό να συμβεί μέσα στα επόμενα 50 χρόνια και ορισμένοι εκτιμούν ότι μπορεί να χρειαστούν μόνο 20 χρόνια. Ο ίδιος ο MacAskill πιστεύει ότι η πιθανότητα να υπάρξει AGI μέσα στα επόμενα 50 χρόνια είναι 10%. Εκτός κι αν σταματήσει η έρευνα σε όλο τον πλανήτη - και ποιος θα μπορούσε να επιβάλει κάτι τέτοιο;
«Αυτό είναι δύσκολο», αναγνωρίζει. «Δεν είναι τόσο ξεκάθαρο όσο η πρόληψη των πανδημιών. Αλλά νομίζω ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που μπορούμε να κάνουμε. Για παράδειγμα, η ιδέα της επιβράδυνσης ορισμένων κλάδων της έρευνας για την τεχνητή νοημοσύνη. Η τεχνητή νοημοσύνη θα είναι εξαιρετικά επωφελής, αλλά μπορείτε να έχετε πολλά από τα οφέλη χωρίς να προχωρήσετε μέχρι τέλους. Χρειαζόμαστε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που να ασχολούνται με τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό; Χρειαζόμαστε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που να είναι εξαιρετικά πολυμορφικά και ικανά να κάνουν πάρα πολλά διαφορετικά πράγματα, αντί να έχουν πολύ συγκεκριμένα καθήκοντα;»
Αν και δεν καλούμαστε να επιλέξουμε στο παρόν, αυτές οι δυνατότητες μας υπαγορεύουν τα βήματα που πρέπει να γίνουν άμεσα, κατά τον MacAskill. Ένας κλάδος που απαιτεί περισσότερη υποστήριξη είναι αυτός της έρευνας για την ερμηνευσιμότητα των συστημάτων ΑΙ. «Αυτή τη στιγμή», εξηγεί, «έχουμε αυτά τα μαύρα κουτιά με δεδομένα εισόδου, αυτό το εξαιρετικά πολύπλοκο μοντέλο και στη συνέχεια τις εξόδους και δεν ξέρουμε πραγματικά τι συμβαίνει κάτω από το καπό. Υπάρχουν τεράστιες προκλήσεις, αλλά μπορώ να δω μια εφικτή πορεία προόδου»/
Στην αρχή του βιβλίου του, ο MacAskill παρουσιάζει τη μεταφορά μιας ριψοκίνδυνης αποστολής σε αχαρτογράφητο έδαφος. Ακριβώς όπως οι πρώτοι εξερευνητές, έτσι κι εμείς δεν ξέρουμε ακριβώς ποιες απειλές μας περιμένουν, αλλά «μπορούμε να ανιχνεύσουμε το τοπίο μπροστά μας, να διασφαλίσουμε ότι η αποστολή είναι καλά εξοπλισμένη και καλά συντονισμένη και, παρά την αβεβαιότητα, να προφυλαχθούμε από τις απειλές που γνωρίζουμε».
Κατά την αλληγορία του για το μελλοντικό ταξίδι, ο MacAskill απορρίπτει ορισμένες από τις ιδέες που είναι αγαπητές σε πολλούς που ανησυχούν για το μέλλον, ιδίως όσων εξετάζουν τις συνθήκες από περιβαλλοντική σκοπιά. Δεν είναι ασυνήθιστο στους «πράσινους κύκλους» να ακούει κανείς επιχειρήματα κατά της οικονομικής ανάπτυξης, κατά της κατανάλωσης και, μάλιστα, ακόμη και εναντίον των γεννήσεων, όπως λέει.
Όμως ο MacAskill διαφωνεί με όλες αυτές τις θέσεις. Μακροπρόθεσμα ο ρυθμός της ανάπτυξης που έχουμε δει τον τελευταίο αιώνα περίπου - πάνω από 2% - δεν είναι βιώσιμος. Αν συνέχιζε στον ρυθμό του 2% για τα επόμενα 10.000 χρόνια, το ανθρώπινο είδος θα είχε εκατό τρισεκατομμύρια τρισεκατομμύρια τρισεκατομμύρια, τρισεκατομμύρια τρισεκατομμύρια τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων φορές μεγαλύτερη παραγωγή από την τρέχουσα. Αυτό σημαίνει ότι θα κατέγραφε δέκα εκατομμύρια τρισεκατομμύρια φορές μεγαλύτερη παραγωγή από αυτήν που αποδίδει πλανήτης, για κάθε άτομο ύλης στο οποίο θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση θεωρητικά.
Ωστόσο, δεν πιστεύει ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να επιβραδύνουμε την ανάπτυξη, διότι, όπως υποστηρίζει, δεν βρισκόμαστε ακόμη σε ένα τεχνολογικό στάδιο όπου αυτό να είναι εφικτό χωρίς δυνητικά ολέθριες συνέπειες. Για να καταδείξει το θέμα, χρησιμοποιεί ως παράδειγμα το πού βρισκόμασταν πριν από 100 χρόνια. Αν σταματούσαμε τότε την ανάπτυξη, θα μας είχαν μείνει δύο δυνατότητες: είτε να επιστρέψουμε στις αφόρητες στερήσεις της αγροτικής ζωής, είτε να κάψουμε τα ορυκτά καύσιμα, προκαλώντας κλιματική καταστροφή.
Πιστεύει ότι τόσο η τεχνολογική ανάπτυξη όσο και η οικονομική, είναι απαραίτητες για να αποφύγουμε τις απειλές της κλιματικής κρίσης, της βιοτρομοκρατίας και πολλά άλλα. Το άλλο σημείο που επισημαίνει είναι ότι το φρένο της ανάπτυξης θα ήταν σε κάθε περίπτωση άσκοπο, παρεκτός κι αν το συμφωνούσαν και οι 193 χώρες του πλανήτη.
«Ας υποθέσουμε ότι καταφέρατε να πείσετε 192 χώρες να σταματήσουν την ανάπτυξη, αλλά μια χώρα συνεχίζει να αναπτύσσεται. Η σύνθετη ανάπτυξη σημαίνει ότι σε λίγο καιρό αυτή η μία χώρα θα είναι ολόκληρη η παγκόσμια οικονομία και μακροπρόθεσμα δεν έχετε καταφέρει τίποτα». Ομοίως, αντί να περιορίσετε την κατανάλωση, υποστηρίζει, είναι πολύ πιο αποτελεσματικό να κάνετε δωρεές σε σκοπούς που ασχολούνται με τα προβλήματα που δημιουργεί η κατανάλωση.
«Πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση στη λεπτομέρεια», λέει. «Σύμφωνοι, ορισμένες τεχνολογίες έχουν ξεκάθαρα κακές επιπτώσεις, ορισμένες έχουν ξεκάθαρα καλές επιπτώσεις. Και μπορούμε πραγματικά να ωθήσουμε τις πιο ευεργετικές».
Στον πυρήνα βρίσκεται το ζήτημα των ανθρώπινων αξιών. Αυτές προφανώς δεν είναι γραμμένες στην πέτρα, διότι αρκεί να εξετάσουμε την ιστορία για να διαπιστώσουμε πώς έχουν αλλάξει ριζικά με την πάροδο του χρόνου.
Ένα βασικό παράδειγμα στο οποίο επιστρέφει ο MacAskill είναι η δουλεία και η κατάργησή της. Σε διάφορες περιόδους και στους περισσότερους πολιτισμούς η δουλεία υπήρξε και θεωρήθηκε φυσική ή τουλάχιστον αποδεκτή. Εκφράστηκαν επιχειρήματα εναντίον της, αλλά κανένα δεν ήταν τόσο πειστικό ώστε να πάψει να υφίσταται. Αυτό που άλλαξε τα πράγματα ήταν το δουλεμπόριο του Ατλαντικού και ο Διαφωτισμός. Οι αντιφάσεις μεταξύ των αρχών της οικουμενικότητας και της ιδιοκτησίας και κακομεταχείρισης συνανθρώπων μας γίνονταν όλο και πιο αβάσιμες, τουλάχιστον από ηθική και διανοητική άποψη.
Όμως, παρά τους ισχυρισμούς που έχουν διατυπωθεί, λέει ο MacAskill, δεν υπήρχε καμία οικονομική επιταγή για τον τερματισμό της δουλείας. Οι φυτείες ζάχαρης δεν μηχανοποιήθηκαν για πολλά χρόνια μετά το τέλος της δουλείας και η κατανάλωση ζάχαρης συνέχισε να αυξάνεται όταν σταμάτησε η δουλεία. Αντί να θεωρούμε την κατάργηση ως αναπόφευκτη, υποστηρίζει, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τον ρόλο που έπαιξαν εκείνοι που υποστήριξαν την ηθική υπόθεση. Μας φαίνεται τόσο προφανές τώρα που είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι κάποιος θα μπορούσε να αντιταχθεί σε αυτό. Αλλά ισχυρές δυνάμεις το έκαναν. Η ηθική πρόοδος είναι εξαρτημένη, τονίζει ο MacAskill. Απλώς φαίνεται κραταιά όταν η πρόοδος έχει επιτευχθεί.
Ο MacAskill πιστεύει ότι η Δύση έχει πολλά να μάθει από άλλους πολιτισμούς. Καταρχάς, εκτιμώντας πόσο καλά είναι πολλοί άνθρωποι στις ανεπτυγμένες χώρες σε σύγκριση με εκείνους που δεν είναι. Ο ίδιος χαρίζει ό,τι κερδίζει πάνω από 26.000 λίρες ετησίως, γεγονός που τον τοποθετεί, ακόμα και έτσι, στο κορυφαίο 5% σε ό,τι αφορά τον πλούτο σε όλο τον κόσμο. Αν είχε παιδιά, θα κρατούσε επιπλέον 5.000 λίρες για το καθένα, αν μοιραζόταν το οικονομικό βάρος με άλλον γονέα, και 10.000 λίρες αν δεν είχε σύντροφο. Τα υπόλοιπα εισοδήματά του και πάλι θα τα προσέφερε.
«Ειλικρινά πιστεύω ότι οι άνθρωποι στις πλούσιες χώρες θα μπορούσαν να δίνουν ριζικά περισσότερα από όσα δίνουν σήμερα, με πολύ μικρό κόστος για τη δική τους ευημερία, κάνοντας ταυτόχρονα τεράστιο καλό».
Υπάρχουν επίσης φιλοσοφικές αξίες που μπορούμε να αποκομίσουμε από τους αυτόχθονες πληθυσμούς: «Οι Ιροκουά στο προφορικό τους σύνταγμα υποστήριζαν τη μέριμνα για τις μελλοντικές γενιές», λέει. «Φαίνεται ότι αυτό ίσχυε και στη φιλοσοφία πολλών ιθαγενών στην Αφρική».
Υποθέτει ότι υπάρχουν λογικοί πολιτιστικοί λόγοι για τους οποίους συνέβαινε αυτό. Στις κοινωνίες των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών η τεχνολογική αλλαγή ερχόταν πολύ αργά. Έτσι, το να μάθεις κάτι από τους προγόνους σου πριν από 1.000 χρόνια ή το να παραδώσεις αυτές τις σοφίες στους απογόνους σου 1.000 χρόνια μετά ήταν βιώσιμο, επειδή πιθανόν παρέμενε επίκαιρο. Αλλά στις κοινωνίες αλλάζουν ταχύτατα, νιώθουμε πιο αποκομμένοι από το μακρινό μέλλον, επειδή δυσκολευόμαστε να συλλάβουμε πώς θα διαμορφωθούν.
Όμως θεωρεί ότι έχουμε αναπτύξει τα εννοιολογικά εργαλεία για να πλοηγηθούμε στο μεγάλο άγνωστο που πλησιάζει και πως θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε. «Μπορούμε πλέον να αξιοποιήσουμε τη θεωρία της αναμενόμενης αξίας για να αντισταθμίσουμε την αβεβαιότητα».
Ένα πρόβλημα είναι ότι συχνά, όταν μια κοινωνία, ή πιο συγκεκριμένα ένα καθεστώς, μιλάει για το μακροπρόθεσμο μέλλον, είναι για να δημιουργήσει ένα επικό στάδιο για να ενισχύσει τις αξιώσεις του στη διακυβέρνηση. Αυτό προσπάθησαν να κάνουν οι Ναζί με το "χιλιόχρονο Ράιχ", όπως ακριβώς ο πρώτος αυτοκράτορας του Qin μίλησε για μια αυτοκρατορία που θα διαρκούσε 10.000 γενιές. Στην πραγματικότητα η αυτοκρατορία του Qin διήρκεσε 15 χρόνια, τρία χρόνια περισσότερο από τους Ναζί.
Αυτό για το οποίο μιλά ο MacAskill, όμως, είναι η ταπεινότητα μπροστά στην εκπληκτική έκταση του χρόνου που θα μπορούσε να ζήσει η ανθρωπότητα. Όμως αυτό δεν πρέπει να οδηγεί σε εφησυχασμό ή παράλυση. Οι συνήθεις οικονομικές προβλέψεις για τα επόμενα 100 χρόνια δείχνουν περίπου την ίδια ανάπτυξη, 2% ετησίως. Ο MacAskill λέει ότι θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την πιθανότητα μιας καταστροφής που θα μπορούσε να εξαφανίσει το 50% του πληθυσμού, ή το ενδεχόμενο να αυξηθεί σημαντικά η ανάπτυξη.
Δεν ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί, αλλά θα πρέπει να αφιερώσουμε πολύ περισσότερο χρόνο και προσπάθεια για να προετοιμαστούμε για διαφορετικά ενδεχόμενα. Το οφείλουμε στους εαυτούς μας, λέει ο MacAskill, αλλά το χρωστάμε και στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που θα έρθουν στο μέλλον.