Ό,τι κάνεις για να κλείσεις το σπίτι πριν το ταξίδι / τα τρία μαγιό που ξεθάβεις κάθε χρόνο και κάθε χρόνο λες πως θα πάρεις καινούργια / δέκα βιβλία για δέκα μέρες στο νησί, είναι λογικό τώρα αυτό; / η αγωνία μπροστά στον υπολογιστή πριν ανοίξει η σελίδα με τις διαθέσιμες θέσεις για την Πάτμο / εκείνες οι δύο μέρες πριν το ταξίδι, που και καλά έκατσες στην Αθήνα να κανονίσεις κάτι δουλειές, αλλά η μέρα και η νύχτα σε βρίσκουν να κοπροσκυλιάζεις σε κάτι καφέ του κέντρου / το άγαλμα του Ποσειδώνα στο Αρχαιολογικό, 2 Αυγούστου μέρα καύσωνα / η θεωρία πως η Αθήνα τον Αύγουστο είναι υπέροχη. Στην πραγματικότητα είναι φρικτή. Νομίζεις πως θα κοιμάσαι σε απέραντη ησυχία και οι απέναντι έχουν φέρει ένα στρατό με τρυπάνια και φτιάχνουν το σπίτι από την αρχή / Μαζί με τα τρυπάνια και η φωνή του παλιατζή από το μεγάφωνο, δέκα φορές τη μέρα / ο ήχος του κλειδιού την ώρα που η πόρτα κλειδώνει και εσύ μπαίνεις στο αμάξι / η ουρά της Συγγρού που οδηγεί στο λιμάνι / η κρίση πανικού την ώρα που μπαίνεις με το αυτοκίνητο στο γκαράζ του καραβιού και πεθαίνεις από τις αναθυμιάσεις / τέσσερα γατιά σε κλουβί πάνε στην Αμοργό / τρεις Γάλλοι τουρίστες προσπαθούν να προσανατολιστούν στον Πειραιά και να πάρουν το καράβι για την Ικαρία / η στιγμή που είσαι στην ανοιχτή θάλασσα με κατεύθυνση «διακοπές» / πέντε ώρες για να φτάσεις από τη Σαντορίνη στην Ανάφη με τη Ρομίλντα / κατεβαίνεις από το καράβι με τα νεύρα τεντωμένα και όλοι όσοι είναι εκεί εδώ και μέρες σε κοιτάνε με κατανόηση / Μόλις που προλαβαίνεις το Αρμενάκι / η τέχνη του να βρίσκεις τη σωστή σκιά για να διαβάζεις τα πρωινά / ένα μπαλκόνι στην κορφή της χώρας που ακόμα και τον Αύγουστο, όταν κάθεσαι έξω, κάνει κρύο / κάτι μουριές στην Καρδαμύλη και μια κοπέλα που κοιμάται στη σκιά. Πάντα απορούσα πώς μπορούν όλοι να κοιμούνται τόσο εύκολα κάτω από τις σκιές / ένα αγόρι σε ένα πανηγύρι που χόρευε νησιώτικα σαν Διόνυσος, το δικό του ρέιβ / Να διασχίζεις το πέλαγος εν μέσω τρικυμίας για να φύγεις από Ρόδο με αεροπλάνο και να τα καταφέρεις να φας ένα δείπνο στου Αλέξη. Πάντα ένα από τα καλύτερα εστιατόρια των νησιών, ένα απόγευμα σε μια ξεχασμένη παραλία της Μάνης. Καλαμιές, ευκάλυπτοι, καθαρά νερά και μια παρέα που μόνο γελά / επιστρέφοντας στο σπίτι από το Λιμένι, να σβήνεις τα φώτα του αυτοκινήτου και να οδηγούμε στο σκοτάδι. Πιο ωραίο πράγμα από τον έναστρο ουρανό δεν ξέρω / ένα moleskin γεμάτο με σκόρπιες προτάσεις, που μόλις φύγεις από το νησί θα το ξεχάσεις σε κάποιο συρτάρι, όμως εκεί είναι το απόσταγμα του ξεκούραστου εαυτού σου / πατάτες τηγανητές, χωριάτικη / τα αρμυρίκια. Πιο συγκεκριμένα, ένα γιγαντιαίο αρμυρίκι σε αυτήν τη μακρινή παραλία της Πάτμου που είναι σαν πλάτανος. Μαρκέλλα, να μου το φιλήσεις φέτος που θα πας / η πραγματοποίηση της φράσης: «τρώμε πάνω στο κύμα» / το μηχανάκι των διακοπών / κάτι απίστευτες συζητήσεις για θέματα πολιτικά και πολιτιστικά με υψωμένο τόνο πάνω από τηγανητά μπαρμπούνια. Ασκοπες, σαν πρωινή γυμναστική / οι Χώρες των νησιών τα βράδια. Πιο συγκεκριμένα, η Χώρα της Σερίφου, να τη βλέπεις από το καράβι το βράδυ, την ώρα που μπαίνεις στο λιμάνι. Σαν ένα περιδέραιο από τον καλύτερο κοσμηματοπώλη / τα ρακόμελα / τα μπουφάν του καλοκαιριού / το μουσείο στα Θηρά με τις προϊστορικές τοιχογραφίες / και το άλλο, στην άλλη μεριά της Χώρας, με τα αγγεία και τα αγάλματα κλεισμένα σε παλιές βιτρίνες / η βαλίτσα της επιστροφής γεμάτη άμμο και αλάτι / το πόσο αταίριαστος είσαι και συ και το μαυρισμένο σου σώμα μέσα στο αστικό σκηνικό / όσα δεν έκανες, δεν πρόλαβες, δεν άντεξες, που θα 'ναι στη λίστα και το επόμενο καλοκαίρι.
σχόλια