Πέμπτη 16/7
Παραλαμβάνω ένα ωραίο δώρο. Η Ελένη μού φέρνει φρέσκα φασολάκια από το μποστάνι του πατέρα της. Κάπου έξω από το κέντρο, αυτός ο υπέροχος κύριος καλλιεργεί ένα παράδεισο από ζαρζαβατικά και λουλούδια, μαγειρεύει, όπως ακούω, υπέροχα, και γεμίζει το ψυγείο της κόρης του με χιλιάδες φαγητά. Σήμερα στάθηκα κι εγώ τυχερός και κουβαλώ στο σπίτι δύο κιλά φασολάκια τόσο τρυφερά που λυπάμαι και να τα μαγειρέψω ακόμα. Στη κατσαρόλα σοτάρω αρνάκι που μοσχοβολά κομμένο σε μερίδες με το λίπος του. Όταν ροδίσει από όλες τις πλευρές το βγάζω από το σκεύος και χαμηλώνω τη φωτιά. Εκεί σοτάρω δύο κρεμμύδια ψιλοκομμένα, όταν γίνουν χρυσαφένια ξαναβάζω το κρέας στη κατσαρόλα, προσθέτω τα φασολάκια που τα έχω καθαρίσει και περιχύνω με έξι τριμμένες ντομάτες, που πρέπει να είναι εκλεκτές και αγνές. Όσο πιο λίγα είναι τα υλικά σε ένα πιάτο τόσο μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να τους δίνουμε. Προσθέτω νερό για να καλυφθεί το φαγητό, αλάτι, πιπέρι και αφήνω να ψηθεί. Αυτό το φαγητό πρέπει -κατά την άποψή μου- να ετοιμάζεται μερικές ώρες πριν, και να το αφήνουμε να έρχεται σε θερμοκρασία δωματίου. Το καλοκαίρι δεν κάνει να τρως ζεστά τέτοια φαγητά, δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Το τρώμε με ένα κομμάτι φέτα και πάρα πολύ ψωμί. Μέσα Ιουλίου και η Αθήνα έχει αδειάσει. Ακούμε μόνο τις τσιρίδες των παιδιών που παίζουν στη Δεξαμενή.
Δευτέρα 20/7
Κατεβαίνοντας από τη δουλειά, αντικρίζω καθημερινά μια εικόνα που με πάει πολύ πίσω. Ο κ. Θωμάς στήνει τον πάγκο του στην Ερμού και πουλάει καλαμπόκι ψητό. Καταρχάς, δεν ξέρω πολλά φυτά πιο όμορφα φυτά από τις καλαμποκιές. Μια θεία μου, όταν ήμουν παιδί, φύτευε στον κήπο της ένα μεγάλο κομμάτι και τον Αύγουστο, όταν τα φυτά έφταναν τα δύο μέτρα, ξάπλωνα από κάτω και κοίταγα τον ουρανό μέσα από τα φύλλα, κρυμμένος. Σε καμιά αμερικανική ταινία όπου οι κυνηγημένοι κρύβονται σε καλαμποκοχώραφα της Αϊόβα θα το είδα, φαίνεται, και το υιοθέτησα. Πάντως, το καλύτερό μου ήταν οι πλανόδιοι πωλητές καλαμποκιού στην παραλία της Λεμεσού. Εντελώς αυτοσχέδιοι πάγκοι στα πεζοδρόμια, πίσω ένα βουνό από καλαμπόκι και η σχάρα, ένα μεταλλικό μπολ με αναμμένα κάρβουνα που τα διατηρούσαν αναμμένα χρησιμοποιώντας ένα κομμάτι χαρτόνι για φυσερό. Έδινες πέντε σελίνια και σου έψηναν το καλαμπόκι απευθείας πάνω στο αναμμένο κάρβουνο. Άπειρη ποσότητα αλατιού και ανυπομονησία να χώσεις τα δόντια και να ξεριζώσεις τα χρυσά σπόρια. Μετά, να κάνεις διαγωνισμό με την αδερφή σου και να βλέπεις σε ποιανού τα δόντια έχουν σφηνωθεί περισσότερα καλαμπόκια. Πάντα νικούσα, έχω φρικτά δόντια.
Σας φιλώ.
σχόλια