11.1 Παρασκευή
Καταφέρνω, επιτέλους, να αδειάσω το ψυγείο απ' όλα τα φαγητά των γιορτών. Λέω επιτέλους γιατί φέτος δεν πέταξα τίποτα. Οπότε, η επιχείρηση κατανάλωση/ανακύκλωση και, φυσικά, διάθεση σε άλλους που τα ήθελαν πήρε καιρό. Είμαι όμως υπερήφανος. Πατάτες baby που έβοσκαν σε ένα τάπερ βρασμένες σοταρίστηκαν εκ νέου με κρεμμύδια και μανιτάρια κι έγιναν ένα τέλειο δείπνο στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, μαζί με ένα κομμάτι καλό τυρί που είχε περισσέψει από το τραπέζι των Χριστουγέννων, κάτι άγρια χόρτα που ήρθαν έτοιμα βρασμένα ένα βράδυ σε ένα μπολ από την Αυστραλία και την επομένη προστέθηκαν σε φασόλια μαυρομάτικα με κίτρινη κολοκύθα και ήταν αριστούργημα. Στη συνέχεια, όσα μαυρομάτικα έμειναν έγιναν φασουλοκεφτέδες (δική μου επινόηση), με πολλά αρωματικά βότανα, πιπέρι καγιέν και ξύσμα λεμονιού. Τα φάγαμε ένα μεσημέρι Σαββάτου, βλέποντας τηλεόραση. Το ριζότο με τα μανιτάρια της Πρωτοχρονιάς έγινε arancini, μικρές μπάλες από «μπαγιάτικο» ριζότο, γεμισμένες με μοτσαρέλα και καλυμμένες με πολέντα, που τις τηγάνισα ελαφρώς και τις σέρβιρα με ένα απεριτίφ προχθές. Οι pots au chocolat με πιπέρι σετσουάν, που φτιάχτηκαν κάποια στιγμή τρομερής ανασφάλειας πως τα γλυκά δεν θα έφταναν και τελικά δεν καταναλώθηκαν ποτέ, αναμείχθηκαν με μπισκότα αμαρέτι και άλλα καλά από την κουζίνα κι έγιναν τρουφάκια ερασιτεχνικά που πήγαν «πακέτο» σε ένα σπίτι που τα εκτίμησε δεόντως! Όση τερίν με χοιρινό και κοτόπουλο περίσσεψε (αρκετή, περισσότερη από μισή) κατέβηκε προσεκτικά με ένα τάπερ και τοποθετήθηκε δίπλα στην εξώπορτα, μαζί με φρούτα και σοκολάτες. Ούτε τέσσερα λεπτά δεν έμεινε εκεί. Ψωμιά, μπισκότα, βασιλόπιτες και άλλα γλυκάκια ακολούθησαν την τερίν και νομίζω πως έδωσαν πολλή χαρά στον κόσμο που τα πήρε. Όση γαλοπούλα έμεινε έγινε σάντουιτς με μουστάρδα και ήταν ο τέλειος φίλος για κάτι παράξενες νύχτες που γυρνάγαμε στο σπίτι αργά. Τελικά, επιστρέψαμε στην κανονική όψη του ψυγείου. Σχεδόν άδειο, μόνο τα βασικά, και η κατάψυξη μια παγωμένη έρημος με κάτι βότκες και τσίπουρα στο βάθος. Όπως πρέπει. Στα ντουλάπια επέστρεψαν όλα τα σκεύη, τακτοποιήθηκαν από την αρχή και οι πάγκοι άδειασαν από όλα τα αναγκαία πράγματα των προηγούμενων ημερών, που τώρα έγιναν περιττά. Κάτι τέτοιες στιγμές σκέφτομαι πως για όσους μαγειρεύουν οι γιορτές είναι ένα γιγαντιαίο τσουνάμι. Ακόμα κι αυτό κάποια στιγμή κοπάζει και πρέπει όλα να πάνε στη θέση τους.
13.1 Κυριακή
Έχω τρεις ανοιχτές μαρμελάδες με εσπεριδοειδή στο ψυγείο ανοιχτές, με πάνω από τη μισή ποσότητα στην καθεμιά αχρησιμοποίητη. Ώρα για αυτοσχέδια τάρτα. Ετοιμάζω μια ζύμη για γλυκιά τάρτα, την αφήνω να ξεκουραστεί στο ψυγείο και να σφίξει το βούτυρο μισή ώρα, την ανοίγω με τον πλάστη και την απλώνω στο ταψί τάρτας με τον αποσπώμενο πάτο (sic). Την καλύπτω με μεμβράνη και την ξαναβάζω στο ψυγείο. Παράλληλα, ετοιμάζω το frangipani. Όχι το λουλούδι. Τη ζύμη αμυγδάλου που είναι ιδανική για γέμιση τάρτας. Πρόκειται για μία από τις δέκα πιο σημαντικές γεύσεις που μπορεί να προκύψουν από μία κουζίνα. Και είναι σχετικά απλή η κατασκευή της. Τέσσερα υλικά, όλα σε ίσες ποσότητες, αυτό πρέπει πάντα να θυμάστε. Λοιπόν, στο food processor αναμειγνύω καλά 250 γρ. βούτυρο ανάλατο με 250 γρ. ζάχαρη. Προσθέτω, με το μηχάνημα αναμμένο, ένα-ένα διαδοχικά και περιμένοντας να απορροφηθούν και να ενωθούν καλά με το μείγμα 4 αυγά (250 γρ. χωρίς τα κελύφη), τελειώνω με 250 γρ. αλεσμένα αμύγδαλα και συνεχίζω να χτυπώ μέχρι να έχω μια αφράτη κρέμα. Σε αυτό το σημείο κάποιοι προσθέτουν βανίλια ή εσάνς αμυγδάλου κ.λπ. Η αυθεντική συνταγή δεν συμπεριλαμβάνει τέτοια αρωματικά και, για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι χρειάζεται. Τα αμύγδαλα και το ανάλατο βούτυρο μυρίζουν θεσπέσια. Επαναφέρω το ταψί της τάρτας από το ψυγείο, αφαιρώ την πλαστική μεμβράνη και απλώνω τις τρεις μαρμελάδες που έχω ενώσει σε μία! Καλύπτω με την κρέμα frangipani και ψήνω στους 170 βαθμούς μέχρι να πάρει ένα ωραίο χρυσό χρώμα η τάρτα μου, περίπου 35-40 λεπτά. Αριστούργημα! Σας το προτείνω, θα νικήσει και τυχόν post holiday blues που έχετε. Σας φιλώ.
σχόλια