Σάββατο 12:05 μ., Ηρώδου Αττικού
Η Ηρώδου Αττικού είναι από μια άποψη ο λιγότερο αθηναϊκός δρόμος της Αθήνας. Είναι φαρδύς, καθαρός, άδειος, δεν πατάς κακά σκύλων, συναντάς ελάχιστα άτομα (ο ένας στους δυο είναι έτσι κι αλλιώς μπάτσος). Επικρατεί απόλυτη ησυχία - οι τσολιάδες είναι ακούνητοι έξω από τα κουβούκλια τους και το μόνο που ακούγεται είναι το αυτόματο πότισμα που κάνει φςςςςςςςςςςς από τον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου. Περνώντας μια λιμνούλα με νούφαρα ( νούφαρα; Ποιος έχει κήπο με νούφαρα στην Αθήνα;) κοιτάω ένα ορθάνοιχτο παράθυρο - από μέσα ξεπροβάλλει μια ηλικιωμένη κυρία μπροστά από ένα πολυέλαιο· διαβάζει ένα βιβλίο. Μια συμφοιτήτριά μου είχε κάποτε γράψει ένα ποίημα για τα σπίτια των άλλων ανθρώπων - κατασκόπευε τους γείτονές της πίσω από τους προσεκτικά κουρεμένους θάμνους της Κηφισιάς. Έχουν κάτι νοσηρά ελκυστικό οι ζωές των άλλων. Όταν περνάω από πυκνοκατοικημένες περιοχές, ένα μισάνοιχτό παράθυρο, μια κουζίνα με αναμμένα φώτα, το περίγραμμα μιας κυρίας με μπικουτί είναι αρκετά για να ενθουσιαστώ. Ούτε καν τα παντζούρια δεν με σταματούν. Αναρωτιέμαι τι κάνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι μέσα σε όλα αυτά τα διαμερίσματα πίσω από τα πατζούρια τους αυτή τη στιγμή - τώρα. Μου αρέσει να σκέφτομαι πως κοιμούνται ή κάνουν έρωτα.
Σάββατο 02:30 μ.μ., Switch Bar, τα γενέθλια του Ν.
Ενώ τα πράγματα είναι ήρεμα και χαλαρά, στο βάθος του μπαρ, μπροστά από την ψυχεδελική ταπετσαρία με τα πράσινα λαχούρια συνωστίζονται 40 άτομα - όλα μαζί . Θέλουμε να είμαστε όλοι κοντά στον εορτάζοντα; «Χρόνια πολλά, Ν.» του λέμε κάθε δυο λεπτά και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας, σαν κάτι ρετρό μεθυσμένους γέρους που λένε «γεια μας Μήτσο», «γεια μας Γιωργάρα» κάθε δεύτερο λεπτό, ενώ φροντίζουμε να απομακρύνουμε τους άσχετους με αγκωνιές. Βγαίνουμε στο πίσω μπαλκόνι και χαζεύουμε τη θέα -τα πρώτα κτίρια της Ευριπίδου, άπειρες κεραίες στη σειρά- με μουσική υπόκρουση το Τainted Love. «Χρόνια πολλά Ν», «Ναι, χρόνια πολλά Ν.», «Ν., δεν ξέρω αν στο 'πα, χρόνια πολλά». Αντί να μας πει να σκάσουμε, γελάει.
Κυριακή 11.00 π.μ., στο κρεβάτι. Κάτι δεν πάει καλά. Κοιμήθηκα στις 06.00. Γιατί είμαι ξύπνια; Γιατί; Τι μου συμβαίνει;
Στην αρχή νομίζω πως βλέπω εφιάλτη - μετά καταλαβαίνω πως είναι απλώς μια πρόβα παράφωνου συγκροτήματος με ρεπερτόριο κακού μαθητικού πάρτι: Red Hot Chili Peppers, Nirvana και RΕΜ τραγουδισμένα με στόμφο και πόνο. Κλείνω τα μάτια μου κι ελπίζω, προσεύχομαι μάλλον, πως ο τύπος θα σκάσει. Κοιμήθηκα στις 6.00 το πρωί. Χτες το βράδυ ξέχασα να κλείσω τα πατζούρια - βλέπω τον ουρανό και τους ευκαλύπτους του Καλλιμάρμαρου. Από το ξύλινο χώρισμα του διπλανού διαμερίσματος ξεπροβάλλει ένας φοίνικας (με λίγη προσπάθεια μπορώ να πείσω τον εαυτό μου πως είμαι σε μια καμπάνα στον Αστέρα). Σηκώνομαι από το κρεβάτι ως κινούμενο ράκος, με ένα μαλλί που θυμίζει χελιδονοφωλιά. Δυστυχώς τα πράγματα χειροτερεύουν - πέφτουμε στους Πυξ Λαξ: Θα μου διαβάσεις του Ελύτη τις καντάδες μα δροσουλίτες δε θα βλέπεις πουθενά. Δεν ξεψυχάνε στα κατσάβραχα οι Ζορμπάδες αν η γοργόνα έχει απάντηση ξανά.
σχόλια