Σάββατο πρωί, σε καφέστο Παγκράτι
Διαβάζω περιοδικά καιπίνω καφέ μέσα σε μια σαββατιάτικηραστώνη όταν ακούω μια φωνή από τοαπέναντι τραπέζι. «Η Νάντια δεν είναιμια οποιαδήποτε Νάντια που έτυχε ναπεράσει από τη ζωή σου. Εγώ αυτά δεν τασηκώνω. Πώς άφησες τους φίλους σου νασου μιλήσουν έτσι για μένα; Πώς τους τοεπιτρέπεις;» λέει με τρεμάμενη φωνή μιακοπέλα γύρω στα 25 σε έναν ξανθό τύπο πουτην κοιτάει σαν ζαρωμένο ψάρι στη γωνία.(Πάω να τον λυπηθώ αλλά μετά βλέπω ότιέχει ένοχο βλέμμα. «Χμμμ» σκέφτομαι).Όσο εκείνος δεν μιλάει και κοιτάει τοτραπέζι τόσο εκείνη εξαγριώνεται. «Δενφταίνε οι φίλοι σου, φταις εσύ! Έλα τώραρε Νίκο που δεν καταλαβαίνεις!» του λέειπλέον μέσα από τους λυγμούς της. Σηκώνεταινα φύγει αλλά αλλάζει γνώμη και τελευταίαστιγμή παίρνει τη ρεβάνς: γυρνάει πίσω,αρπάζει μια κούπα με καφέ και του τονφέρνει στο κεφάλι. Αυτός κοιτάει σχεδόνατάραχα την πλάτη της, ενώ προσπαθεί νακαθαρίσει το πρόσωπό του από τον καφέ.
Κυριακή απόγευμα, σεσπίτι στον Διόνυσο
Καθόμαστε σε ένα μεγάλοτραπέζι στην αυλή ενός παλιού σπιτιούστο Διόνυσο. Από πίσω μας η μητέρα τηςΑ. μαγειρεύει σχεδόν μηχανικά με τηνπόρτα της κουζίνας ανοιχτή: ομελέτες ,σπανακόπιτες και σάντουιτς («Σταμάταρε μαμά να μαγειρεύεις». «Μα τίποτα δενφάγατε»). Λέω στα παιδιά τα χθεσινά μετον Νίκο και τη Νάντια και γελάμε - εγώκλοτσάω κάτι πεσμένα φύλλα κάτω από τοτραπέζι. Από πίσω ακούγεται το ραδιόφωνο.Ο Κ. κάτι μας διηγείται όταν μας λέειγια τη φίλη του, τα ‘χουν σχεδόν δυομήνες τώρα. «Mου αρέσειαυτή η κοπέλα γιατί με ξεκουράζει». Ποτέμου δεν κατάλαβα τι σημαίνει η έκφραση«με ξεκουράζει» όταν την χρησιμοποιείκανείς για έναν άνθρωπο με την οποίοέχει οποιουδήποτε είδους ερωτική σχέση.«Τι εννοείς ρε Κωστή; Δεν έχει απαιτήσεις;Δεν σε ζαλίζει; Τι πάει να πει σεξεκουράζει;» του λέω εκνευρισμένη. «Έχωβαρεθεί να βλέπω ανθρώπους που φοβούνταινα δώσουν οτιδήποτε πραγματικό από τονεαυτό τους κι έτσι προτιμούν να ξοδεύονταισε ηλίθιες σχέσεις με ακόμα πιο ηλίθιουςανθρώπους που «τους ξεκουράζουν» επειδήαισθάνονται μοναξιά ή τους λείπει τοσεξ. Πιο ειλικρινές θα ήτανε να κοιμάσαιμε όποιον να 'ναι παρά αυτό που κάνειςτώρα. Άι στο διάολο πια. Φυγόπονο καθίκι.»του λέω παθιασμένα και μετά βλέπω τουςυπόλοιπους που έχουν σκάσει στα γέλια.Ο Θεός να με φυλάει από τον άνθρωπο πουθα με ξεκουράσει, σκέφτομαι. Δεν θέλωνα ξυπνήσω μια μέρα παγιδευμένη από τονοίκτο με έναν πλαστικό κόμπο στον πάτοτου στομαχιού μου, προσπαθώντας να βρωτο κουράγιο να φύγω. Οι άνθρωποι πουαξίζουν τον κόπο να είσαι μαζί τους δενείναι ποτέ «ξεκούραστοι». Πάλι καλά.
σχόλια