Μελίσα,Μελίσα, Μελίσα... Kάτιμου θύμιζε αυτό το όνομα. Ναι, βέβαια,τη βραζιλιάνικη εταιρεία που φτιάχνειαποκλειστικά πλαστικά παπούτσια σεδιάφορα χρώματα. Με απατούσε ο Ροντρίγκομε τα Melissaμου; Κι αν ναι, με ποιο μοντέλο; Έτρεχαστην παπουτσοθήκη μπερδεμένη όταν μουήρθε μια αναλαμπή, από αυτές τις εκλάμψειςμνήμης που μου συμβαίνουν μια φορά κάθεδέκα χρόνια. Η πρώην του η Μελίσσα! Όχιη Plasticodellic,η Αυστραλέζα! Τα έφτιαξε ξανά μαζί τηςπίσω απ΄την πλάτη μου; Και πώς τα έφτιαξεεφόσον εκείνη μετακόμισε από ΒραζιλίαΣίντνεϊ κι εκείνος Ελλάδα; Με mail;
Tα μόνα mailπου έπαιρνα εγώ ήταν από τους ΕΛΛΠΡΟΒΡΑ.(«Άαααντε, πότε φεύγουμε Brasil;»)Έγραψα λίγες φράσεις: «ΑγαπητοίΕΛΛΠΡΟΒΡΑ». «Θα είμαι αισιόδοξη».«Ετοιμαστείτε να κλάψετε». «Εγώκαι ο Ροντρίγκο χωρίζουμε».
Τις επόμενεςμέρες ανακοίνωσα τοχωρισμό μου στην bitchgirl B,στη The Body,στον πρώην μου το Φτεροπόδαρο, στηΧιονάτη, στην Α, ακόμη ακόμη και στοMεγάλο Έρωτα Της Ζωής Μουπου μένει ανεκπλήρωτος απ' τα δεκάξιμου χάρη σε θεωρία του Νταν Νταν. Τονσυνάντησα τυχαία καθώς πήγαινα στοπερίπτερο να πάρω τσιγάρα. (Μπροστά μουορθωνόταν το μέλλον, με ζωντανούςκοιλιακούς και μαύρα μάτια, κι εγώ τοκοίταζα αχτένιστη, με σαγιονάρες καιμάτια πρησμένα απ΄το κλάμα. Μπορείκανείς να μου εξηγήσει αυτόν τοδιεστραμμένο φυσικό νόμο κατά τον οποίοπάντα θα πέσουμε πάνω σε Εκείνον ότανείμαστε στα χειρότερά μας;) Κι εφόσονεξήγησα τα πάντα αναλυτικά και σε αυτόνκαι σε όλους, τελευταίος φυσικά έμαθεότι χώρισα ο άμεσα ενδιαφερόμενος. ΟΡοντρίγκο.
«Χωρίζουμεγιατί έχεις δέκατο ένατο πλάνο πίσωαπ΄την πλάτη μου» του ανακοίνωσαήρεμα και πολιτισμένα. (Τα δικά μας πλάναζωής τότε είχαν φτάσει τα δεκαοκτώ). «Μετη Μελίσα». Εντάξει, δεν το είπαακριβώς έτσι. Πέταγα τα ρούχα του απ΄τομπαλκόνι, έτρεχα και τα ξαναμάζευα-γιατί εγώ τα πλένω- του έκλεινα τηνπόρτα στα μούτρα, την ξανάνοιγα, έφτιαχνατη βαλίτσα μου και πήγαινα εγώ μέχριτην πόρτα, με τον Ζαμπονάκη και τηνΚοκαλίνα να με ακολουθούν από πίσω,γυρίζαμε κι οι τρεις απ' την πόρτα πίσωστο κρεβάτι γιατί δεν είχαμε πού αλλούνα κοιμηθούμε.
Εκείνοςείπε ότι μου το φύλαγε για έκπληξη. Μιααυστραλέζικη εταιρεία animationsτον είχε προσλάβει. Του είχε βρει τηνδουλειά η Μελίσα και ήθελε να είναι όλαέτοιμα όταν μου το ανακοίνωνε: Φεύγουμεγια Αυστραλία. Αυστραλία; Έβγαλε απ΄τοσυρτάρι του και τη δική μου φόρμα γιατην βίζα. Κι άλλη μια φόρμα που θασυμπλήρωναν τα γατιά. Η οποία διαπίστωσαότι έγραφε στο πίσω μέρος πως τα γατιάστην Αυστραλία μένουν καραντίνα μέχρικαι ένα χρόνο! Ένιωσα ξανά σαν την μάναπου της έλεγαν οι Γερμανοί να διαλέξειποιος θα ζήσει. Ο άντρας της ή τα παιδιάτης;
Ο Ροντρίγκοείπε ότι οποιοδήποτε λογικό άνθρωπο ναρωτούσαμε θα απαντούσε ότι δεν γίνεταινα κλωτσάς το μέλλον σου για δύο γάτες- δεν μπορούσα να τις αφήσω στη μαμά μου;Όχι. Γιατί είχα αφήσει γάτες στη μαμάμου. Στα δεκαεπτά, που έφευγα να σπουδάσωστην Αθήνα. Συγκεκριμένα της άφησα:είκοσι μία γάτες, δυο σκύλους, δυο χελώνεςκαι τρεις νυχτερίδες που είχαν πέσεινεογέννητες στο μπαλκόνι κι ήταν πολύγλυκές καθώς τις τάιζα γάλα, μέχρι πουμεγάλωσαν κι έσπειραν τρόμο και σύγχυσηστη γειτονιά. Θέλετε να ξέρετε τηνκατάληξη που είχαν τα ζώα μου όταν άφησατη μαμά μου να τα προσέχει; Tαέχασε! Είκοσι οκτώ ζώα! Λες κι είναιλαστιχάκια για τα μαλλιά. (Όσα κι αναγοράζεις, χάνονται μυστηριωδώς γιαπάντα).
«Να παςεσύ» είπα έντρομη στον Ροντρίγκο.«Εγώ θα μείνω πίσω να φροντίζω τονΖαμπονοτυροπιτούλη και την Κοκαλίνα».Αν και στο μυαλό μου έτρεχε εκείνη ηεικόνα. Το Ιπτάμενο Σπίτι. Με το πουχτυπάς το κουδούνι κι ανοίγει η πόρτα,τρίχες σηκώνονται ξαφνικά από παντούμε το ρεύμα του αέρα, από το πιάνο, τηντηλεόραση, στριφογυρίζουν κι ανεβαίνουνμέχρι τον πολυέλαιο, αιωρούνται λίγοκι ύστερα αρχίζουν να πέφτουν αργά προςτα κάτω και πάλι τα σκεπάζουν όλα στοσαλόνι, τον καναπέ, την τηλεόραση, τοσκρίνιο με τη γαμήλια φωτογραφία πάνωτου.Αλλά η κυρία που μόλις σου άνοιξετην πόρτα έχει Αλτσχάιμερ και δεν θυμάταιποιο είναι το ζευγάρι στη φωτογραφία.Κι οι γάτες ζουν το πολύ δεκαπέντεχρόνια. Το μόνο που έμεινε τελικά απ'τη ζωή της είναι τρίχες.
(συνεχίζεται)
σχόλια