Δυο μήνες είχαν περάσειπου είχα μετακομίσει στο νησί κι οιψυκτικοί όλο μου έδιναν ραντεβού γιανα τοποθετήσουν το καταραμένο το aircondition, αλλά κανείς δενεμφανιζόταν. Το πλυντήριο, μια απ' ταίδια. Πάνω που ξυπνούσες για το ραντεβούείχε έρθει η ώρα της σιέστας κι απαγορευότανρητά να πάρεις οποιονδήποτε τηλέφωνογια να τον βρίσεις που δεν ήρθε. Στηναρχή με εκνεύριζαν αυτά, αλλά τώρα ήμουνεγώ που τους πετύχαινα στο δρόμο καιτους έλεγα «μην αγχώωωνεσαι, δενφεύγει το air condition,έεεελα όποτε θεεεες. Όχι μωρέεεε, δενθα έχει καύσωνα φέτοοοος». Η υγρασία,παιδάκι μου. Έτσι και σε χτυπήσει ηυγρασία των νησιών στο κεφάλι, μπαίνειςκι εσύ στο ρελαντί. Ξαφνικά, ανακάλυπτακι εγώ ότι καλό και το καθισιό. Κι ότικαλό το καθισιό, αλλά καλύτερη η ξάπλα.
Η μόνιμηθέση μου ήταν πια πάνω σε μια ξαπλώστρα.Είχα πιάσει φιλίες με τη TheBody από το beachbar και μπίρι μπίρι μεμαργαρίτες φράουλα μέχρι τη δύση τουήλιου. Τι λέγαμε; Δυο εβδομάδες μόνο γιατην Α. Δεν την ήξερε την Α. η TheBody, ήξερε όμως ότι κόντευενα γεννήσει και όνομα για το παιδί δενείχε βρεθεί. Κρατούσαμε σημειώσεις μεεύκολα ονόματα - εννοώ τόσο εύκολα πουθα μπορούσε να τα θυμάται και η Α. καιόλες οι φίλες της. Μια απλή τελεία, αςπούμε... Η The Bodyέλεγε γιατί δεν το κάνουμε «.com»,που ακούγεται και πιο ωραία για αγόρι;(Ντοτ Κομ). Αλλά και το «@» δεν ήτανάσχημο όνομα για το παιδί - δεν θαχρειαζόταν να σκεφτεί και υπογραφή στομέλλον.
Εκτός απότη γνωριμία μου με τη TheBody, τίποτα άλλο συνταρακτικόδεν συνέβη. Πέραν ίσως του ότι αυξήθηκανοι τιμές των αντισυλληπτικών. Ξαφνικάδεν έβρισκες τα αντισυλληπτικά πουέπαιρνες γιατί η εταιρεία τα απέσυρε.Αλλά είχε βγάλει στην αγορά το ίδιο χάπιμε άλλο όνομα και τώρα κόστιζε τατριπλάσια. «Μέχρι το τέλος τουκαλοκαιριού θα έχουν φτάσει είκοσι ευρώτο πακέτο, όπως Αμερική» ήταν σίγουρηη φαρμακοποιός. Η The Bodyόμως πίστευε ότι θα φτάσουν στα τρίαχιλιάρικα ευρώ, όσο και τα έξοδα γέννας.Ήταν μια ολοφάνερη πλεκτάνη της κυβέρνησηςγια να καταπολεμήσει την υπογεννητικότητα,έλεγε. «Ναι, αλλά τα παιδιά πάνεφροντιστήρια, πιο ακριβά βγαίνουν απ'τα χάπια» έλεγα εγώ. Η TheBody ρωτούσε «και πού τοξέρεις ότι στο μέλλον δεν θα είναιυποχρεωτικό να στέλνεις τα αντισυλληπτικάσου φροντιστήρια; Τόσους καθηγητές, τοκράτος θα τους πληρώσει;». Είχαμεβυθιστεί σε θεωρίες συνομωσίας. Εφόσονσε ένα νησί δεν συμβαίνει τίποτα για νασε ταράξει, το δημιουργείς. Έτσι ησυζήτηση πήγαινε μετά στα όντα απόάλλους πλανήτες και για χαλάρωσηξαναγύριζε από εκεί που ξεκίνησε: «Τοόνομα Batida deCoco πώς σου φαίνεται γιαπαιδί;»
Η φράντζαμου έφτασε στο τέλος της μύτης, αλλάούτε η κομμώτρια εμφανίζονταν σταραντεβού για να με κουρέψει κι ούτε κιεγώ πήγαινα - είχα μάθει πια. Ευτυχώς ηThe Body ήξερεένα περίεργο χτένισμα, μου τη στερέωνεπάνω με καλαμάκια και ομπρελίτσες γιακοκτέιλ κι έβλεπα ξανά τον κόσμο. «Θεέμου, Θεέ μου» μουρμούριζε στονΡοντρίγκο ο αδελφός μου κάθε φορά πουπερνούσα έξω από τον όπως πάντα άδειοΜαύρο Γάτο με τα καλαμάκια στο κεφάλι,«εδώ εμείς καιγόμαστε για παραπάνωπροσωπικό και η αδελφή μου χτενίζεται!»
Τώρα διέδιδε ότι στομπαρ χρειάζονταν τάχα να προσλάβουνεπειγόντως κι έναν δημοσιογράφο. «Τινα γράφει καλέ, το μενού;» ρώτησα εγώ.Ναι, το μενού, έλεγε, χρειάζονταν ένανειδικό. Γιατί οι Νοτιοϊταλοί λένε ότιγια να πετύχει ένα μαγαζί ή πρέπει ναέχει πράγματα διαφορετικά ή πρέπει ναέχει τα ίδια ακριβώς με τα άλλα μαγαζιά,αλλά να φαίνεται ότι έχει διαφορετικά.Για παράδειγμα, το «κλαμπ σάντουιτς».Το μενού του Μαύρου Γάτου το έγραφε μετο ελληνικό του όνομα για να θαμπώσειτους πελάτες: «Λέσχη διπλοφετόψωμου».Οπότε ήθελε τώρα να με προσλάβει για ναμεταφράσω ορθά το «hamburger»και το «κοκτέιλ». Κι αν το έκανα,έλεγε, στο μαγαζί θα γινόταν κόλαση απόκόσμο, εγγυημένα.
Και τότεμου ήρθε μια ιδέα. Ένας εκπαιδευτήςμπάρμαν μου έδωσε κάποτε μυστικέςσυνταγές. «Αν ποτέ αποτύχεις στη ζωήσου», μου είπε, «βάλε σ' ένα σέικεραυτά κι αυτά τα συστατικά και το αποτέλεσμαπούλα το». Οι συνταγές του ευθύνοντανγια τα πιο επιτυχημένα μπαρ της Ταϊλάνδης,του Μαυρίκιου και του Άγιου Δομίνικου.Κακήν κακώς, σύρθηκα μια μέρα σε σούπερμάρκετ και μαγαζιά με βότανα. Μπήκα στονΜαύρο Γάτο με τρεις σακούλες μυστικάσυστατικά. Ο Ροντρίγκο και ο αδελφόςμου με κοίταζαν με απορία που έκαναεπιτέλους κάτι - αν και δεν ήξεραν τι.«Κατάλαβες» είπε τελικά ο αδελφόςμου στον Ροντρίγκο. «Εδώ εμείςπνιγόμαστε στη δουλειά, κι η αδελφή μου,όπως πάντα, στο shoppingtherapy».
(συνεχίζεται)
σχόλια