Τι νέα, ψιψίνα;

Τι νέα, ψιψίνα; Facebook Twitter
0

Είχαμε πάρει ένα γάτο που τον ονομάσαμε «Γάτο», και για να μην είναι μόνος του πήραμε και μια γάτα που την ονομάσαμε «Γάτα». Επειδή κάποιοι φίλοι είπαν ότι θα πάθουν κόμπλεξ τα γατιά με αυτά τα ονόματα, ξαναβαφτίσαμε. Τον μεν Ζαμπονοτυροπιτούλη (από τις προτιμήσεις του στο φαγητό), την δε Ομορφούλα (γιατί ήταν μικρή, με το που μεγάλωνε θα το κάναμε «Μουνάρα»).  

Από την αρχή η Ομορφούλα τού κάθισε κάπως του Ροντρίγκο, γιατί ήταν φουντωτή κι άφηνε πολύ τρίχα στο κρεβάτι (ναι, όλοι μαζί κοιμόμασταν) και γιατί δεν τα έπαιρνε τόσο εύκολα όσο ο αρσενικός. Την έλεγε χαζή. Εγώ, με την Ομορφούλα επικοινωνούσα. Τη ρωτούσα κάτι, απαντούσε, τη ρωτούσα κάτι άλλο, απαντούσε, κι όση ώρα ρωτούσα πράγματα εκείνη πάντα συνέχιζε «μιάου μιάου»· και ξημερώναμε με αυτό το παιχνίδι, γι' αυτό δεν τελείωνα ποτέ τα κείμενα στην ώρα μου - τώρα ξέρετε. Τα πράγματα ξεκαθαρίστηκαν εξαρχής. Η Ομορφούλα ήταν δικό μου παιδί και ο Ζαμπονοτυροπιτούλης ήταν παιδί του Ροντρίγκο. (Και τα δύο ξώγαμα, από προηγούμενες σχέσεις μας.) «Ομορφουουούλα, Ομορφουουούλα, για ύπνο τώρα» έβγαινα κάθε βράδυ στο μπαλκόνι και φώναζα με το χέρι στη μέση και την παντόφλα να τρέμει αγχωμένα στο πόδι, μέχρι που εκείνη εμφανιζόταν τρέχοντας, όπου κι αν είχε πάει. Δηλαδή δεν είχε και πολλά μέρη να πάει, μόνο τις δυο διπλανές ταράτσες. Πώς στο καλό χάθηκε το γατί από τον έκτο όροφο; Την απήγαγαν και θα ζητούσαν λύτρα, όπως έχει συμβεί με τόσα και τόσα παιδιά πλουσίων σαν κι εμάς;

Πήγα στη διπλανή πολυκατοικία να ρωτήσω. Άνοιξε μια γιαγιά με μαλλί κανταΐφι. «Έχω χάσει τη γάτα μου...» ξεκίνησα· «ναι, ναι, ακούω που την ψάχνετε» είπε εκείνη «και λέω στην δικιά μου "καλέ, πώς είναι δυνατόν να φωνάζουν κάποια άλλη Ομορφούλα; Εσένα δε σε έχουν δει;"». Στα πόδια της εμφανίζεται ένα μπλαβιασμένο γατί και φεύγω να ρωτήσω στο κάτω διαμέρισμα. Μου έχουν πει ότι κι εκεί μένει μια γιαγιά που αγαπάει τις γάτες, δηλαδή αυτή την έχει σουφρώσει. Μια γιαγιά με γυαλιά-τηλεοράσεις και πράσα μαλλιά. Εκεί που της μιλάω ακούω ένα «γκου γκου»· πετάγεται μέσα από το διαμέρισμα ένας παππούς-φυτό, φορά φανελάκι και τίποτα από κάτω, με πιάνει από το χέρι και προσπαθεί να με βάλει μέσα στο διαμέρισμα. Πατάω κάτι φωνές - «μη φοβάσαι, μη φοβάσαι» μου λέει σαρδόνια η γιαγιά με το γυαλί-τηλεόραση, αλλά έχω ήδη κουτρουβαλήσει στις σκάλες με χτυποκάρδι θύματος σε θρίλερ, πριν το πετσοκόψουν. Όλοι οι τρελοί εδώ μένουν;   

Χτυπάω την πόρτα του κυρίου του κάτω ορόφου, ενός εργένη, ωραίου. «Πω πω, πόσο σε καταλαβαίνω, είχα χάσει κι εγώ τη δική μου γάτα κι ήθελα να πεθάνω» μου λέει. «Μένω μόνος μου και ξέρεις, η γάτα μου ήταν η σύντροφός μου. Μετά πήρα τη Μέριλιν, και δεν την αφήνω να ξεμυτίσει - χειμώνα καλοκαίρι, πόρτες παράθυρα κλειστά στο διαμέρισμα». Με το που ακούει το όνομά της η Μέριλιν εμφανίζεται, και τι να δω; Ένα κεφάλι μπαλάκι του πινγκ πονγκ κι ένα σώμα ζέπελιν πάνω σε τέσσερα μικροσκοπικά ποδαράκια που τρεκλίζουν. Τόση ακινησία για να μην το σκάσει το γατί... Αλλά από ευγένεια του λέω ότι η Μέριλιν είναι κούκλα, απλά πρέπει να βάλει μπαλονάκι.   

Τέλος πάντων, είδα τις ζωές των άλλων αλλά Ομορφούλα δεν είδα. Γύριζα σαν τρελή στη γειτονιά με τη φωτογραφία της, έψαχνα στους ακάλυπτους και στους φωταγωγούς. «Μέχρι πότε θα ψάχνεις τη γάτα σου;» τσίριζαν κάτι γριές· «μην κολλάς ανακοινώσεις για το γατί σου εδώ» μου έλεγαν κάτι άλλες γριές. Την τέταρτη μέρα χτύπησα στο μοναδικό διαμέρισμα της παραδιπλανής πολυκατοικίας, του οποίου δεν είχα βρει τον κάτοικο. «Μη στενοχωριέσαι, ζώο ήταν» είπε εκείνος. Και με το που το λέει αυτό μπήγω κάτι κλάματα και δεν μπορώ να συνέλθω με τίποτα. «Έτσι μια μέρα εξαφανίστηκε και η γυναίκα μου» ξεκινά εκείνος μια ιστορία, αλλά βαριέμαι να ακούσω - ο καθένας ζει το δικό του δράμα. «Την τάιζα φιλέ μινιόν, της είχα πέντε κουρδιστά ποντίκια» έκλαιγα εγώ. «Κι εγώ στα όπα όπα είχα τη γυναίκα μου, αλλά τελικά έφυγε για να ζευγαρώσει με άλλον» έλεγε εκείνος. «Μα κι εσύ, δεν τη στείρωνες να μην το σκάσει;» έλεγα εγώ· «η Ομορφούλα στειρωμένη ήταν, γι' αυτό δεν καταλαβαίνω». «Νόμιζε ότι δεν τη θέλω αρκετά» συνέχιζε εκείνος, και τότε σκέφτηκα. Τον Ροντρίγκο. Που την έλεγε χαζή. Ή αυτός έφταιγε ή ο Ζαμπονοτυροπιτούλης - έσπρωξε την Ομορφούλα από το μπαλκόνι για να έχει όλες τις κροκέτες δικές του...
(συνεχίζεται)

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ