«Κι αυτό στις αποσκευές»είπα στη συνοδό εδάφους κι έδωσα με βαριά καρδιά το γκρι βαλιτσάκι με τον λιώμαγάτο μου μέσα. Κοίταξε λίγο ανάμεσα απ' τα καγκελάκια , «ναι, ξέρω» ψιθύρισε, «πάρτετον κύριο γάτο σας στην καμπίνα, θα του δώσω θέση». Εκεί που το αεροπλάνο ήτανπολύ μικρό και δεν χωρούσαν δυο γατιά στην καμπίνα, τώρα χωρούσαν σε κανονικέςθέσεις; Κάτι είχε παιχτεί εδώ. Η αεροσυνοδός μου έκλεισε το μάτι και μου έκανενόημα να κάνω γρήγορα. Σκευωρία μεταξύ των φαν αεροσυνοδών του Ζαμπονοτυροπιτούλη;Ήταν σε συνενόηση με τους φαν του στο pamediakopes; Ποτέ δεν έμαθα. Πάντως ο Ζαμπονοτυροπιτούλης, απόκει που ήταν να πετάξει μπουζουριασμένος στις αποσκευές, είχε πια ολόδική τουθέση στο αεροπλάνο! Business class μάλιστα, με σαμπάνιες, χαβιάρια και τέτοια. Η υπόλοιπη οικογένειαταξιδέψαμε φυσικά οικονομική θέση, με ένα ξερό σάντουιτς κι έναν καφέ, σανφτωχοί συγγενείς.
Ήταν το δεύτερο πιο γελοίο ταξίδι της ζωής μου- με πρώτο εκείνο που είχα κάνει με τον παππού μου που «χτυπούσε» στονανιχνευτή μετάλλων. Τον περνούσαν και τον ξαναπερνούσαν τον παππού μου από τονανιχνευτή, σίγουροι ότι κουβαλούσε όπλο, τον είχαν βεβρακώσει και του είχανβγάλει και τα παπούτσια, κι εκεί, να «ξαναχτυπά». Πρέπει να ήταν ο βηματοδότης τουπου «χτυπούσε», πήγαν να τον ξεκάνουν τον άνθρωπο. Τώρα πίστεψαν ότι κρύβαμε ταόπλα στα βαλιτσάκια των γατιών. Μου είπαν ότι έπρεπε να βγάλω τα ζώα από τακαλαθάκια τους για να τσεκάρουν τους πάτους. Ε, τότε είδε όλοι η αίθουσα έναν γάτοντυμένο γιαγιά (κόλπο Μαντόνας), αλλά το χειρότερο ήταν ότι καθώς άνοιξα τοκαλαθάκι της Κοκαλίνας, εκτοξεύτηκαν προς πάσα κατεύθυνση καμιά τριανταριά ποντικάκιαπου κουδούνιζαν και οι υπάλληλοι έτρεχαν από εδώ κι από εκεί να τα μαζέψουν. «ΒρεΚοκαλινάαααακι», είπα εγώ έτσι προσποιητά όπως μιλούν δημοσίως οι μανάδες σταπαιδιά τους, «εδώ τα είχες κρύψει τα ποντικάαακια σουουου;».
(Η ιστορία ξεκινά όταν ηΚοκαλίνα ήταν μικρή. Της είχα πάρει ένα ποντικάκι που κουδούνιζε από pet shop. Όταν το πετούσα, εκείνηέτρεχε και μου το έφερνε στο στόμα της. Το ξαναπετούσα πιο μακριά, το ίδιο. Η κτηνίατροςμου είπε ότι το ένστικτο της επαναφοράς δεν το έχουν οι γάτες όπως τα σκυλιά. Ηγάτα μου, είπε, ήταν πολύ έξυπνη -πέθανα από περηφάνεια- και μπορούσε να εκπαιδευτεί.Από εκείνη τη μέρα την Κοκαλίνα την αντιμετώπιζα σαν γατί-θαύμα. Την εκπαίδευα νακάθεται, να δίνει το χέρι της, να επιτίθεται στους γείτονες... Τίποτα. Η ευφυίατης τελείωνε στα ποντικάκια. Αλλά μιλάμε για μεγάλο κόλλημα. Με το που έλεγα «πούείναι το ποντικάκι σου;» έκανε το σπίτι φύλλο και φτερό μέχρι να το βρει και ναμου το φέρει στα πόδια. Και να σου όλη μέρα να πετάω το ποντίκι, να φέρνει τοποντίκι, να ξαναπετάω το ποντίκι, πάνω, κάτω, δεξιά, αριστερά, πάνε ποτήρια, πάνεφωτιστικά, πανικός. Μέχρι που το ποντίκι, μια μέρα, ξαφνικά, εξαφανίζοταν. Τηςαγόραζα καινούριο, μέχρι που χανόταν κι αυτό. Δε μπορούσα να λύσω το μυστήριομε τα ποντικάκια μέχρι εκείνη τη μέρα στο αεροδρόμιο. Τα έκρυβε όλα στον πάτοαπ' το βαλιτσάκι της!)
«Κακό Κοκαλινάκι,κακό-κακό-κακό»της έλεγα στην πτήση. «Δεσποινίς, σταματήστε να τη χαϊδεύετε γιατί αφήνειτρίχες και πιθανόν να υπάρχουν αλλεργικοί στο αεροπλάνο» μου έλεγε ηαεροσυνοδός. «Κλείστε το βαλιτσάκι και βάλτε την ήσυχα στα πόδια σας». Στα πόδια μου; Ενώ ο Ζαμπονοτυροπιτούλης είχεδική του θέση; Να πάθει ψυχολογικό ηΚοκαλίνα; «Κλαίει αν δεν με βλέπει» επέμενα. «Βλέπετε πόσο ήσυχη είναι έτσι.Καμιά σχέση με το μωρό στο μπροστινό κάθισμα που μας έχει ξεκουφάνει...» Κιάντε να επαναλαμβάνω «πού είναι η πριγκιπισούλα;Πού είναι το Κοκαλινάκι, το πιο ωραίο γατάκι στον κόσμο;» γιατί μόνο ότανακούει τέτοια μένει ήσυχη. Tespa, όλα καλά, δηλαδή κανένα γατί δεν έχεσε στηνπτήση - έχεσε η Κοκαλίνα αργότερα, στο ταξί. Βγάλαμε τον ταξιτζή τρελό, ότιόχι, εμείς δεν μυρίζαμε τίποτα -εκείνος είχε ανοίξει τα παράθυρα κι έπαιρνεβαθιές ανάσες- και τέλος του ζητήσαμε και την κάρτα του για να φέρει τοκαλοκαίρι στο σπίτι μου το γάτο τον Μαρίτσα. (Ο γάτος ο Μαρίτσας είναι ο γάτοςτης Ηλέκτρας. Αστείρωτος εκείνος, θα έρχονταν απ' τη Νέα Υόρκη το καλοκαίρι ναβρει νύφη απ' την πατρίδα...)
«Είναι ολοφάνερο ότι είσαι έτοιμη για παιδί»σχολίασε ο Ροντρίγκο στο σπίτι καθώς ξεσκάτιζα την Κοκαλίνα. Παιδί; «Μα νομίζειςότι εσύ είσαι έτοιμος για παιδί; Ξέρεις να μαγειρεύεις υγιεινά; Να σιδερώνεις φούστεςμε βολάν; Να κάνεις παρκέ; Να διπλώνεις πετσέτες και να τις τοποθετείς μεχρωματική σειρά; Μάθε τα αυτά και μένω εγώ έγκυος» του είπα. «Κι εσύ τι θακάνεις;» ρώτησε. «Θα ξύνω την κοιλιά μου. Έχω ακούσει ότι οι έγκυες έχουν τρομερήφαγούρα...»
(συνεχίζεται)
σχόλια