ΘΥΜΑΣΤΕ ΤΟ BLACKBERRY, το πρώτο smart phone με το τετράγωνο σχεδόν σχήμα και το vintage πληκτρολόγιο; Θυμάστε τις μέρες που τα δίκτυα τακτικά υπερφορτώνονταν εξαιτίας των πολλών χρηστών; Θυμάστε την εποχή που οι τεχνο-σπασίκλες της Silicon Valley έμοιαζαν αθώοι και ρομαντικοί οραματιστές; Δεν είναι και τόσο αρχαία όλα αυτά, μια εικοσαετία πίσω μόλις σε ανθρώπινα χρόνια, παλαιολιθική περίοδος όμως σε σχέση με τους ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης της σύγχρονης τεχνολογίας.
Ένα τέτοιο παραμύθι από «τα παλιά» αφηγείται μια από τις απολαυστικές (αλλά και καίριες, στο μελαγχολικό μήνυμα που αφήνει) ταινίες που κυκλοφόρησαν φέτος. Πρόκειται για την άνοδο και την πτώση της εταιρείας Research In Motion που ίδρυσε ο (ελληνικής καταγωγής, φυσικά) Καναδός τεχνο-οραματιστής Μάικ Λαζαρίδης (τον υποδύεται ο ταλαντούχος Τζέι Μπάρουχελ), μαζί με τον κολλητό του Ντάγκλας Φέργκιν, τον οποίον ενσαρκώνει ο σκηνοθέτης της ταινίας Ματ Τζόνσον.
«Αν μπορώ να το ονειρευτώ, μπορώ να το κάνω να συμβεί», δηλώνει με μεσσιανικό στόμφο ο Μπάλσιλι, και για ένα διάστημα το BlackBerry καθιερώνεται ως το απόλυτο τεχνολογικό status symbol και φετίχ, ως το πλέον απαραίτητο αξεσουάρ / πολυεργαλείο.
Ανεξαρτήτως των προσδοκιών που μπορεί να έχει κανείς από ένα τέτοιο “business biopic”, η ταινία, που στηρίζεται (χαλαρά) στο βιβλίο του 2015 «Losing the Signal: The Untold Story Behind the Extraordinary Rise and Spectacular Fall of BlackBerry», των Jacquie McNish και Sean Silcoff, είναι τόσο φρέσκια, τόσο καλοπαιγμένη, και τόσο πυρετωδώς συναρπαστική κατά τόπους, που φαίνεται να βρίσκεται πιο κοντά σε κάτι σαν το “The Wolf of Wall Street” (αν είχε σκηνοθετηθεί με τον νευρώδη και «χειροκίνητο» τρόπο σειρών εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους όπως το Succession ή το The Office) παρά στο “Social Network” (για τον Ζούκερμπεργκ) ή στο “Jobs” (για τον αείμνηστο Στιβ Τζομπς, το iPhone του οποίου υπήρξε ως γνωστόν η ταφόπλακα του BlackBerry).
Όπως πολλές δημιουργικές ιδιοφυΐες, ο Μάικ και ο Νταγκ στερούνται την αδίστακτη συμπεριφορά και την αργκό της αγοράς που χρειάζονται για να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν σε ένα ξεσαλωμένο καπιταλιστικό σύστημα. Τότε είναι που εμφανίζεται δυναμικά στο κάδρο ο Τζιμ Μπάλσιλι (τον ερμηνεύει εξαιρετικά ο Γκλεν Χάουερτον, γνωστός σε όσους απολαμβάνουν εδώ και δεκαέξι κύκλους την σπαρταριστή σειρά It’s Always Sunny in Philadelphia), στερεοτυπικός γιάπης «καρχαρίας» με σαρκοβόρο επιχειρηματικό ένστικτο, που μυρίζει αίμα και χρήμα και αποφασίσει να επενδύσει στο φιλόδοξο πρότζεκτ τους (ένα κινητό τηλέφωνο που μπορεί να στέλνει e-mails!), με τον όρο να γίνει (συν)διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας του.
«Αν μπορώ να το ονειρευτώ, μπορώ να το κάνω να συμβεί», δηλώνει με μεσσιανικό στόμφο ο Μπάλσιλι, και για ένα διάστημα το BlackBerry καθιερώνεται ως το απόλυτο τεχνολογικό status symbol και φετίχ, ως το πλέον απαραίτητο αξεσουάρ / πολυεργαλείο. Και μετά ήρθε η ύβρις, η απληστία, η πτώση. Η φίρμα BlackBerry επιβιώνει μέχρι σήμερα, παρέχοντας υπηρεσίες ασφάλειας λογισμικού σε επιχειρήσεις και κρατικούς φορείς, η ομώνυμη ταινία όμως αποτελεί μια γλυκόπικρη και διακριτικά νοσταλγική χρονοκάψουλα που σε μεταφέρει όχι τόσο στο κοντινό παρελθόν, όσο σ’ ένα παράλληλο σύμπαν, τόσο ίδιο με το δικό μας, αλλά και τόσο διαφορετικό.