Παρόλο που πολλοί απορρίπτουν τα κόμματα και οι πάλαι ποτέ συνεκτικές κομματικές ταυτίσεις έχουν χαλαρώσει σημαντικά, δεν έχει υπάρξει ικανοποιητικός βαθμός προσέγγισης των πολιτών όσον αφορά τον τρόπο και την κατεύθυνση που οι ίδιοι προκρίνουν για την πολιτική διαχείριση των επίμαχων προβλημάτων.
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και παράδοξο το γεγονός ότι αφενός μεν τα κόμματα θεωρείται ότι κομματιάζουν την υποτιθέμενη ενιαία θέληση του λαού, αφετέρου αξιολογούνται αρνητικά από τους εκλογείς οι διεργασίες της κομματικής σύγκλισης που έχουν ως επακόλουθο να χάνεται η διακριτότητα στις θέσεις των κομμάτων πάνω στα πολιτικά διακυβεύματα.
Από τότε που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, λανσάροντας μια εκτεταμένη περίοδο αστάθειας η οποία αποδόθηκε με την έννοια «permacrisis», ο χώρος του κέντρου έγινε λιγότερο ελκυστικός για τους εκλογείς απ’ ό,τι ήταν έως περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Παίρνοντας αποστάσεις από τα κατεστημένα κόμματα και όλα όσα θεωρήθηκαν υπεύθυνα γι’ αυτό το μακρόσυρτο σερί των κρίσεων που μας έχει κατακλύσει, οι εκλογείς αποξενώθηκαν πολιτικά, ενισχύοντας σχηματισμούς που ήταν «εναντίον του κατεστημένου» (anti-establishment) ή και «κατά του συστήματος» (anti-system).
Από τότε που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, λανσάροντας μια εκτεταμένη περίοδο αστάθειας η οποία αποδόθηκε με την έννοια «permacrisis», ο χώρος του κέντρου έγινε λιγότερο ελκυστικός για τους εκλογείς απ’ ό,τι ήταν έως περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Χαρακτηριστικό της εποχής που διανύουμε είναι το γεγονός ότι οι μετριοπαθείς εκλογείς απλώνονται σε ένα μεγαλύτερο εύρος πάνω στον άξονα αριστεράς - δεξιάς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η σύγκλιση των κομμάτων στο ιδεατό κέντρο του ιδεολογικο-πολιτικού άξονα να μην αποτελεί πλέον μια τάση αναγκαία προκειμένου αυτά αφενός μεν να συγκρατήσουν τους σταθερούς εκλογείς τους και αφετέρου να κερδίσουν την πλειοψηφία των εκτός κομματικών γραμμών διεκδικήσιμων ψηφοφόρων, επικρατώντας έτσι στην εκλογική αναμέτρηση.
Η άποψη ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι στις σύγχρονες δημοκρατίες είναι μετριοπαθείς υπό την έννοια ότι συγκλίνουν σε ενδιάμεσες θέσεις πάνω στον άξονα της πολιτικο-ιδεολογικής αντιπαράθεσης ήταν ένας από τους βασικούς ισχυρισμούς του οικονομολόγου Anthony Downs. Ο Downs υπήρξε συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του εμβληματικού βιβλίου «An Economic Theory of Democracy» (Νέα Υόρκη 1957), ενός πονήματος που ανήκει στα κλασικά έργα της εμπειρικά εδραιωμένης θεωρίας για τη δημοκρατία, το οποίο άλλαξε ριζικά τον τρόπο ανάλυσης του κομματικού ανταγωνισμού και της εκλογικής συμπεριφοράς [1].
Επειδή στην πλειονότητά τους οι ψηφοφόροι, σύμφωνα με τον Downs, συνωστίζονται σε ενδιάμεσες θέσεις στο πολιτικό φάσμα, αυτό οδηγεί τα κόμματα στο να διαμορφώσουν ένα προφίλ και να υποστηρίξουν θέσεις σε ζητήματα πολιτικής που να γίνονται επιλέξιμες από τους «ενδιάμεσους εκλογείς» (median voter) στην προοπτική της κατάκτησης της πλειοψηφίας και συνεπώς της εξουσίας στην κυβέρνηση και στη διακυβέρνηση.
Όσο η πλειοψηφία των ψηφοφόρων «κουρνιάζει» στο κέντρο, τα κόμματα συγκλίνουν μεταξύ τους προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματικά στη διεκδίκηση των «ενδιάμεσων»/μετριοπαθών εκλογέων. Οι εκλογείς, σύμφωνα με τον Downs, διαθέτουν ένα ελλοχεύον ορθολογικό υπόβαθρο και σκέφτονται με όρους κόστους-οφέλους τις επιλογές τους, ωστόσο γνωρίζουν λίγα για την πολιτική.
Για να γνωρίσουν περισσότερα και όσα χρειάζεται κάθε φορά να ξέρουν προκειμένου να κάνουν μια εκλογική επιλογή που θα αυξήσει το δικό τους ατομικό όφελος από τη νίκη του προκρινόμενου κόμματος/υποψηφίου, θα έπρεπε να υποβληθούν σε σημαντικό κόστος πληροφόρησης όσον αφορά τις θέσεις των κομμάτων και την από αυτά εφαρμοζόμενη/προτεινόμενη δημόσια πολιτική.
Ο Downs αναφέρθηκε στο φαινόμενο αυτό αναπτύσσοντας τη θεωρία του για την «ορθολογική άγνοια» (rational ignorance): μία μεμονωμένη ψήφος δεν μπορεί να αλλάξει το εκλογικό αποτέλεσμα, γι’ αυτό οι εκλογείς έχουν ελάχιστα κίνητρα να αναζητήσουν τις αναγκαίες και κατάλληλες πληροφορίες ώστε να κάνουν μια επιλογή ανάλογα με αυτό που πραγματικά τους συμφέρει.
Το ότι οι «ενδιάμεσοι» εκλογείς έχουν λιγοστέψει και οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι είναι ιδεολογικά πιο ποικιλόμορφοι απ’ ό,τι στο παρελθόν έχει να κάνει με πολλές διεργασίες, μεταξύ άλλων με το γεγονός ότι πλέον οι πληροφορίες είναι περισσότερο διαθέσιμες σε σχέση με ό,τι συνέβαινε πριν από τις σαρωτικές αλλαγές που επήλθαν με τις νέες τεχνολογίες των πληροφοριών.
Με άλλα λόγια, η διεύρυνση των ευκαιριών στην εποχή των νέων μέσων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ώστε ο εκλογέας να σωρεύει πληροφορίες, περιορίζει την «ορθολογική άγνοια», δίνοντας στον ψηφοφόρο την αίσθηση μεγαλύτερης πολιτικής επάρκειας και προσφέροντάς του την ευκαιρία να δοκιμάσει επιλογές σε ένα μεγαλύτερο εύρος πάνω στο πολιτικο-ιδεολογικό φάσμα.
Οι εκλογικές στρατηγικές σχεδιάζονται πάνω στο βασικό εύρημα του Downs ότι όλα παίζονται στο κέντρο και η εκλογική νίκη εξαρτάται από την αποτελεσματική προσέλκυση των «ενδιάμεσων εκλογέων». Όμως ο πολιτικός χώρος έχει αλλάξει και έχει καταστεί πολυδιάστατος. Το κέντρο έχει γίνει πιο ασαφές και πιο ρευστό. Οι «ενδιάμεσοι εκλογείς» εμφανίζονται περισσότερο κινητικοί στην πολιτική αρένα και πιο ανεξάρτητοι στις επιλογές τους και συνεπώς η εικασία ότι ένα ιδεατό κέντρο είναι το μόνιμο καταφύγιό τους ίσως δεν είναι τόσο αυτονόητη στις μέρες μας.
[1] Ο Anthony Downs απεβίωσε στις 2 Οκτωβρίου 2021, σε ηλικία 90 ετών. Με τον τίτλο «Οικονομική Θεωρία της Δημοκρατίας» το βιβλίο του κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπαζήση.