ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ ΤΟ ΘΕΜΑ των υποκλοπών με το νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή την Τρίτη ελπίζει τώρα η κυβέρνηση, αν και το σχέδιο της αντιπολίτευσης είναι να πάει με αυτό ως βασικό όπλο στις εκλογές. Για αυτό και ο Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε την πέμπτη κατά σειρά επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή. Αρκετοί στην κυβέρνηση σχολιάζουν ενοχλημένοι ότι η υπόθεση αυτή έχει γίνει σχεδόν σαπουνόπερα από κάποια φιλικά μέσα του ΣΥΡΙΖΑ «με αυθαίρετες εικασίες χωρίς στοιχεία», αλλά στελέχη της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι μέχρι τις εκλογές θα έρθουν κι άλλα στοιχεία, «πιθανά και με αποδείξεις».
Για την ώρα, φαίνεται ότι υπάρχουν στοιχεία που συνδέουν την κυβέρνηση με πρόσωπα που μπορεί να σχετίζονται με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator, αλλά δεν υπάρχουν οι αποδείξεις ως τώρα γι’ αυτό. Επίσης, σε περίπτωση που η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε πράγματι το Predator, δεν είναι γνωστή η διαδικασία με την οποία έγινε αυτό, μόνο εκτιμήσεις. Όσο για το νομοσχέδιο που αφορά την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, τις παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας και τις αλλαγές στην ΕΥΠ που έφερε στη Βουλή η κυβέρνηση ή, μάλλον, υποχρεώθηκε από τις εξελίξεις να φέρει, αναγνωρίζεται από αρκετούς στην αντιπολίτευση ότι έχει θετικά στοιχεία, αλλά συνεχίζει να έχει και ελλείψεις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Γρηγόρης Δημητριάδης ήταν το πιο ισχυρό πρόσωπο στην κυβέρνηση Μητσοτάκη μετά τον πρωθυπουργό και είχε εχθρούς ισχυρά πρόσωπα του επιχειρηματικού κόσμου και των ΜΜΕ – διότι, σύμφωνα με το περιβάλλον του, δεν ήθελε κανενός είδους «κηδεμονία» από τις διάφορες εκφάνσεις της διαπλοκής.
Το γεγονός που ανέμεναν όλοι αυτή την εβδομάδα στη Βουλή ήταν η εξέταση του Γρηγόρη Δημητριάδη στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Η εμφάνιση του Δημητριάδη, ωστόσο, δεν έβγαλε καμία είδηση, καθώς παρέμεινε σφίγγα για άλλη μια φορά. Τα πρόσωπα που διαθέτουν σημαντική ισχύ και κινούνται τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο προσελκύουν πάντα το πολιτικό ενδιαφέρον.
Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι ο Γρηγόρης Δημητριάδης ήταν το πιο ισχυρό πρόσωπο στην κυβέρνηση Μητσοτάκη μετά τον πρωθυπουργό και σημείο αναφοράς για όποιον επιδίωκε επαφή με το Μέγαρο Μαξίμου. Πολύ γρήγορα χτίστηκε ένας μύθος γι’ αυτόν, ο οποίος περιείχε πολλές αντιφάσεις όμως. Για κάποιους ήταν ο πιο ικανός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη που έδινε λύσεις σε όλα τα προβλήματα και έβγαζε την κυβέρνηση από κάθε δύσκολη κατάσταση. Για άλλους ήταν ένα σκοτεινό πρόσωπο με αμφιλεγόμενη δραστηριότητα εντός και εκτός Μαξίμου. Δεν άργησε να γίνει ο αγαπημένος στόχος του ΣΥΡΙΖΑ και προτεραιότητα η «εξουδετερωσή» του. Η έντονη προσωπικότητα του Γρηγόρη Δημητριάδη ωστόσο είχε κι άλλους εχθρούς, ανάμεσα στους οποίους ισχυρά πρόσωπα του επιχειρηματικού κόσμου και των ΜΜΕ – με ορισμένους είχε ανοιχτή κόντρα.
Ο βασικός λόγος, σύμφωνα με τη δική του εκδοχή, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες μας, είναι διότι δεν ήθελε κανενός είδους «κηδεμονία» από τις διάφορες εκφάνσεις της διαπλοκής. Οι αντίπαλοί του όμως υποστηρίζουν ότι ο Δημητριάδης έκανε το δικό του παιχνίδι και επηρέαζε τον πρωθυπουργό και τον κατηγορούν για μη θεσμική συμπεριφορά, που έβλαπτε τη δημοκρατία.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τον Δημητριάδη τον έβλεπαν με μισό μάτι και κάποιοι μέσα στη ΝΔ, ωστόσο τα περισσότερα πρόσωπα που είναι κοντά στην κυβέρνηση μνημονεύουν τις ικανότητές του και αρκετοί έγραψαν δημόσια ότι ήταν λάθος του Μητσοτάκη η αποπομπή του, η οποία μπορεί και να του στοιχίσει, την ίδια ώρα που άλλοι εκτιμούν ότι η παραμονή του θα του στοίχιζε περισσότερο. Η κατάσταση μοιάζει να είναι πιο σύνθετη, λόγω και της συμμετοχής κι άλλων μελών της οικογένειας Μητσοτάκη στα κοινά. Η αδελφή του πρωθυπουργού Ντόρα Μπακογιάννη λέγεται ότι δεν είχε καλή σχέση μαζί του, αν και είναι γνωστό (όχι πολύ ευρέως) ότι η ίδια δεν είχε στηρίξει ούτε τον αδελφό της για πρόεδρο της ΝΔ, αλλά τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Ο Δημητριάδης, παρότι οι πληροφορίες λένε ότι η σχέση του με τον πρωθυπουργό δεν παραμένει αλώβητη μετά την αποχώρησή του από το Μαξίμου, υποστήριξε στη Βουλή ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν γνώριζε τίποτα για τις παρακολουθήσεις, όπως ούτε κι ο ίδιος. Επέμεινε για άλλη μια φορά ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη ούτε αγόρασε ούτε έκανε ποτέ χρήση τέτοιων κατασκοπευτικών λογισμικών από κρατικές υπηρεσίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως μετά την εξέτασή του υποστήριξε ότι «δεν έχει νόημα να κρύβεται άλλο (ο πρωθυπουργός) και ότι όλη η Ελλάδα έχει καταλάβει πως μοναδικός εγκέφαλος του παρακράτους ήταν ο κ. Μητσοτάκης».
Με τον νέο νόμο, πάντως, η χρήση κακόβουλων λογισμικών από ιδιώτες θα είναι πλέον κακούργημα και όχι πλημμέλημα, όπως ήταν. Η εμπορία τους, που μέχρι σήμερα δεν ήταν αδίκημα, στο εξής θα είναι, ενώ η προμήθεια λογισμικών παρακολούθησης από το Δημόσιο θα είναι δυνατή υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Διοικητής της ΕΥΠ θα μπορεί να τοποθετείται μόνο διπλωμάτης ή απόστρατος ανώτατος αξιωματικός. Την άρση του απορρήτου θα μπορούν να ζητήσουν αποκλειστικά η ΕΥΠ και η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, μόνο με τεκμηρίωση που προβλέπεται από τον νόμο, αν και μένει να αποδειχθεί πόσο σχετική θα είναι η ερμηνεία του. Ως «λόγοι εθνικής ασφαλείας» αναφέρεται ότι θα θεωρούνται μόνο όσοι έχουν σχέση με τα εθνικά συμφέροντα. Βέβαια ούτε πριν ίσχυε κάτι διαφορετικό, αλλά στην πράξη γινόταν κατάχρηση των «εθνικών λόγων». Υποτίθεται ότι τώρα θα στοιχειοθετείται ο κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια, αλλά όλα αυτά μένει να αποδειχθούν. Θεωρείται, πάντως, θετικό ότι για την άρση του απορρήτου σε πολιτικά πρόσωπα θα απαιτείται και άδεια του προέδρου της Βουλής. Εφόσον δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η παρακολούθησή του, μετά τη λήξη της κάθε πολίτης θα μπορεί να ενημερωθεί σχετικά, αλλά μετά από τρία χρόνια, κι αυτή είναι μια διάταξη για την οποία εκφράστηκαν έντονες διαφωνίες από την αντιπολίτευση.
Στην κυβέρνηση δεν υπάρχει ιδιαίτερη κατήφεια πάντως, παρ’ όλα αυτά, και άρχισαν ήδη να συζητούν ξανά το ενδεχόμενο να γίνουν πρόωρες εκλογές στις αρχές του νέου έτους. Την απόφαση θα λάβει ο πρωθυπουργός, ο οποίος άνοιξε πάλι το θέμα, και κανένας άλλος δεν φαίνεται να γνωρίζει τίποτα ως τώρα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO.