Καημένο ανόητο ζωάκι
Προσπαθήσαμε να το κρύψουμε στο σπίτι για να μην
το δουν οι γείτονες.
Ήταν δύσκολο, καμιά φορά χρειαζόταν να λείψουμε
Κι οι δυο μαζί κι όταν επιστρέφαμε
Βρίσκαμε περιττώματα και κάτουρα
παντού.
Αρνιόταν να μάθει να πηγαίνει εκεί όπου πρέπει
Αλλά είχε τα πιο γαλανά μάτια που έχεις δει
ποτέ
Έτρωγε ό,τι τρώγαμε κι εμείς
και καμιά φορά βλέπαμε μαζί τηλεόραση.
Ένα βράδυ γυρίσαμε σπίτι και δεν το βρήκαμε
εκεί.
αίμα στο πάτωμα,
Μια γραμμή από αίμα.
Την ακολούθησα ως έξω στον κήπο
Και το βρήκα στους θάμνους,
Σακατεμένο.
Κρεμόταν μια πινακίδα απ΄τον κομμένο του
λαιμό:
«δεν θέλουμε τέτοια πράγματα στη γειτονιά μας».
Πήγα στο γκαράζ να πάρω το φτυάρι.
Είπα στη γυναίκα μου, «μην βγεις έξω».
Έπιασα το φτυάρι και
Βάλθηκα να σκάβω.
Ένιωθα
πρόσωπα να με κατασκοπεύουν πίσω
από κατεβασμένα στόρια.
Είχαν και πάλι την γειτονιά τους,
Την ωραία ήσυχη γειτονιά με το καταπράσινο γρασίδι,
Τα φοινικόδεντρα, τα κυκλικά ιδιωτικά δρομάκια, τα παιδιά,
Τις εκκλησίες, τα σούπερ μάρκετ κ.λ.π
Έσκαψα στο χώμα.
________________
Από το βιβλίο «Η λάμψη της αστραπής πίσω από το βουνό» με ποιήματα του Τσάρλς Μπουκόφσκι. Το ξεφύλλιζα ξανά πριν μερικές μέρες ζοχαδιασμένος με τον «μάγκα» ταβερνιάρη που σκότωσε με μια καρέκλα ένα σκύλο. Και μετά, την ζοχάδα αντικατέστησε η ντροπή. Αναρωτιέμαι: Μου επιτρέπεται να αισθάνομαι ντροπή επειδή κατάγομαι από το ίδιο νησί που συνέβη το περιστατικό ή μόνο τα αισθήματα περηφάνιας για τον τόπο μας μετράνε;
Μετά έβγαλα (μέσα μου) τον σκασμό ξαναδιαβάζοντας αυτό το ποίημα. Χωρίς θυμό και χωρίς διάθεση να κρίνει κανέναν ούτε καν τον υπεύθυνο της πράξης, μέσα από αυτή την εκπληκτική σκηνή όπου ο Μπουκόφσκι σκάβει τον λάκκο για να θάψει το σκύλο, καθώς «ένιωθα πρόσωπα να με κατασκοπεύουν πίσω από κατεβασμένα στόρια» εκφράζει την απέχθεια του για το ανθρώπινο είδος. Η γειτονιά επιστρέφει στην ησυχία της. Σε αυτή την ησυχία των νεκρών. «Γιατί μόνο αν είσαι νεκρός σκοτώνεις για την πλάκα σου».
σχόλια