Για όσους δεν έχουν δει ποτέ την ταινία «High Fidelity» ή δεν έχουν διαβάσει το ομώνυμο βιβλίο του Νικ Χόρνμπι, πρόκειται για μια ιστορία γύρω από τη συναισθηματική ενηλικίωση των ανδρών μέσα σε ένα δομημένο σύμπαν εμμονής και κολλήματος με τη μουσική. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγουν να αντιμετωπίσουν τις γυναίκες και τα ίδια τους τα συναισθήματα, κυρίως αποφεύγουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Ο Ρομπ, ιδιοκτήτης ενός δισκάδικου στο Σικάγο ‒τον υποδύεται ο Τζον Κιούζακ‒, εξομολογείται, κοιτώντας πάντα την κάμερα, το υποτιθέμενο δράμα του μετά τον πρόσφατο χωρισμό του με την κοπέλα του κι εμείς ανακαλύπτουμε σιγά σιγά πως τίποτα δεν είναι έτσι ακριβώς όπως τα παρουσιάζει και πως το μόνο που χρειάζεται είναι να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του.
Μέχρι να συμβεί αυτό, γινόμαστε μάρτυρες της εμμονής του να φτιάχνει λίστες τύπου top 5, των μουσικών του γνώσεων, της βαθιάς φοβίας του όσον αφορά τις σχέσεις του με τις γυναίκες, του φανατισμού των συμπρωταγωνιστών με διαφορετικά είδη μουσικής και της παραδοχής του: «Είσαι ό,τι ποπ περιεχόμενο καταναλώνεις».
Η γκαρνταρόμπα της δεν είναι μεγάλη ‒η πρωταγωνίστρια είναι ψιλοάφραγκη‒ και προέρχεται ολόκληρη από vintage μαγαζιά της Νέας Υόρκης, πέραν ελαχίστων κομματιών που έφερε η ίδια η Κράβιτζ από την ντουλάπα της.
Η ταινία είναι μια ελεγεία στην indie μόδα της δεκαετίας του '90 σε όλα τα επίπεδα και ο Τζον Κιούζακ η επιτομή του «slacker», του γνήσιου παιδιού της Generation X. Η εμφάνισή του είναι ‒όχι επιμελώς‒ ατημέλητη: φοράει t-shirts από μπάντες, χαχόλικα παντελόνια, πουλόβερ με οριζόντιες ρίγες και το απαραίτητο δερμάτινο σακάκι με ελαφριά αναφορά στη δεκαετία του '90. Το ντύσιμο του Κιούζακ στην ταινία είναι τόσο αδιάφορο και συνεπές στον χαρακτήρα του «loser» που δεν το προσέχεις σχεδόν καθόλου. Στο μυαλό σού μένει μόνο μια θολή εικόνα που την ανακαλείς όταν την ξαναδείς.
Προσωπικά, τη θυμήθηκα πριν από λίγες μέρες, όταν είδα τη Ζόε Κράβιτζ να υποδύεται τον ρόλο του Τζον Κιούζακ στο remake της ταινίας και του βιβλίου σε 10 επεισόδια για την τηλεόραση, πάλι με τον ίδιο τίτλο.
Στο «High Fidelity» του 2020 γίνεται προσπάθεια να γραφτεί ξανά η ιστορία ενηλικίωσης του ήρωα και της αποδοχής της οικειότητας με τη γυναικεία πλευρά. Καθώς αναρωτιέμαι αν αυτό πραγματικά χρειάζεται και πώς είναι δυνατόν σήμερα, σε μια εποχή που η μουσική δεν έχει φυλές και ακολούθους αλλά η μοντέρνα ρευστότητά της σου επιτρέπει να ακούς τα πάντα, να διηγηθείς ξανά την ιστορία του «High Fidelity», είναι αδύνατο να μη σταθώ στην πιο κουλ απ' όλους, τη Ζόε Κράβιτζ, «φορέα» του απίθανου γονιδίου Κράβιτζ, το οποίο κάνει ολάκερη τη (μικροσκοπική) οικογένεια να δείχνει πως αναπνέει και εκφράζεται σε ένα γαλήνιο, εξωγήινο, κουλ σύμπαν. Η ίδια, που είναι και συμπαραγωγός της σειράς, αποφάσισε να δει το 2020 μέσα από τα νοσταλγικά μάτια του '90.
Έτσι, μαζί με την πολύ γνωστή ενδυματολόγο Κλερ Άτγουντ ‒υπεύθυνη για τα κοστούμια του «Ψαλιδοχέρη» και των «Αναμνήσεων μιας γκέισας»‒ ξεκίνησαν να φέρνουν την γκαρνταρόμπα του Τζον Κιούζακ στα μέτρα της. Το αποτέλεσμα είναι αναπόφευκτα και απρόσμενα ‒σωστά μαντέψατε, γιατί θα το επαναλάβω‒ κουλ. Γιατί καθώς η Ρομπ φορά τα ρούχα του Ρομπ και μπαίνει στη μέση η αβάσταχτα αξιολάτρευτη ματιά της Κράβιτζ, τα ρούχα αυτά μετατρέπονται στην γκαρνταρόμπα που όλες θα θέλαμε να είχαμε, γνωρίζοντας πως αν τα φορούσαμε, θα φαινόμασταν επιεικώς καραγκιόζηδες (τουλάχιστον οι περισσότερες).
Εδώ είναι μία από τις μεγαλύτερες διαφορές του σίριαλ από την ταινία. Η Ζόε είναι βαθιά αξιολάτρευτη και καθόλου loser ‒σε αντίθεση με τον Κιούζακ‒, ακόμα και στις πιο άσχημες στιγμές της, που τις υποδύεται με όλη τους την αλήθεια. Είναι σαν μια εναλλακτική Όντρεϊ Χέπμπορν όταν έπαιζε τη χαριτωμένα άμπαλη στο «Funny Face».
Φορά τα χαχόλικα τζιν της με μια βίντατζ κόκκινη καρό ζώνη που σφίγγει τη μικροσκοπική μέση της· τις πιο απίθανες δερμάτινες μπότες με τεράστιες πλατφόρμες, αντιγραφή ενός γνήσιου ζευγαριού Helmut Lang, συλλεκτικού πια, με λευκά σοσόνια· ανδρικά χαβανέζικα πουκάμισα που γίνονται φορέματα σχεδόν ή χρωματιστά ανδρικά παντελόνια και παλιομοδίτικα μοκασίνια, μια μικροσκοπική πλισέ φούστα με t-shirt μπάντας και vans. Ακόμα και ένα παππουδίστικο μάλλινο γιλέκο γίνεται σχεδόν ποθητό, καθώς το φορά μέσα από τζιν με τη γνωστή ζώνη κι ένα λευκό t-shirt.
Το βράδυ, που πάει στη συναυλία ενός τραγουδιστή με τον οποίο έχει ένα φλερτ, φορά μονάχα ένα υπερμέγεθες αμάνικο t-shirt με τον γιο του Bob Marley, τις μαύρες μπότες της και λευκά σοσόνια. Ακόμα και στη σκηνή που φορά ακριβώς το ίδιο Dickie t-shirt με τον Τζον Κιούζακ και παρόμοια γυαλιά Matrix ‒κλείσιμο του ματιού στην ταινία που είχε κάνει πρεμιέρα στην ταινία‒, δείχνει απίθανα σωστή. Μαζεύει τα μαλλιά της με scrunchies. Το μακρύ δερμάτινο τζάκετ της, φόρος τιμής σ' εκείνο που φορούσε ο Κιούζακ, το έφτιαξε η ενδυματολόγος που πήρε το πατρόν και το έκοψε ξανά στα μέτρα της πρωταγωνίστριας.
Η γκαρνταρόμπα της δεν είναι μεγάλη ‒η πρωταγωνίστρια είναι ψιλοάφραγκη‒ και προέρχεται ολόκληρη από vintage μαγαζιά της Νέας Υόρκης, πέραν ελαχίστων κομματιών που έφερε η ίδια η Κράβιτζ από την ντουλάπα της. Όλα είναι σωστά, δεν υπάρχει ούτε κομματάκι υπεροψίας ή ψεύτικου, η δουλειά είναι αυθεντική και καίρια. Απλώς, μερικές φορές, κάποιες γυναίκες, ακόμα και στις πιο σκοτεινές τους στιγμές, εξευγενίζουν αυτά που φορούν με τέτοιο τρόπο ώστε γίνονται ακαταμάχητα. Και, αναπόφευκτα, θέλουμε να τους μοιάσουμε.
σχόλια