Μένω στη Σαμαρίνα Γρεβενών, το ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων, με υψόμετρο 1.550 μέτρα. Το χωριό είναι χτισμένο στους πρόποδες του Σμόλικα, του δεύτερου μεγαλύτερου βουνού της Ελλάδας.
Από μικρό παιδί τον μισό χρόνο έμενα στην Ελασσόνα, όπου μεγάλωσα και πήγα σχολείο, και το υπόλοιπο μισό το περνούσα στη Σαμαρίνα, εξαιτίας της δουλειάς των γονιών μου. Το 1997 οι γονείς μου ήταν οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο χωριό, καθώς μέχρι τότε κατοικούνταν μόνο το καλοκαίρι. Από το 2008 έως το 2015 έζησα στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασα τουριστικά, ενώ παράλληλα ασχολήθηκα και με τον κλάδο της εστίασης, δουλεύοντας σε διάφορα μαγαζιά της πόλης.
Η ιδιαιτερότητα της Σαμαρίνας κρύβεται στη μεταβλητότητά της, δηλαδή στο πώς οι δραστηριότητες με τις οποίες μπορεί να ασχοληθεί κανείς αλλάζουν ανά χρονική περίοδο. Για παράδειγμα, από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο είναι ένας καθαρά κτηνοτροφικός προορισμός, ενώ από τον Οκτώβριο και έπειτα, μέχρι να λιώσουν τα χιόνια, το χωριό αποτελεί χειμερινό τουριστικό προορισμό, λόγω του χιονοδρομικού κέντρου της Βασιλίτσας που βρίσκεται κοντά. Επιπλέον, αξίζει να αναφέρω πως, λόγω του ορειβατικού σκι και κατ' επέκταση του Σμόλικα, η Σαμαρίνα τραβάει την προσοχή ξένων αλπινιστών ως μέρος αναψυχής αλλά και εξερεύνησης.
Η διαβίωση σε τέτοιο υψόμετρο τον χειμώνα δεν είναι εύκολη, αλλά είμαστε συνηθισμένοι σε δύσκολες συνθήκες. Το γεγονός ότι δεν έχουμε φαρμακείο ή κάποιου είδους ιατρικό κέντρο –τα κοντινότερα απέχουν περίπου μία ώρα από το χωριό– δυσχεραίνει τα πράγματα. Τις περισσότερες φορές προμηθεύομαι εγώ τα φάρμακα και τα πηγαίνω στους ηλικιωμένους του χωριού.
Τα καλοκαίρια, αλλά και γενικότερα όταν έχει καλό καιρό, συνηθίζω να πηγαίνω στη Βάλια Κίρνα, γνωστή και ως Κοιλάδα του Διαβόλου, η οποία βρίσκεται στους πρόποδες του Σμόλικα. Σε αυτό το μέρος με την ιδιαίτερη φυσική ομορφιά θα συναντήσεις καταρράκτες αλλά και βάθρες όπου μπορείς να κάνεις μπάνιο για να δροσιστείς τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ δεν απουσιάζουν και τα άγρια ζώα. Αν είσαι τυχερός, θα μπορέσεις να τα θαυμάσεις. Συνηθίζω επίσης να ιππεύω άγρια άλογα, κάνω ορειβασία και αναρρίχηση. Τον χειμώνα πηγαίνω στον Σμόλικα για αλπινισμό και ορειβατικό σκι.
Έχω ως βάση την ταβέρνα μου, την οποία έφτιαξε ο προπάππους μου όταν επέστρεψε από την Αμερική. Χρονολογείται από το 1907 και εργάζομαι εκεί μαζί με την οικογένειά μου, προσπαθώντας να διατηρήσω αυτή την κληρονομιά.
Για να καταλάβει αμέσως το χωριό θα πήγαινα έναν επισκέπτη στη μεγάλη Παναγία της Σαμαρίνας, η οποία είναι γνωστή για το μεγάλο πεύκο που έχει πάνω στο ιερό της. Αλλά και στο Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής και γενικότερα σε διάφορα μονοπάτια γύρω από το χωριό, τα οποία καταλήγουν είτε στον Σμόλικα είτε σε διάφορες άλλες κορυφές γύρω από το χωριό.
Έχουμε ιδιαίτερα ανεπτυγμένη κτηνοτροφία και θα πρέπει οπωσδήποτε να δοκιμάσει κανείς τα γαλακτοκομικά προϊόντα του τόπου μας, όπως μπάτζιο, γαλοτύρι, καθώς και τα κρεατικά μας, προβατίνα, αρνάκι κ.ά. Οπωσδήποτε πρέπει να δοκιμάσει κανείς τις παραδοσιακές μας πίτες, τραχανά, αλλά και κάποια παραδοσιακά ζυμαρικά, όπως χυλοπίτες και πέτουρα. Παράλληλα, το φθινόπωρο και την άνοιξη, που είναι έντονη η καρποφορία των άγριων μανιταριών, ως μανιταροσυλλέκτης συνηθίζω να συλλέγω ποικιλίες άγριων μανιταριών τα οποία μπορεί κανείς να δοκιμάσει στο μαγαζί μου.
Δεν ξέρω αν έχεις ακούσει ποτέ το τραγούδι «Τα παιδιά της Σαμαρίνας». Γράφτηκε για 130 παλικάρια με αρχηγό τον καπετάν Κωνσταντίνο Φλώρο, τα οποία ξεκίνησαν από τη Σαμαρίνα με σκοπό να βοηθήσουν την Έξοδο του Μεσολογγίου. Από αυτούς επέστρεψαν γύρω στους 30. Το τραγούδι ξεκινά ως μοιρολόι, αλλά από ένα σημείο και μετά το χορεύουμε και σε ευχάριστα γεγονότα, γιορτές και πανηγύρια, ως ένδειξη χαράς και περηφάνειας για αυτούς τους ανθρώπους.
Ένας άνθρωπος που με σημάδεψε στο χωριό ήταν ο πάτερ Γεώργιος, τον οποίο χάσαμε πρόσφατα. Όταν ήμουν μικρός και έκανα κάποια βλακεία, πάντα με υποστήριζε απέναντι στους γονείς μου, κυρίως όμως τον θαύμαζα, γιατί ήταν ένας άνθρωπος αξιοσέβαστος, με ακεραιότητα, που ενέπνεε την τοπική κοινότητα.
Η διαβίωση σε τέτοιο υψόμετρο τον χειμώνα δεν είναι εύκολη, αλλά είμαστε συνηθισμένοι σε δύσκολες συνθήκες. Το γεγονός ότι δεν έχουμε φαρμακείο ή κάποιου είδους ιατρικό κέντρο –τα κοντινότερα απέχουν περίπου μία ώρα από το χωριό– δυσχεραίνει τα πράγματα. Τις περισσότερες φορές προμηθεύομαι εγώ τα φάρμακα και τα πηγαίνω στους ηλικιωμένους του χωριού.
Θεωρώ ότι είναι αρκετά δύσκολο για κάποιον που ζει σε μια πόλη να μετακομίσει σε ένα ορεινό χωριό. Εάν βέβαια υπάρχει αντικείμενο εργασίας, όπως συμβαίνει στη δική μου περίπτωση, γίνεται αυτομάτως εφικτό. Σε κάθε περίπτωση, εγώ δεν θα άλλαζα τίποτα στο χωριό μου, μόνο κάποια πράγματα αναφορικά με το χιονοδρομικό κέντρο, το οποίο χρόνο με τον χρόνο έχει ξεπέσει.