Αλλόκοτες συνεργασίες: the Raven

Facebook Twitter
0

[η εικονογράφηση του ποστ είναι απ' το παραπάνω βιβλίο.]

Το καλοκαίρι η ζωή γίνεται πιο εύκολη. Αποκτάει τη γαλήνη και το ρυθμό του κύματος που σκάει στο ακρογιάλι. Οι σκοτεινές σκέψεις πέφτουν σε χειμέρια νάρκη. Αυτά εδώ, στην Ελλάδα. Στις μεγαλουπόλεις του Βορρά όλα συνεχίζουν να δουλεύουν 9 to 5, και στο δικό τους καλοκαιρινό πάρτι υπάρχει πάντα μια θέση για τη μελαγχολία. Ιούλιο μήνα διάλεξε ο Lou Reed για να παρουσιάσει το βιβλίο που έφτιαξε για τον πνευματικό του πατέρα Edgar Allan Poe. Ιούλιο μήνα διάλεξε για να ξαναθέσει το ερώτημα “τι είναι αυτό που μας κάνει να λατρεύουμε τα λάθος πράγματα και να παίρνουμε τις λάθος αποφάσεις;” Ιούλιο μήνα, με λίγες μόνο μέρες διαφορά από την ώρα που η Amy Winehouse εισερχόταν στο Πάνθεον των σκοτεινών ηρώων, ακολουθώντας μια διαδρομή αντίστοιχη με αυτή των τραγικών ηρωίδων του συγγραφέα.

Rewind. Στην αρχή ήταν ο Edgar Allan Poe. Κι ήρθε και στοίχειωσε με τις ιστορίες του τη φαντασία  πολλών εφήβων. Ανάμεσα τους και ο θεατρικός σκηνοθέτης Bob Wilson, ένας από τους πρώτους που αμφισβήτησαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ηθοποιών πάνω στη σκηνή δίνοντας “φωνή” στα φώτα και τα σκηνικά. Ο Wilson αποφάσισε να ανεβάσει μια παράσταση εμπνευσμένη από to μυστηριώδη κόσμο του Poe, μάζεψε την αφρόκρεμα της νεουορκέζικης underground σκηνής για να την παρουσιάσει και διάλεξε τον Lou Reed για να γράψει το λιμπρέτο. Η παράσταση ονομάστηκε ‘POEtry‘ και ανέβηκε για πρώτη φορά το 2001, στο Αμβούργο.

Ο Bob Wilson σταμάτησε εκεί. O Lou Reed συνέχισε. “Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να ζωντανέψω το έργο του Poe μέσα από λόγια και μουσική αισθάνθηκα σαν ένα ροτβάιλερ που κυνηγούσε ένα ματωμένο κόκαλο”, δήλωσε τότε σε μία συνέντευξη και δύο χρόνια μετά έβγαλε ένα διπλό CD με τίτλο “the Raven”. Στο δίσκο υπήρχαν όλα τα κομμάτια της παράστασης, εμπλουτισμένα όμως με καινούριο υλικό που είχε γράψει και εμπνευστεί ο Reed κατά τη διάρκεια των προβών. Όπως θα περίμενε κανείς από τον βετεράνο των Velvet Underground, του πιο αιρετικού συγκροτήματος στον κόσμο της ροκ μουσικής, ο σκοτεινός κόσμος του Poe πέρασε μέσα από το φίλτρο του τρίπτυχου sex ‘n’ drugs ‘n’ rock’n’roll και πήρε αρκετή από τη μυρωδιά του πεζοδρόμιου. Από πλευράς συμμετοχών ήταν ένας δίσκος υπερπαραγωγή. Απαγγελίες από τον Willem Dafoe, τον Steve Buscemi και την Amanda Plummer, φωνητικά από τον David Bowie, την Laurie Anderson, την Elizabeth Ashley, τη gospel χορωδία 5 Blind Boys from Alabama και τη μοναδική καστράτο φωνή του Antony, σαξόφωνο από τον Ornette Coleman, και φυσικά όλα αυτά να πλαισιώνονται από την αλήτικη κιθάρα και τη γοητευτικά μονότονη φωνή του ίδιου.

Ο δίσκος πήρε πολύ κακές κριτικές. Το μουσικό site Pitchfork (αυτό που ανέβασε τους κυψελιώτες Keep Shelly στα τοπ της παγκόσμιας μουσικής σκηνής (!) μίλησε για ‘μουσικό έγκλημα‘. “Προσπάθησε να γράψει μία γιγάντια ερωτική επιστολή προς τον Poe και κατέληξε σε ένα καψούρικο μήνυμα σχολιαρόπαιδου”, γράφουν στη κριτική τους. “Εμείς του απαντάμε με τα λόγια του Poe: Nevermore!” Πολλοί κατηγόρησαν τότε τον Reed για ‘ιεροσυλία‘. Δεν έπρεπε είπαν να διασκευάσει το έργο του Poe, έπρεπε να σταθεί στη μελοποίηση, γιατί ο Poe δεν θα μπορούσε ποτέ να μιλήσει με αυτή τη γλώσσα του δρόμου που χρησιμοποιεί ο Reed. Στο εισαγωγικό σημείωμα του δίσκου ο Reed τους απαντάει. "Ξαναδιάβασα και ξανάγραψα τον Poe για να θέσω ξανά τα ίδια ερωτήματα. Ποιός είμαι; Γιατί έχω την τάση να κάνω αυτά που δεν θα έπρεπε; Γιατί αγαπάμε αυτό που δεν μπορούμε να έχουμε; Γιατί μας κυριεύει το πάθος για τα λάθος πράγματα; " Και στο προσωπικό του site δηλώνει: “Για κάποιον περίεργο λόγο ο Edgar Allen Poe είναι περισσότερο συγχρονισμένος με τον καρδιακό παλμό του δικού μας αιώνα από ότι ήταν με τον δικό του. Είμαστε συνεχώς περικυκλωμένοι από εμμονές, παράνοια και πράξεις αυτοκαταστροφής...”

Poe και Reed μοιράζονται πολλά.  Όπως έγραψε ένας αμερικάνος δημοσιογράφος  “και οι δύο βλέπουν πράγματα εκεί που δεν υπάρχουν, μυρίζουν πράγματα που δεν καίγονται, ακούν πράγματα που δεν αναπνέουν, φοβούνται πράγματα που δεν υπήρξαν. Ο Reed και ο Poe έχουν εμμονή με τις εμμονές και μανία με τις μανίες. Υπάρχει πάντα ένα στοιχείο ρομαντισμού στα έργα τους, όμως οι ραγισμένες καρδίες σπάνια θεραπεύονται και οι απελπισμένοι σπάνια βρίσκουν ικανοποίηση. Και οι ίδιοι, σαν τους πρωταγωνιστές τους, έχουν λυγίσει, αν δεν έχουν κυριολεκτικά διαλυθεί”.

Και  επειδή ο Lou Reed μας έχει συνηθίσει στα φάλτσα, αντί να αποσυρθεί μετά τις κακές κριτικές, προτίμησε να περάσει στην αντεπίθεση και να προχωρήσει το πρότζεκτ του ένα βήμα παραπέρα, να το κάνει βιβλίο-κόμικ. Παρότι ζει στη γενέτειρα των κόμικς διάλεξε έναν ευρωπαίο δημιουργό. Ο Art Spiegelman του πρότεινε τον Lorenzo Mattotti τον οποίο έχει χρησιμοποιήσει και ο ίδιος πολλές φορές για τα εξώφυλλα και τις εικονογραφήσεις του New Yorker.

Ο Mattotti, που κατάγεται από τη Μπρέσια της Ιταλίας, έχει μεγάλη ιστορία στον χώρο των κόμικς. Όταν ήταν φοιτητής στην Αρχιτεκτονική σχολή του Πανεπιστημίου της Βενετίας έφτιαξε μαζί με κάποιους άλλους την περίφημη κλίκα Valvoline (1983), μια από τις πρώτες ομάδες που μπέρδεψαν τα κόμικς με την εικονογράφηση, τη μόδα, την αρχιτεκτονική και το design.

Πολλοί τον γνωρίζουν μόνο από τις αφίσες, τα εξώφυλλα και τις εικονογραφήσεις μόδας που κάνει για εφημερίδες και περιοδικά όπως η Le Monde, το Cosmopolitan και το Vanity Fair, αλλά η κύρια ασχολία του είναι η εικονογράφηση βιβλίων και κόμικς. Την τελευταία δεκαετία ειδικεύεται στις περίεργες ιστορίες και αντλεί τα θέματα του κυρίως από τους κλασσικούς. Έχει εικονογραφήσει βιβλία του Robert Louis Stevenson, τον Πινόκιο, τον Χάνσελ και τη Γκρέτελ, τη Θεία Κωμωδία του Δάντη, και μάλιστα το 2003 πήρε το μεγαλύτερο βραβείο στον χώρο των κόμικς, το βραβείο Eisner για την απόδοση σε κόμικ του Dr. Jekyll and Mr. Hyde.

Θεωρείται ένα από τα πιο καινοτόμα πρόσωπα στον χώρο, ένας αρχιτέκτονας ονείρων, που παίζει πάντα έξω από τα καθιερωμένα, πειραματίζεται με τις φόρμες και τα χρώματα και δεν ακολουθεί τους κανόνες. “Πολύ συχνά πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται με τη μορφή εκρήξεων χρώματος. Η γραμμή είναι κάτι πολύ εύθραυστο, ένας κλειστός κόσμος, και δεν με ενδιαφέρει πια”, έχει πει ο ίδιος.

Κάποια φθινοπωρινή μέρα του 2008, χτύπησε το τηλέφωνο στο στούντιο του στο Παρίσι. "Είμαι ο Lou Reed," είπε η φωνή από την άλλη άκρη, "Μου άρεσε το Dr Jekyll and Mr. Hyde και θα ήθελα να δουλέψω μαζί σου". Μετά η γραμμή κόπηκε.

Ο Mattottι δεν είχε ενδοιασμούς κι αποφάσισε να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο τους δαίμονες του Poe και του Reed και να εξερευνήσει με τα μολύβια και τα πινέλα του τα μυστήρια, τους φόβους, τις αγωνίες και τον τρόμο που αυτοί έφερναν μαζί τους. Η επόμενη εντολή από τον Reed ήταν ξεκάθαρη: «Άσε τον εαυτό σου ελεύθερο να παρασυρθεί από τη μουσική και την ατμόσφαιρα». Για έξι μήνες ακολούθησε ένας δημιουργικός ‘πόλεμος’ μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Εικόνες πηγαινοέρχονταν. «Αισθάνθηκα λίγο σαν τους Pink Floyd όταν έφτιαχναν το The Wall», λέει για εκείνη την περίοδο ο Mattotti. « Ήταν και για μένα μία περιπέτεια εξερεύνησης. Θέλησα να παίξω με τα συναισθήματα και αυτό με οδήγησε στο να χρησιμοποιήσω πολλές διαφορετικές τεχνικές και στυλ».

Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο, νομίζει κανείς ότι έχει φτιαχτεί από πολλούς διαφορετικούς καλλιτέχνες.

Υπάρχουν εικόνες σχεδόν ποιητικές ζωγραφισμένες με λεπτές μαύρες πινελιές και εικόνες σκοτεινές που το μαύρο ποτίζει το χαρτί. Ανάμεσα  τους, πολλά πολύχρωμα ταμπλό με εικόνες αινιγματικές. Αφηρημένες φόρμες και μορφές, με ανθρώπινα αλλά και διαβολικά χαρακτηριστικά. Είναι σαν ο καλλιτέχνης να δέχτηκε επίσκεψη από το ίδιο το Κοράκι. Και επειδή η έννοια του χωροχρόνου δεν υπάρχει στο σύμπαν του κορακιού, τελικά το βιβλίο δεν πήρε τη μορφή κόμικς. Λόγια και εικόνες διαχωρίστηκαν, απέκτησαν το καθένα το δικό του χώρο σαν δύο εσωτερικοί μονόλογοι τοποθετημένοι πλάι-πλάι.

Το βιβλίο βγήκε πρώτα στα ισπανικά (Alfabia) και μετά στα γαλλικά (Le Seuil). Πριν από λίγες μέρες έγινε η παρουσίαση της αγγλικής έκδοσης (Fantagraphics) σε ένα ιστορικό παλαιοβιβλιοπωλείο της Νέας Υόρκης. “Αναλογιστείτε τι έχει κάνει ο Poe”, είπε ο Reed στην παρουσίαση. “Το πρώτο αστυνομικό μυθιστόρημα. Την πρώτη ιστορία επιστημονικής φαντασίας. Και σαν να μην είναι αρκετά αυτά, το έχω μαζί μου, θα σας το δείξω, έχει γράψει αυτό το πεζό ποίημα που λέγεται ‘Εύρηκα‘ και μιλάει για τη δημιουργία του σύμπαντος και την αστρολογία και τους πλανήτες και το πλανητικό σύστημα και βάζει τα θεμέλια της θεωρίας του big bang. Μιλάω σοβαρά, δεν κάνω πλάκα. Και τότε τον κορόιδευαν. Ο T.S. Elliot είχε γράψει μάλιστα ότι θα έπρεπε να αρκεστεί στη λογοτεχνία και να μην ασχολείται με πράγματα για τα οποία δεν έχει ιδέα. Και μετά οι καιροί άλλαξαν και να που ο Poe είχε δίκιο...

Για μένα ο Poe  είναι ο πατέρας του William Burroughs και του Hubert Selby, και το αίμα όλων τους θα κυλάει για πάντα στις μελωδίες μου... μην νομίζεται ότι ήταν εύκολο αυτό το εγχείρημα, ήταν σαν την πρώτη φορά που προσπάθησα να συνδέσω τον ενισχυτή της κιθάρας μου με το κομπιούτερ”.

Και έκλεισε τη παρουσίαση του χαριτολογώντας: “ Το ξέρετε ότι υπάρχει μόνο μία ή δύο φωτογραφίες του Poe; Έχετε προσέξει το περίεργο κεφάλι του; Από ποιά γωνία τον τράβηξε ο φωτογράφος; Φαντάζομαι τη σκηνή. Κακόμοιρε Edgar, δεν έχεις λεφτά; Δυστυχώς δεν μπορώ να σου βγάλω άλλη, πάρε αυτή με το παραμορφωμένο κούτελο. Έτσι κι αλλιώς παραμορφωμένος είσαι σε όλα σου. Γιατί δεν μπορείς να γράψεις κάτι πιο θετικό; ”

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ