Μια φωτοποιητική περφόρμανς βασισμένη στο ποίημα Έναςή Witold ή Αναζητώντας το καλό του προφίλ από το βιβλίο του Βασίλη Αμανατίδη 7 – ποίηση για video games
Επειδή ακριβώς ούτε αυτός μα ούτε και κανείς αποφάσισε οριστικά
ποιο απ’ τα δύο είναι ως τώρα,
αναζητά συνέχεια το καλό προφίλ του,
πρώτον γιατί του είπαν ότι έχει
(«α, αυτό είναι το καλό σου, να βγαίνεις στις φωτογραφίες με αυτό!»),
και δεύτερον γιατί του είπαν «βαρέθηκα να σε βλέπω να περιφέρεις παντού και πάντα το κακό μόνο προφίλ σου, σβήσ’ το να μη σ’ το σβήσω εγώ, πότε θα ωριμάσεις επιτέλους;»
και έτσι από κει συμπέρανε
ότι έχει και κακό, αλλά
επειδή το λάμδα είναι πιο υγρό,
μαλακό και ήμερο από το άνυδρο, σκληρό κι απότομο γράμμα κάπα,
αποφάσισε να ψάχνει πια να βρει το καΛό μόνο προφίλ του, αλλά και για να αναδεικνύει πάντα εκείνο,
ώστε να το βλέπουν όλοι,
αφού καθόλου δεν θέλει να βλέπουν
το καΚό προφίλ του αν υπάρχει,
μα και επειδή καχύποπτα φοβάται πως όχι μόνο θέλουν πάντα οι άλλοι το κακό του, μα θα τον αφήσουν και όλοι μόνο,
μόνο που τα έχει πια μπερδέψει αρκετά και δεν είναι καθόλου βέβαιος ποιο προφίλ από τα δύο είναι το καλό,
επειδή βέβαια έχει δύο προφίλ και όχι τρία, που είναι αριθμός μονός, άρα κάποιο από τα δύο θα περίσσευε αζευγάρωτο,
όχι, αυτός έχει συμμετρικά ένα μόνο καλό κι ένα κακό, πώς αλλιώς, αφού έχει και ένα μόνο πρόσωπο,
δεν έχει δύο, προφανώς, αφού έχει ένα μόνο κεφάλι, δεν έχει εννιά, τι; η λερναία ύδρα είναι; αλλά μόνο ένα κεφάλι,
και έτσι φοβάται τώρα μόνιμα μήπως το προφίλ που του το είπε κάποιος για καλό είναι τελικά κακό,
γιατί επ’ αυτού δεν ομογνωμούνε όλοι, μερικοί βρίσκουν το κα_ό του προφίλ κα_ό, μερικοί το κα_ό του προφίλ κα_ό,
και άλλωστε δεν γίνεται το ζήτημα να μπει σε δημοψήφισμα, αν γινόταν ας έμπαινε για να τελείωνε κι αυτή η ιστορία,
να ήξερε τουλάχιστον ποιο είναι ποιο, μα όχι, αυτό είναι δύσκολο, τι δύσκολο; ακατόρθωτο, τι ακατόρθωτο; αδύνατο,
αφού τελικά ούτε και αυτός θυμάται ποιο απ’ τα δύο του αρέσει περισσότερο, όχι βέβαια ότι ήξερε και άλλοτε (παλιά) ποιο απ’ τα δύο του αρέσει,
μόνο που άλλοτε (παλιά) σαν να μην είχε τεθεί το ερώτημα, λοιπόν τώρα και ο ίδιος νομίζει για καλό πότε το ένα πότε το άλλο του προφίλ,
τόσο που, όταν κοιτάζει σε καθρέφτη ή σε τζάμι –στο σπίτι του, στο δρόμο, σε κατάστημα, σε κέντρο διασκεδάσεως ή οπουδήποτε αλλού– το είδωλό του, αρχίζει πια πολύ συχνά
να στρέφει το κεφάλι του μια από δω και μια από κει, μήπως κι αποφασίσει ποιο προφίλ του είναι το καλό, σχεδόν δηλαδή το περιστρέφει αυτό το πράγμα που έχει για κεφάλι,
μα πια το στρέφει, το περιστρέφει και το παραστρέφει τόσο, που όσοι τον κοιτούν αρχίζουν και να ανησυχούν μήπως αυτονομηθεί και –ως τουρμπίνα, ως αεροτρύπανο, ως πύραυλος– το κεφάλι αυτό εκτιναχθεί την ώρα ακριβώς που αναζητάει το προφίλ του,
ενώ όσο εκείνος στρέφει και στρέφει και στρέφει, δεν ξέρει –και καθόλου μάλιστα– για ποιον επιτέλους λόγο κάνει έτσι,
ούτε αν όλα αυτά έχουν κάποιο νόημα αφού, πρώτον, από την πολλή περιστροφή βλέπει το λάμδα αυτό πάνω στο κάπα (ανεπανόρθωτα;) ενωμένα σαν μουντζούρα,
αλλά και αφού, δεύτερον, κάθε καινούριο πρωί που με βοήθεια μικροσκοπίου, μοιρογνωμονίου και διαβήτη
ξαναμετρά επίμονα το ένα και το άλλο του προφίλ, τα βρίσκει σε όψη, αναλογίες και σύσταση (απολύτως) όμοια μεταξύ τους*
* Flip-side του παραπάνω ποιήματος:
«Ε, όχι, όχι κι έτσι. Μία τέτοια πολεμοχαρής λογική των προφίλ αγνοεί συστηματικά το ειρηνοποιό μας ανφάς», είπες τότε εσύ, έχοντας ολοκληρώσει την ανάγνωση, μα κοιτώντας ακόμη τη σελίδα.
«Ω, προσοχή, μην λέτε αυτά», ακούγεται επιτακτική μία φωνή τρίτη. «Αφού τρύπωσε πια. Ο ιός της σύγχυσης. Και χάσκει η διάλυση, ατελεύτητα· σαν βόμβα· μπροστά μας».
Στρέφουμε όλοι τα κεφάλια, θαρρώντας πως το «μας» αυτό μάς αφορά. Επιχειρώντας να προστατευτούμε, σκορπίζουμε σαν θρύμματα εις τα εξ ων.
Ο Βασίλης Αμανατίδης είναι ποιητής και μεταφραστής. Το τελευταίο του βιβλίο με το τίτλο 7 – ποίηση για video games κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη. Εδώ ένα ποστ του Άρη Δημοκίδη για το βιβλίο.
σχόλια