Πασίγνωστοι σταρ σε μελοδράματα χωρίς twist και ένταση.Αποστολή στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Τορόντο.
Το Labor Day και το Railway Man έχουν διαφορετική κλίμακα και ύφος, αλλά αμφότερα φλερτάρουν με ένα παλαιάς κοπής σινεμά, ρεαλιστικής ιστορίας, που καταλήγει σε έντονες συγκινήσεις μέσω του μελοδράματος.
Το Labor Day, που είναι σημαντική γιορτή στην Αμερική και ταυτόχρονα καθόλου τυχαία, σημαίνει «μέρα τοκετού» και αποτελεί σημείο απόδρασης (προσωρινό ή όχι, θα δείξει) του Τζέισον Ράιτμαν από τα ειρωνικά κινηματογραφικά σχόλια προς την κοινωνία, που με τόση σβελτάδα και γνώση παρέδωσε με τις προηγούμενες ταινίες του. Ο Τζος Μπρόλιν είναι φυγάς και η Κέιτ Γουίνσλετ καταθλιπτική, αγοραφοβική ζωντοχήρα. Τα μονοπάτια τους διασταυρώνονται κατά τη διάρκεια μιας τριήμερης, ήπιας ομηρείας και τα βαθιά τους τραύματα αποκαλύπτονται σταδιακά, όταν ο έρωτας εκδηλώνεται στην καλύτερη στιγμή της ταινίας, ενώ ετοιμάζουν μαζί (κολλητά) μια ροδακινόπιτα, σε κάτι που αντιστοιχεί, ευτυχώς με καλύτερο γούστο, στην πηλογλυπτική του Πάτρικ Σουέιζι και της Ντέμι Μουρ στον Αόρατο Εραστή.
Το Railway Man είναι μια απίστευτη αληθινή ιστορία ανάμεσα σε έναν Ιάπωνα βασανιστή/μεταφραστή και έναν Βρετανό μηχανικό κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Ο Κόλιν Φερθ κρατάει βαθιά μέσα του τον βασανισμό που με αυταπάρνηση δέχθηκε, και παρότι γνωρίζει επιτέλους τον πραγματικό έρωτα με τη Νικόλ Κίντμαν, οι μνήμες δεν του επιτρέπουν να ξεχάσει. Το θέμα είναι αν θα εκδικηθεί ή θα συγχωρήσει, όταν ανακαλύψει πως ο άνθρωπος που δημιούργησε τους αγιάτρευτους εφιάλτες του είναι ακόμα ζωντανός, και μάλιστα ξεναγεί τουρίστες στην κόλαση του παρελθόντος.
Και οι δυο ταινίες παραπέμπουν σε μια άλλη εποχή, με ελαφρές προσαρμογές. Το Labor Day φαίνεται πως αφορά βασικά μια γυναίκα σε δυσμενή ψυχολογική κατάσταση σε ένα στόρι ιδωμένο από τον γιο της, αλλά αναδεικνύει τον Μπρόλιν σε ήρεμη δύναμη - είναι η καλύτερη ερμηνεία του, καθώς αξιοποιείται η γήινη θετικότητά του.
Το Railway Man καταπιάνεται με μια καταγεγραμμένη, παράδοξη φιλία, βασισμένη στα απομνημονεύματα του Έρικ Λόμαξ, αλλά δομεί τα γεγονότα σαν να είναι ευγενείς χειρονομίες. Το θέμα έχει εμπορικό στόχο και κίνησε, όπως είναι φυσικό, το ενδιαφέρον του Χάρβεϊ Γουάινσταϊν, ο οποίος και αγόρασε τα δικαιώματα.
Και στις δύο ταινίες η χειραγώγηση του συναισθήματος διακρίνεται από καλή αισθητική και προσπάθεια συγκράτησης του μελό, αλλά η έλλειψη δυνατού σεναρίου ανακόπτει την ένταση.
Ο ακαδημαϊσμός στη σκηνοθετική προσέγγιση χρειάζεται πάντα μια κλοτσιά από το σενάριο. Ο Λόγος του Βασιλιά είναι το πρόσφατο παράδειγμα κλασικού και μαζικού σινεμά, αλλά όλες οι σκηνές του ανέβαιναν από την εσωτερικότητα και την αφήγηση. Από το Τορόντο ξεκίνησε η ταινία για να φτάσει στα μεγάλα βραβεία και κάτι τέτοιο προσπαθούν να ξετρυπώσουν φέτος, αλλά προσωπικά δεν το έχω δει ακόμα.
Περιμένω να δω το 12 years a slave του Στιβ Μακουίν και το Prisoners του Ντενί Βιλνέβ, μήπως εκεί υπάρχει το γκανιάν της χρονιάς.
σχόλια