Βρίσκομαι σε μια όμορφη και ζωντανή βρετανική πόλη, το Μπρίστολ, για να παρακολουθήσω τη λήξη του ευρωπαϊκού προγράμματος Urbact για τη Βιώσιμη Διατροφή στις Πόλεις, στην οποία συμμετείχαν ο Δήμος Αθηναίων και η Εταιρεία Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής του δήμου.
Στο Μπρίστολ («Πράσινη Πόλη της Ευρώπης για το 2015», «Πιο ευχάριστη πόλη για να ζεις» και πρώτη Ποδηλατική Πόλη ήδη από το 2008), ο εμπνευσμένος και τολμηρός δήμαρχος –και αρχιτέκτονας–, κ. George Ferguson, τα τελευταία τρία χρόνια προσπαθεί καθημερινά να μετατρέψει την πόλη του αλλά και ολόκληρη τη νοτιοδυτική περιοχή της Βρετανίας σε μια βιώσιμη και σύγχρονη ανθρώπινη κυψέλη. Φορώντας πάντοτε κόκκινα παντελόνια (εκτός από την ημέρα που το Μπρίστολ ανακηρύχθηκε «Πράσινη Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα», οπότε φόρεσε πράσινα!), καλωσόρισε με τον τυπικό εγγλέζικο και χαριτωμένο τρόπο του τις δέκα πόλεις που συμμετέχουν στο πρόγραμμα «Urbact για Βιώσιμα Διατροφικά Συστήματα», στέλνοντας μάλιστα έναν ιδιαίτερα θερμό χαιρετισμό στον κ. Καμίνη και την πόλη της Αθήνας!
Η σωστή διατροφή των κατοίκων μιας πόλης, ποιοτικά αλλά και ποσοτικά, όπως δυστυχώς απέδειξε η κρίση τα τελευταία χρόνια, δεν είναι πλέον κάτι εγγυημένο. Οι πολίτες των μεγάλων αστικών κέντρων είναι εξ ορισμού απομακρυσμένοι από τον τόπο παραγωγής και καλλιέργειας της τροφής μας, με αποτέλεσμα αφενός να προσφέρονται περισσότερες επεξεργασμένες τροφές και αφετέρου οι πολίτες να χάνουν την επαφή με τη σημασία της τροφής.
Τα τελευταία τρία χρόνια, λοιπόν, το Μπρίστολ προσπαθεί να αποδείξει ότι η ανάπτυξη –και η σωστή διατροφική πολιτική– συμβαίνει σε μια πόλη μόνο όταν σε όλες τις ενέργειες συνυπολογίζεται το περιβάλλον και συμμετέχουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις. Για εμάς τους Αθηναίους, το καλό νέο σε όλο αυτό είναι ότι εδώ βρίσκεται και παρακολουθεί το συνέδριο του Urbact η Ελένη Μυριβήλη, εντεταλμένη δημοτική σύμβουλος για την Αστική Βιωσιμότητα του Δήμου Αθηναίων. Αν οι λέξεις σάς μπερδεύουν, επιτρέψτε μου να μεταφράσω ελεύθερα ότι σκοπός της δράσης της κ. Μυριβήλη (διδάκτωρ Ανθρωπολογίας τoυ Columbia University, επίκουρος καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου) είναι να κάνει την Αθήνα μια ζωντανή και πολύ πιο βιώσιμη πόλη. Αυτό σημαίνει πως ό,τι έργα γίνονται στην πόλη, θα φροντίζει να είναι οικονομικά αποτελεσματικά, κοινωνικά δίκαια και φιλικά προς το περιβάλλον. Η κ. Μυριβήλη εστιάζει σε δύο θέματα, τη διατροφή και το δομημένο περιβάλλον: «Το να μπορούν να θρέφονται οι πόλεις με ασφαλή και βιώσιμο τρόπο είναι μία από τις κατεξοχήν προκλήσεις του 21ου αιώνα. Ο δε χαρακτήρας της τροφής είναι τόσο πολυλειτουργικός, που την κάνει μοναδικό πολιτικό φαινόμενο που εμπλέκει πολλές αρένες της δημόσιας πολιτικής. Για παράδειγμα, η διατροφική αλυσίδα ευθύνεται για περίπου 31% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθιστώντας το διατροφικό σύστημα καίριο στόχο των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η Ελλάδα πήρε πρόσφατα τα πρωτεία στην παιδική παχυσαρκία και άλλες ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή, πράγμα που καθιστά το διατροφικό σύστημα πρωταρχικά θέμα κοινωνικής υγείας. Η διατροφική ένδεια γίνεται όλο και πιο έντονη στην Αθήνα αλλά και σε πολλές άλλες πόλεις της Δύσης, καθιστώντας τα τρόφιμα ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Ένα βιώσιμο διατροφικό σύστημα μπορεί να προωθήσει τη σωστή διαχείριση των φυσικών πόρων και του οικοσυστήματος. Και, τέλος, η οικονομία, η ποικιλία, η ζωντάνια και η ευχαρίστηση που αναπτύσσονται γύρω από τη διατροφή, με λίγη υποστήριξη, μπορούν να δώσουν σημαντική ώθηση στη ζωτικότητα της πόλης».
Τι σημαίνει βιώσιμη διατροφική πολιτική;
Η σωστή διατροφή των κατοίκων μιας πόλης, ποιοτικά αλλά και ποσοτικά, όπως δυστυχώς απέδειξε η κρίση τα τελευταία χρόνια, δεν είναι πλέον κάτι εγγυημένο. Οι πολίτες των μεγάλων αστικών κέντρων είναι εξ ορισμού απομακρυσμένοι από τον τόπο παραγωγής και καλλιέργειας της τροφής μας, με αποτέλεσμα αφενός να προσφέρονται περισσότερες επεξεργασμένες τροφές και αφετέρου οι πολίτες να χάνουν την επαφή με τη σημασία της τροφής. Ωστόσο, στη χώρα μας, ακόμα και στην προ κρίσης εποχή, είχαμε περιορίσει την καθημερινή μας δίαιτα με επεξεργασμένες τροφές χαμηλότερης θρεπτικής αξίας (λόγω άγνοιας ή παραπληροφόρησης γύρω από την αξία και τα οφέλη της καλής τροφής), με αποτέλεσμα να νοσούμε και να απομακρυνόμαστε από διατροφικά μοντέλα που μας χαρίζουν ευεξία και μας ενώνουν κοινωνικά και πολιτιστικά, ενώ απολαμβάνουμε το φαγητό που αγαπάμε.
Οι κίνδυνοι; Αύξηση των ασθενειών που σχετίζονται με τη διατροφή από μικρή ηλικία, μείωση της ευεξίας και της απόλαυσης του φαγητού, μηδενική παραγωγή τροφής μέσα στην ίδια την πόλη.
Μια υπεύθυνη και ώριμη κοινωνία, όμως, έχει την υποχρέωση να ενημερώνει τους πολίτες της γύρω από αυτά τα θέματα και, επιπλέον, σε περιόδους κρίσης να αναλάβει τη σίτιση των ευπαθών ομάδων. Και το 2015, «κοινωνία» σημαίνει, όπως όλες οι ευρωπαϊκές πόλεις συμφώνησαν, όχι μόνον τις δημοτικές αρχές αλλά και τους πολίτες και τις τοπικές επιχειρήσεις μαζί. Αυτά περιγράφουν ένα βιώσιμο διατροφικό μοντέλο, που σε βάθος χρόνου μπορεί να εγγυηθεί τη σωστή τροφή και την ευεξία των πολιτών.
Η διατροφική πολιτική απόφαση του κ. Καμίνη
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που η κ. Μυριβήλη βρίσκεται στο Μπρίστολ. Πριν από έναν περίπου μήνα, ο δήμαρχος Γιώργος Καμίνης δήλωσε στους εκπροσώπους από τις δέκα πόλεις που συμμετέχουν στο δίκτυο ότι η διατροφική πολιτική αποτελεί πλέον προτεραιότητα του Δήμου της Αθήνας: «Οι αλλαγές σε όλη την αλυσίδα –από την παραγωγή και τη διάθεση μέχρι τη κατανάλωση και τη διαχείριση των απορριμμάτων– μαζί με τη μεταβολή των διατροφικών επιλογών στην καθημερινότητα θα έχουν άμεσες, θετικές και ορατές συνέπειες στην οικονομική ζωή της μητροπολιτικής περιοχής της Αθήνας... Η αστική βιωσιμότητα, μαζί με το αγροδιατροφικό σύστημα, το οικιστικό και τις βιώσιμες μετακινήσεις, είναι ένα στοίχημα σύνθετο αλλά και ένα φωτεινό όραμα για τις πόλεις του μέλλοντός μας!» (δες και σχετικό βίντεο με τις δέκα δηλώσεις των Ευρωπαίων δημάρχων εδώ).
Το Μπρίστολ και οι υπόλοιπες πόλεις που συμμετέχουν στο Urbact επισκέφτηκαν την Αθήνα τον περασμένο μήνα, και μάλιστα εντυπωσιάστηκαν από όσα ο Δήμος Αθηναίων και οι ομάδες πολιτών έχουν επιτύχει τα τελευταία χρόνια αλλά και από την αλληλεγγύη που έδειξαν οι κάτοικοι της πόλης στους πληγέντες. Γι' αυτό προτείνουν την Αθήνα να ηγηθεί του τρίτου μέρους του Urbact, της φάσης δηλαδή που θα θέσει σε εφαρμογή ένα διατροφικό πρόγραμμα με στόχο την καλυτέρευση της διατροφής των Αθηναίων, τη βελτίωση της υγείας, της ευεξίας και της οικονομίας των πολιτών αλλά και της πόλης.
Η Αθήνα έχει κάνει πολλά...
Οι δράσεις του Δήμου της Αθήνας εντυπωσίασαν τους παρευρισκόμενους και τους συμμετέχοντες, που παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την ελληνική κρίση και τα προβλήματα που συνεπάγεται αυτή για κάθε νοικοκυριό. Για παράδειγμα:
- Καθημερινά σερβίρονται 1.500 μερίδες φαγητού στο Κέντρο Σίτισης του Δήμου.
- Καθημερινά σερβίρονται 5.500 γεύματα σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, σχολεία (νήπια και παιδιά).
- Ιδρύθηκε το Δημοτικό Κοινωνικό Παντοπωλείο που εξυπηρετεί 250 οικογένειες, οι οποίες με κουπόνια μπορούν να προμηθεύονται τρόφιμα μία φορά την εβδομάδα σε πολύ χαμηλές τιμές. (Η λίστα αναμονής, βέβαια, είναι 7.000 οικογένειες.)
... και οι Αθηναίοι ακόμα περισσότερα!
Όμως η Αθήνα μπορεί να είναι κυρίως περήφανη γιατί, πέραν του Δήμου Αθηναίων, πολλές μικρότερες προσπάθειες σίτισης αλλά και ενημέρωσης των πολιτών για διατροφικά θέματα γίνονται με θαυμαστά αποτελέσματα. Άλλες οργανωμένες και άλλες μεμονωμένες, αυτές οι προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένων και των συσσιτίων πολλών εκκλησιών στην Αθήνα, όχι μόνο απάλυναν τα τελευταία χρόνια το πρόβλημα της σίτισης αλλά έριξαν φως σε θέματα γύρω από το καθημερινό μας φαγητό αλλά και σε ζητήματα υγείας, όπως η παιδική παχυσαρκία και ο διαβήτης (και οι δύο νόσοι σε άνοδο τα τελευταία χρόνια εδώ, όπως και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις), η ανάγκη για επιστροφή στη παραδοσιακή ελληνική διατροφή (με περισσότερα όσπρια, ψάρια και λαχανικά και λιγότερο κρέας), αναβίωση του πολιτισμού του ελληνικού φαγητού ως μέσου ενίσχυσης του κοινωνικού ιστού και ενημέρωση των παιδιών πάνω σε διατροφικά θέματα μέσα από το σχολείο, η διάσωση και διατήρηση των ελληνικών σπόρων, ένα δίκαιο αγροδιατροφικό σύστημα κ.ά.
Μερικές κοινές διαπιστώσεις
Περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές φαίνεται να μοιράζονται οι ευρωπαϊκές πόλεις όταν συζητούν για το φαγητό. Μερικές από αυτές είναι οι εξής:
- Κοινή ανησυχία για την αύξηση ασθενειών όπως ο παιδικός διαβήτης, η αυξημένη χοληστερίνη σε νεαρή ηλικία και η παχυσαρκία, με κύρια αιτία την κακή διατροφή, γεμάτη λιπαρά και ζάχαρη.
- Ολοένα και περισσότερα καθημερινά γεύματα που περιέχουν επεξεργασμένες τροφές χωρίς ωφέλιμα συστατικά από μικρή ηλικία, που οδηγούν νωρίς σε παθήσεις του καρδιακού και κυκλοφορικού συστήματος.
- Μειωμένος αριθμός νοικοκυριών στις πόλεις που έχουν πρόσβαση σε καλό και φρέσκο φαγητό (όπως π.χ. στις αγορές βιοκαλλιεργητών και απευθείας από λαχανόκηπους).
- Αύξηση στις τιμές του καλού και φρέσκου φαγητού και παράλληλα δραματική μείωση τιμών σε δεύτερης ποιότητας τρόφιμα, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να τα επιλέγουν αποκλειστικά λόγω της χαμηλής τους τιμής.
- Παραπληροφόρηση και άγνοια γύρω από τη διατροφή στις νεαρές ηλικίες μετά την αφαίρεση του μαθήματος των Οικοκυρικών (όπως λεγόταν παλιά το μάθημα) ή οποιουδήποτε άλλου μαθήματος που ενημερώνει τα παιδιά και τους νέους για την υγιεινή διατροφή.
- Ανάγκη για αύξηση στα κονδύλια κρατικών φορέων για την αντιμετώπιση ασθενειών σχετιζόμενων με τη διατροφή, και άρα επιβάρυνση των φορολογούμενων των πόλεων (για παράδειγμα, η γεροντική άνοια, ασθένεια που πρόσφατα μια νορβηγική μελέτη απέδειξε ότι επιβραδύνεται με σωστότερη διατροφή και άσκηση, στη Μεγάλη Βρετανία επιβαρύνει το δημόσιο σύστημα υγείας NHS κατά 26 δισεκατομμύρια λίρες τον χρόνο!).
- Εντυπωσιακή αύξηση σε ανοιχτές και υπαίθριες συλλογικές κουζίνες πολιτών, λαχανόκηπους σε γειτονιές και σχολεία από συλλόγους γονέων και ενέργειες πολιτών με σκοπό την ενημέρωση γύρω από διατροφικά ζητήματα αλλά και την αίσθηση αλληλεγγύης και χαράς που προσφέρει το φαγητό όταν το μοιραζόμαστε.
- Ανάγκη για ανάδειξη της γαστρονομικής πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και της κουζίνας των μεταναστών στις σύγχρονες πόλεις.
- Η ανάγκη για τόνωση των τοπικών καλλιεργειών και η προτίμηση των καταναλωτών σε τοπικά προϊόντα. Για παράδειγμα, στο Μπρίστολ, ο δήμαρχος κ. Ferguson τύπωσε τη Λίρα Μπρίστολ (Bristol Pound), ίσης αξίας με τη λίρα Αγγλίας, ένα νέο τοπικό νόμισμα που έχει αξία μόνο στην πόλη και υπενθυμίζει στους πολίτες να προτιμούν τοπικά προϊόντα και επιχειρήσεις! Ένας αριθμός επιχειρήσεων συμμετέχει ήδη στο πρόγραμμα!
- Σύνδεση της υγείας με τη διατροφή. Όλες οι πόλεις που συμμετείχαν τόνισαν τη σπουδαιότητα του καλού φαγητού στην πρόληψη ασθενειών
- Η σημασία της ψυχολογικής υποστήριξης που προσφέρει το συλλογικό μαγείρεμα και η φροντίδα ενός λαχανόκηπου σε ομάδες πολιτών που αισθάνονται αποκλεισμένοι και μόνοι (π.χ. ηλικιωμένοι που κατέχουν μυστικά της παραδοσιακής μαγειρικής και της κηπουρικής και χαίρονται να τα μοιράζονται με νεότερους, αποκτώντας έτσι ερεθίσματα στην καθημερινότητά τους).
- Η ανάγκη για παραγωγή κάποιου μέρους της τροφής μας μέσα στην ίδια μας την πόλη (ταρατσόκηποι, πράσινα μπαλκόνια, κοινοί λαχανόκηποι σε έρημα οικόπεδα κ.λπ.).
Ναι, οι δέκα ευρωπαϊκές πόλεις συμφώνησαν: το φαγητό είναι τεράστια υπόθεση και αγγίζει όλους τους τομείς της σύγχρονης πόλης, από την οικονομία της μέχρι την ευεξία και τη χαρά των κατοίκων της, γι' αυτό πλέον αποτελεί κοινό πρωταρχικό στόχο για τις ευρωπαϊκές πόλεις. Σύμφωνα με τον Γιώργο Κεράνη, υπεύθυνο του Δήμου Αθηναίων για το Urbact, «το αγροδιατροφικό σύστημα αποτελεί τη βάση της κοινωνίας μας. Η στροφή προς ένα βιώσιμο διατροφικό "μοντέλο" που βασίζεται στην τοπικότητα και στην οικολογική γεωργία, όπως π.χ. η παραδοσιακή ελληνική διατροφή, μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο την οικονομία και την κοινωνία τόσο της πόλης όσο και της υπαίθρου. Για να το πούμε απλά, μια στροφή στην κατανάλωση κρέατος από τη νεοελληνική προς την παραδοσιακή ελληνική διατροφή μπορεί να αποφέρει περί τα 4 δισ. ευρώ πλεόνασμα στη χώρα. Τα συμπεράσματα, δικά σας».
σχόλια