Θεοσκότεινη και σοβαροφανής, γεμάτη βαρύγδουπους (και επεξηγημένους ως νιανια) συμβολισμούς, η εκδοχή του Σκοτεινού Ιππότη από τον Christopher Nolan τριτώνει, ο Batman «ανυψώνεται», o Christian Bale με το ζόρι γλυτώνει την φαρρυγίτιδα και οι κριτικοί όλου του κόσμου πιάνονται μαλλί με μαλλί.
Σιγά τις μπ-άτες, παλικάρια.
Το Thought Balloon είναι εδώ για ΤΟ αφιέρωμα για το κλείσιμο της τριλογίας του Nolan, την πορεία προς το φινάλε, τους χαρακτήρες και πάνω από όλα τι σκατά προσπαθεί να πει ο έρμος 8 χρόνια τώρα για τον Batman σαν σύμβολο και κατά πόσο τα κατάφερε.
#DARKATHON
Είδαμε την ταινία πριν καιρό με όλες τις ανάλογες δόξες και τιμές - και προετοιμασία μια μέρα πριν με τον υποχρεωτικό “darkathon”, τον μαραθώνιο σχετικών bat-ταινιών*. Αφ’ενός για να θυμηθούμε την πλοκή και τα θέματα που σίγουρα (και όντως) θα έπαιζαν ρόλο στα επόμενα, αλλά και για να αφοπλίσουμε τα δυο πρώτα μέρη της τριλογίας από τους φακούς του χρόνου και του zeitgeist τους.
*(αν τολμάτε και σεις, η σειρά είναι -απαραίτητα- Batman Begins, The Dark Knight και για φινάλε παύλα καθάρισμα παλέτας το επικό Batman and Robin του Joel Schumacher. Ναι αυτό με τις ρώγες και τον Σβαρτζενέγκερ και την πρώτη αξέχαστη κινηματογραφική εμφάνιση του αρχικακού BAAAAAAAAAAAAANE, τότε ως ένας αθώος άμυαλος και ντοπαρισμένος πέρα από τα λογικά του μπράβος luchador. )
Το βασικό πλεονέκτημα μου καθώς κάθομαι να γράψω δυο κουβέντες και εγώ για το “επικό φινάλε της τριλογίας φαινόμενο” είναι η απόσταση από όλο τον πανικό. Γιατί ναι, η πρώτη αντίδραση μόλις τελείωσε η προβολή ήταν -με τα μάτια ακόμα κλαμμένα από συγκίνηση- απόλυτος geekgasm. Όσο όμως περνούσε ο καιρός, τόσο πλήθαιναν οι ενστάσεις και μπορούμε ψύχραιμα να κοιτάξουμε τι δουλεύειι εδώ και τι όχι.
Ας τα πάρουμε από την αρχή.
BATMAN BEGINS
Ο πολυεκατομυριούχος Bruce Wayne, οι αδικοχαμένοι γονείς, το εκπαιδευτικό ταξίδι στα βουνά των Νίντζα, ο Ra’s Al Ghul, ο Scarecrow και η αποστολή τους για την καταστροφή και αναγέννηση του Γκόθαμ.
Το πρώτο μέρος της τριλογίας, το Batman Begins, έκανε τότε τρελή αίσθηση σε κοινό και κριτικούς για τον *πρωτοποριακό* τρόπο που προσέγγισε το γένος των υπερηρωικών ταινιών.
Απόλυτα (σε πρώτη ματιά) προσγειωμένη στην πραγματικότητα, παρουσίαζε ένα Γκόθαμ σκληρό και ωμό, έμπαινε σε κουραστικές λεπτομερειες να εξηγήσει (και απομυθοποιήσει) ακόμα και το τελευταίο στοιχείο φαντασίας που τριγύριζε τον θρύλο του ανθρώπου νυχτερίδα. Πως λειτουργεί η σπηλιά, πως φτιάχνει τα όπλα του, πως δουλεύει η στολή του, πως τροχίζει τα batarangs του (βασανιστικά ένα ένα στο σχήμα της νυχτερίδας), και φυσικά, πως θα λειτουργούσε στον κανονικό κόσμο το batmobile υπερενισχυμλενο τανκς του.
Ξαναβλέποντας την πλέον 8 χρόνια μετά, η αντίδραση μου είναι ίδια με τότε. Μπράβο στα παιδιά, ΑΛΛΑ ΠΟΣΟ ΒΑΡΕΤΗ ΘΕΕ ΜΟΥ.
Επικροτώ τον τρόπο που κατάφεραν να μεταφράσουν αυτούς τους πολύχρωμους χαρακτήρες σε ρεαλιστικούς κακούς ταινίας Τζέημς Μποντ αλλά απέτυχαν να αντισταθμίσουν αυτή την αισθητική ουδετερότητα με αληθινό βάθος χαρακτήρα.
THE DARK KNIGHT
Η δεύτερη νυχτεριδοταινία του Nolan είναι η σίγουρα πιο επιτυχημένη δημιουργικά για το ευρύ κοινό ταινία του Batman. Για τον εξής ένα και τρανταχτό λόγο: ο (οσκαρικός!) Joker του μακαρίτη (χωρίς να έχει σημασία το «μακαρίτης» του θέματος όσο η αληθινή ιδιοφυία αυτού) Heath Ledger είναι η απόλυτη ερμηνεία του ρόλου αυτού στα comics ή στον κινηματογράφο. Κάθε στιγμή που βρίσκεται στην οθόνη ο Joker κυριαρχεί στο συμπαν της ταινίας με την ασυγκράτητη (και από πίσω εξαιρετικά δουλεμένη) χαοτική του υπόσταση. Όταν όμως προσέξεις πέρα από τον Joker, ξαναβλέποντας την ταινία απομακρυσμένοι από την συναισθηματική φόρτιση του θανάτου του, αρχίζεις και παρατηρείς πως, κάτσε, αυτή είναι μια ΤΟΣΟ ΗΛΙΘΙΑ ΤΑΙΝΙΑ.
Οι ατάκες πέφτουν βροχή, η δράση ξεφεύγει από τα όρια, ο συμβολισμός και η θεματική είναι πιο to-the-point. Ο Nolan έχει ουσιαστικά πράγματα να πει για τα όρια της βίας και την σύγκρουση νομιμότητας και αναρχίας, της τάξης και χάους. Υποκύπτει όμως και σε τρανταχτές ατασθαλείες που γκρεμίζουν κάθε επιφανειακή αίσθηση ρεαλισμού στο σύμπαν της ταινίας και μπερδεύουν εφιαλτικά τα νοήματα της ταινίας.
Κρατηθείτε, έρχεται γκρίνια (κμπορείτε πάντα να προσπεράσετε στο επόμενο segment):
Η μεταμόρφωση του προσεκτικά δουλεμένου «καθημερινού ήρωα» του Harvey Dent σε μανιερίστικό μανιακό κακοποιό Two-Face προσπαθεί να αποφύγει τις «κακοτοπιές» του κομιξικού origin, δεν καταφέρνει όμως να είναι κάτι παραπάνω από δισδιάστατη, απλά πιο ψηλομύτικη.
Ο Batman κυνηγάει τον Joker χρησιμοποιώντας ένα απλά αστείο σύστημα από σόναρ ραντάρ μέσω κινητών τηλεφώνων που δεν βγάζει κανένα παντελώς νόημα εκτός από σαββατοπρωινιάτικα καρτούν.
Και πιο εξωφρενικά, δυο πλοία, γεμάτα το ένα με πολίτες και το άλλο με ΒΑΡΥΠΟΙΝΙΤΕΣ (!), έχουν το ultimatum με το πάτημα ενός κουμπιού να αφανίσουν τους άλλους για να σώσουν τις ζωές τους πριν τους εξαϋλώσουν αυτοί, όμως κανείς (ούτε ένας; δολοφόνος; μανιακός; έστω, δικηγόρος;;) δεν τολμάει να πατήσει το κουμπί, ζωγραφίζοντας ένα Γκόθαμ που επιβεβαιώνει τις καλοκάγαθες (παιδιάστικες) αντιλήψεις του Nolan για την ενυπάρχουσα καλωσύνη στον κόσμο.
Αρλούμπες δηλαδή.
Σε ένα τόσο πεσιμιστικό και σκληρά γνώριμο σκηνικό όπως το Γκόθαμ του Nolan δεν χωράνε Ντίσνεϋ παραμυθένιες ονειρώξεις/ψευδαισθήσεις για την ανθρώπινη φύση.
Και στις δυο προηγούμενες ταινίες ο Nolan φλερτάρει με την ρεαλιστική προσέγγιση στην comics μυθολογία χωρίς να κάνει την δουλειά της υποδομής για να τα υποστηρίξει αληθινά. Στηνει τον εαυτό του για αποτυχία, αυξάνοντας τις προσμονες για ρεαλισμό σε ένα κατά κανόνα φανταστικό σύμπαν που βασίζεται στην ικανότητα ενός δισεκατομμυριούχου πλευμπόυ να ντύνεται νυχτερίδα και να πηδαει από σκεπή σε σκεπή πολεμώντας δολοφονικούς κλόουν και διαρρήκτριες που νιαουρίζουν.
DARK KNIGHT RISES
Το κλείσιμο της τριλογίας έρχεται ευτυχώς να απογειώσει τα καλά στοιχεία της προσέγγισης του Nolan: signature χαρακτήρες στραγγισμένοι στην ουσία τους και μεταφρασμένοι σε ένα gritty αστικό περιβάλλον, άψογο κάστινγκ μέχρι τον τελευταίο μικρό χαρακτήρα, απόλυτη Χολυγουντιανή δράση και η ανάληψη του Batman σε αγνή συμβολική υπόσταση - αφήνοντας πίσω της βέβαια τον Bruce Wayne πιο κενό και disposable (pos to lete edw, του πεταματού, της μιας χρήσης) από ποτέ.
Η πλοκή εδώείναι αναζωογωνητικά απλουστευμένη, ξεκάθαρη και γραμμική, σε τρανή αποχώρηση από τις προηγούμενες δυο. Ο συνταξιοδοτημένος μετά την μεταφορική αλλά και κυριολεκτική πτώση της δεύτερης ταινίας Bruce Wayne εκβιάζεται πίσω στην δράση όταν η πλέον ασφαλής και καθαρή Γκόθαμ (στηριγμένη στο ψέμα της ηρωικής θυσίας του Harvey Dent και της αμαύρωσης του συμβόλου του Batman) απειλείται από τον αναρχικό Bane και τις επιφανειακές του αναφορές στο κίνημα των αγανακτισμένων. Ο Bane σπάει την νυχτερίδα, θάβει τους μπάτσους στους υπονόμους, βγάζει στους δρόμους τους κακοποιούς και κλειδώνει την πόλη από τον έξω κόσμο χρησιμοποιώντας την απειλή μιας πυρηνικής βόμβας. Ο Bruce Wayne, ανάπηρος πλέον και παγιδευμένος στην ξένη φυλακή που γέννησε τον Bane, μαζεύει τα κομμάτια του, ανακτά το mojo του και επιστρέφει για να διασώσει το Γκόθαμ.
Ενδιάμεσα η too sexy Catwoman της Anne Hathaway καβάλα σε γουρούνα, o διακριτικός Joseph Gordon-Levitt να φωνάζει WILL SOMEONE THINK OF THE CHILDREN, πολλές ΚΑΚΕΣ προφορές και πλήθος γαμάτες μπλοκμπαστερικές σκηνές, άλλες απόλυτα συνυφασμένες με την πλοκή, άλλες τελείως ξεκούδουνες, παρέα με αρκετές -μικρές- τρύπες στην πλοκή, από αυτές τις χαριτωμένες που κάνεις και πως δεν τις βλέπεις μέσα στον σαματά αλλά μετά κάθεσαι και απαριθμείς γεμάτος κακία στα διάφορα φόρουμ.
ΝΙΑΡ ΝΙΑΡ
Ειρωνικά, στην ταινία αυτή όπου όντως περιμέναμε μια τελική έκρηξη ομοψυχίας και λαϊκής επανάστασης από τους Γκοθαμίτες, αυτοί εμφανίζονται πιο κυνικοί και φοβισμένοι από ποτέ. Μόνο η Catwoman, σαν συμβολισμός του λαϊκού συναισθήματος (σε 20ποντες γόβες στιλέτο και κολλητό δερμάτινο), κάνει την απαραίτητη για την δομή στροφή στο φινάλε και πιάνει τα όπλα.
Στον δρόμο προς την ταινία, και έχοντας μόνο το νέο ψευδογατοκουστούμι για κριτήριο (με αυτά τα τύπου αυτια-γυαλιά νυχτερινής οράσεως που ακόμα θεωρώ λάθος λάθος λάθος), η Catwoman της Anne Hathaway ήταν από τους πιο αμφιλεγόμενους χαρακτήρες.
Και όταν λέω «αμφιλεγόμενος», εννοώ πως την έκραζε το σύμπαν.
Μέσα στην ταινία όμως, ω τι θαύμα, η Hathaway αναδεικνύεται ξεκάθαρα στη breakout star του θέματος. Απίστευτα σέξυ, ανατρέπει (με κλείσιμο του ματιού στον θεατή) από την πρώτη της σκηνή τον συνήθη κινηματογραφικό μύθο της κακομοίρας που μεταμορφώνεται άθελα της σε cat fatale.
Δεν είμαι ακόμα σίγουρος πως στέκεται ανάμεσα στις κλασσικές προηγούμενες Catwoman της οθόνης (όχι δεν εννοώ την Χάλι Μπέρι, προς θεού). Έχει κάτι από την αρχοντιά -και το λουκ- της τηλεοπτικής Lee Meriweather (νιαρ) και (λίγο από) το βιτσιόζικο σεξ-απήλ της Michelle Pfeiffer. Όσο όμως διφορούμενη και αν την θέλει το σενάριο, μένει πάντα σε safe επίπεδα χωρίς να βγάζει κάποια τρέλα, έστω λίγο γραφικό (μεταφορικό) νιαρ (νιαρ) βρε παιδί μου, και γενικά δεν φτάνει τα δικά τους επίπεδα femme-fatale-ισμού ούτε στο νυχάκι.
Για να την δικαιολογήσω λίγο βέβαια, αντίθετα από τις προηγούμενες, δεν έχει εδώ ένα αρκετά στιβαρό Batman για να χτίσει χημεία. Κατά κανόνα όλοι οι τηλεοπτικοί και κινηματογραφικοί Batman (εκτός του George Clooney, γιατί ΧΑΛΛΟ-ΟΟΟΥ) ήταν σχετικά φλούφληδες και ανέραστοι, ο τωρινός όμως ίσως παίρνει το βραβείο.
Παράλληλα αναγνωρίζω και το εξτρά handicap (ελλ. ντεζαβαντάζ) να πρέπει να συναγωνίζεται για τα (μη) αισθήματα του ήρωα με την άλλη διάσημη κομιξική του νέμεση-σύντροφο, για την οποία θα μιλήσουμε λίιιγο πιο κάτω. Για όσο το κουράσανε βέβαια αυτό το κακομοιριασμένο ερωτικό τρίγωνο, εκτίμησα το διπλό τουίστ της βαρετά καλής αλλά κρυφά σκύλας πλούσιας κόντρα στο κορίτσι του λαού που την έριξε το βίτσιο και η ανάγκη στο κλεφτιλίκι. Αλλά ως εκεί.
Ένα είναι το αδιαμφισβήτητο κατόρθωμα της. Ακόμα και μέσα αυτό το απίστευτα άβολο κουστούμι, καταφέρνει είναι ο πιο ταυτίσιμος χαρακτήρας της ταινίας. Αλλά εντάξει, τι κάθομαι και σας αναλύω, εσάς τρέχουν ακόμα τα σάλια.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΣΠΑΣΕ ΤΗΝ ΝΥΧΤΕΡΙΔΑ
(ή αλλιώς ΜΠΕΗΝ! ΜΠΕΕΕΕΗΝ. ΜΠΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΗΝ!)
Οκ, το έβγαλα από τον οργανισμό μου.
Κανείς δεν ζηλεύει τον Tom Hardy για την άκομψη αποστολή του να ακολουθήσει τον ΠΙΟ αγαπημένο κινηματογραφικό bat-κακό στην ιστορία του ήρωα. Πόσο μάλλον όταν ο χαρακτήρας του (ο ξεκάθαρα πιο εμβληματικός των comics των 90s) είναι ένας με τόσο αμαυρισμένο κινηματογραφικό ιστορίκό, όπως καλύψαμε και στην εισαγωγή του άρθρου (ΜΠΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΗΝ).
Ο κομιξικός Bane λειτόυργησε σαν ένα σχόλιο για την εμμονή με την βία και τους extreme αντιήρωες της περασμένης δεκαετίας, την «ωρίμανση» των υπερηρωικών comics που οδήγησε σε μια ανωριμότητα γιγαντιαίων όπλων, αίματος και μούσκουλων. Ο Bane ήταν η νέα υπερηρωική εποχή που έρχεται να αναμετρηθεί με τον «πεπαλαιωμένης» νοοτροπίας Σκοτεινό Εκδικητή. Είναι το άκρως αντίθετο του σε μεθοδολογία, η βελτιωμένη του εκδοχή σε σωματική δύναμη, ο αντάξιος του σε εξυπνάδα και πονηριά. (για περισσότερη εξαντλητική ανάλυση ανατρέξτε και στο μεγαθήριο αφιέρωμα μου για τον Bane στο flix.gr)
Είναι επίσης κάπου 250 κιλά μύες σε μάσκα μεξικανού παλαιστή με σωλήνες με αναβολικά που χορηγούνται διαρκώς απευθείας στον εγκέφαλο του.
Ευτυχώς ο Nolan, στο πιο αξιέπαινο και δύσκολο τρικ του σε όλη την τριλογία, κατάφερε να αποστάξει την ουσία του δύσκολου αυτού και γραφικού οπτικά χαρακτήρα και να τον μεταφράσει σαν κομμάτι του ρεαλιστικού του σύμπαντος.
Ο Bane του Nolan παραμένει όσο πανούργος, έξυπνος και δυνατός όσο ο αρχικός, ανανεώνεται όμως για τις πολιτικές που αφορούν την σημερινή επικαιρότητα, την οικονομική κρίση και το κίνημα των αγανακτισμένων και ακολουθεί τις ίδιες δοκιμασμένες τακτικές, εξαπολύοντας τις ορδές των κακοποιών και καταλαμβάνοντας την πόλη μέσα από το χάος. Ενώ όμως στα comics (όπου ο Batman παραμένει ακλόνητος εδώ και οχτώ δεκαετίες το σύμβολο του αήττητου και πανέξυπνου πολεμιστή) χρειάζεται σχεδιασμό και πανουργία για να νικήσει τον Ιππότη, στην ταινία εμφανίζεται από την αρχή σαφώς ανώτερος του σωματικά και ιδεολογικά. Αυτή η βερσιόν μάλιστα διατηρεί και αρκετά από τα στοιχεια της προέλευσης του με την γέννηση του στην φυλακή της Pena Dura και την κατάκτηση της.
Ο υπέρτατος αυτός αντίπαλος όμως, που χτίζεται τόσο μεθοδικά κατά τη διάρκεια της ταινίας, θυσιάζεται (και στην ουσία αχρηστεύεται και εξευτελίζεται) για ένα τελευταίας στιγμής plot twist, από αυτά που τόσο εσφαλμένα υπηρετεί ο Nolan.
Και από εδώ και πέρα ξεκινάμε τα ΣΟΒΑΡΑ SPOILERS (last warning/τελευταία προειδοποίηση και έτσι).
Η ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΑ
Πόσα κουδουνάκια σας χτυπούσαν όταν βλέπατε ολόκληρη Marion Cotillard σε τέτοιο τριτοτέταρτο ρόλο τύπου «πλούσια γκόμενα που πηδάει δίπλα στο τζάκι ο Bruce Wayne»; Και η γλυκιά μου η Cotillard είναι τόσο αρχοντική και υπέροχη - ειδικά με την ΤΟΣΟ ΨΕΥΤΙΚΗ προφορά και τα λακάκια και τα καφτάνια της.
Ακόμα και χωρίς να έχετε obscure κομιξικές γνώσεις για την σύνδεση του Bane με τον Ra’s Al Ghul (την «Κεφαλή του Δαίμονα») και το ρομάντζο με την κόρη του, Talia, δεν είναι 90s πια ώστε να καστάρονται τέτοια μεγάλα ονόματα απλά στον ρόλο της μπατ-γκομενίτσας του επεισοδίου (για να θυμηθούμε και ένδοξες αρπαχτές από Nicole Kidman και Kim Basinger).
Η μεγάλη ανατροπή της πλοκής πραγματοποιείται στο σχεδόν τελευταίο λεπτό, με την καλή και ανιαρή ανθρωπίστρια Πωστην Λένε να αποκαλύπτεται ως η χαμένη κόρη του κακού της πρώτης ταινίας και γενική mastermind. Ο κακόμοιρος ο Bane μετά από τόσο μελετημένο χτίσιμο σαν uber-γαμιάς ξαφνικά παραμερίζεται σαν απλός λακές και κατατροπώνεται ούτε καν από τον ίδιο τον ήρωα αλλά από την νιαουρίζουσα νέα γκόμενα του. Χωρίς να θέλω να φανώ μισογύνης, εντάξει, ας κρατήσουμε τα κεκτημένα σεναριακά προσχήματα βρε Κρίστοφερ.
Η Talia Al Ghul είναι και αυτή μια εμβληματική προσωπικότητα της γκάλερι κακών του Batman. Η κόρη του ισχυρότερου (ή σίγουρα αρχαιότερου) εχθρού του με την «γραφική» μονομανία με το -αχέμ- μπατ-σπέρμα του. Πατέρας και κόρη κυνηγούν να (εναλλάξ) παντρολογήσουν ή εξολοθρεύσουν τον Σκοτεινό Ιππότη, βλέποντας σε αυτόν τον μοναδικό τους ισάξιο αντίπαλο και κληρονόμο. Ο Bruce Wayne με την Talia μάλιστα καταλήγουν όντως να παντρευτούν για το διάστημα ενός τεύχους και να κάνουν (εν αγνοία του Bruce, μην ρωτάτε τώρα λεπτομέρειες πως) έναν πολύ πολύ ενοχλητικό κοντοστούπη και ελαφρώς ψυχωτικό δεκάχρονο γιο, ο οποίος είναι και αυτός που έχει κληρονομήσει όπως μιλάμε τον μανδύα του Robin.
Αντίθετα με την αντίστοιχη (πολύ πιο πετυχημένη) ανατροπή της πρώτης ταινίας (που κάπως πρόχειρα επιχειρήται να αντικατοπτριστεί εδώ), η αποκάλυψη της Talia Al Ghul έρχεται πολύ αργά στην πλοκή (ως και εμείς που είχαμε μαντέψει σχεδόν είχαμε παρατήσει τις ελπίδες). Τόσο αργά ώστε να είναι αδύνατο να δώσει ικανοποιητικές εξηγήσεις για τον χαρακτήρα και να δώσει χρόνο στο κοινό να ανταπεξέλθει στα νέα δεδομένα. Τόσο αργά ώστε το ξεπέταγμα της ως απειλή στα τελευταία λεπτά να βγαίνει αντικλιμακτικό.
Τελικά πέρα από άλλο ένα εξυπνακίστικο “gotcha!” προς το κοινό από τον Nolan, τι άλλο εξυπηρετεί αυτή η προσέγγιση;
ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΘΑΥΜΑ
Τελευταίος μεγάλος (αφανής) πρωταγωνιστής της ταινίας, ο -επίσης- κακομοίρης Joseph Gordon-Levitt.
Κακομοίρης όχι τόσο για το ρόλο του στην ταινία, πιστεύω ότι ο Levitt μαζί με τον Hardy είναι οι δυο χαρακτήρες που ουσιαστικά κατευθύνουν και κουβαλάνε όλη την πλοκή και είναι οι αληθινοί πρωταγωνιστές πίσω από τον πάντα γραφικά βραχνιασμένο Christian Bale.
Όμως μιλάμε για -ουσιαστικά- την πιο τρανή προσθήκη από την μυθολογία του Batman στο Νολανικό σύμπαν μέσα σ’αυτήν την ταινία. Σιγά σιγά με την πρόοδο της πλοκής γίνεται ξεκάθαρο πως ο νεαρός αστυνομικός “Blake” που ανακαλύπτει την ταυτότητα του Batman είναι η εκδοχή του Nolan για τον (ΣΠΟΙΛΕΡΣ είπαμε;) Robin, τον εικονικό βοηθό και συνεργάτη του Batman. Και για όσους δεν καταφέρνουν να εντοπίσουν τα hints και τους συμβολισμούς υπάρχει και η τραγικά προφανής σκηνή μετά το φινάλε όπου γίνεται και νιανιά για το (αμερικάνικο) κοινό.
Κι όμως πάλι για τις ανάγκες της μυστικοπάθειας και του σοκαρίσματος του κινηματογραφικού κοινού (και εδώ έρχεται το «κακομοίρης» που ανέφερα πριν) ο Levitt θάβεται από όλες τις αφίσες και τις promotional φωτογραφίες της ταινίας. Δεν είναι και μικρό κατόρθωμα να είσαι ο πρώτοςαξιόλογος και αξιομνημόνευτος κινηματογραφικός Robin - και σιγουρα ο πρώτος που δεν θα ντρέπεται μετά από χρόνια να κοιτάζει πίσω τον εαυτό του.
Γιατί φυσικά, αφού μιλάμε για τον Nolan, ο Robin του δεν έχει καμιά σχέση με το φανταχτερά ντυμένο ανήλικο αγόρι με τις ικανότητες στα ακροβατικά. Ο Robin του Levitt παίρνει στοιχεία από τους δυο σημαντικότερους Robins των κόμικς. Το παρουσιαστικό και την αστυνομική καριέρα του αρχικού Robin (και μετέπειτα “Nightwing”) Dick Grayson και τις τρομερές ντετεκτιβικές ικανότητες του τρίτου Robin (που έγινε διάσημος από την σειρά κινουμένων σχεδίων) Tim Drake, ο οποίος κερδίζει τον μανδύα του βοηθού του Batman καταφέρνοντας να εξιχνιάσει μόνος του την μυστική του ταυτότητα.
Αντί για πράσινες μπότες ξωτικού, κίτρινη μπέρτα και μάσκα ντόμινο, φοράει απλά την στολή του αστυνομικού και κινεί την ταινία ως η αδιαμφισβήτητη φωνή του «καλού» μέσα στο χάος στο οποίο βυθίζεται η Γκόθαμ. Αντίθετα πάλι από το χοντροκομμένο παραλήρημα καλωσύνης στις βάρκες της προηγούμενης ταινίας, εδώ αυτή η ξεδιάντροπη ακλόνητη ηθική πυξίδα του Levitt λειτουργεί προς ώφελος του χαρακτήρα του και της ταινίας. Δείχνει (μαζί με την αλλαγή της Catwoman) το θετικό αντίκτυπο και την δύναμη του συμβόλου του Batman να εμπνεύσει τον ηρωισμό στους άλλους. Είναι η ουσία αυτού που θέλει να πει μέσα από την τριλογία του ο Nolan για την δύναμη του συμβόλου του Batman.
Εξάλλου ο Levitt ή Robin ή Blake είναι ακριβώς αυτός ο οποίος συνεχίζει στο τέλος της ταινίας τον μύθο του Batman, στην αριστουργηματική σεκάνς που κλείνει υπέροχα το bumpy ταξίδι της τριλογίας.
ΣΥΜΒΟΛΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ
Ο Nolan πέρασε την τελευταία δεκαετία να χτίζει την σημασία του ΣΥΜΒΟΛΟΥ του Batman και αυτό είναι και το επίκεντρο της τρίτης του ταινίας. Είναι το σύμβολο του τι σημαίνει ο Batman που πρωταγωνιστεί και προχωράει από την προχειροστημένη βεβιασμένη «πτώση» της προηγούμενης ταινίας στην ανύψωση (και τον μεταλαμπαδισμό, την επίτευξη της αθανασίας) μέχρι το τέλος αυτής, το “rises” του θέματος. Ο Batman, μέσα από την θριαμβευτική επιστροφή του στην Gotham σαν κατακτητής και την (τελικά ψεύτική;) θυσία του (μας θυμίζει κάτι από το τέλος της προηγούμενης ταινίας αυτό) γίνεται η δύναμη που ενώνει την πόλη του, οδηγεί κακοποιούς (ή ίσως παραστρατημένους πολίτες) σαν την Catwoman να αλλάξουν πορεία, να συνεισφέρουν και εμπνέει άλλους που έχουν μέσα τους το δυναμικό για κάτι σπουδαίο όπως ο Blake/Robin να ακολουθήσουν στα χνάρια του.
Γίνεται το σύμβολο το οποίο οραματίστηκε στο ξεκίνημα του ταξιδιού του στην πρώτη ταινία, κλείνοντας έτσι θεματικά τον κύκλο της τριλογίας.
Ο ίδιος ο Bruce Wayne, ο σπασμένος άνθρωπος που κυοφόρησε το σύμβολο, είναι στην ταινία από αδιάφορος εώς (στο 60% της διάρκειας της) ανύπαρκτος. Ο Christian Bale καταλήγει κομπάρσος στο ίδιο του το μπλόκμπάστερ. Οι αληθινοί πρωταγωνιστές είναι το legacy του συμβόλου ή μανδύα του Batman, και το αντίπαλο δέος του, ο Bane.
ΤΕΛΙΚΑ;
Η πρωτη ταινια ήταν ισως η μονη που ασχολήθηκε ουσιαστικά με τον Bruce Wayne με κάποιο βαθύ και διερευνητικό τρόπο. Δεν ξαφνιάζει κανένα πως ήταν και η πιο βαρετή. Πίσω από την προσποιητή βραχνάδα και τα movie star good looks, ο Christian Bale αδυνατεί να βγάλει από πάνω του την μπόχα του φλούφλη. Στις δυο επόμενες ταινίες ο ρόλος του Batman και οι κακοί της κάθε ταινίας κλέβουν πλέον την παράσταση και παίρνουν πάνω τους τις ταινίες. Το Dark Knight και Dark Knight Rises θα μπορούσαν να είχαν λειτουργήσει και χωρίς το πλουσιόπαιδο Bruce Wayne (η τελευταία το απέδειξε περίτρανα), αλλά σίγουρα όχι χωρίς τους Joker, Bane και Catwoman. Στην τρίτη ταινία πρωταγωνιστούν το σύμβολο του Batman και η πόλη της Γκόθαμ και οι χαρακτήρες που με κάποιο τρόπο έχουν πάρει έμπνευση, αρνητικά ή θετικά, από τον Batman. Και αυτό τελικά κάνει όλη την διαφορά.
Στα πλαίσια μια τριλογίας που προσέγγισε τον μύθο με λάθος προφάσεις και κούρασε με την κενή μεγαλοπνοότητα της, το Dark Knight Rises είναι το πιο ξεκάθαρα ορισμένο και ειλικρινές κομμάτι που ολοκληρώνει τα κεντρικά νοήματα του εγχειρήματος. Έχει και την δράση του (συχνά σαν αυτοσκοπό, αλλά οκ) και τις ηθοποιάρες του (όλοι να φαίνεται να διασκεδάζουν απίστευτα με τις ντοπιολαλιές τους) και μια λειτουργική γραμμική πλοκή χωρίς να χάνεται σε παραμέρους αποστολές και ιδέες.
Βέβαια, όσο και αν την επαινούμε για τον τρόπο που «γείωσε» τον Batman στην δική μας πραγματικότητα, αναγκάστηκε για αυτό να θυσιάσει και το άλλο πρόσωπο του Batman, το πιο πολύχρωμο και σουρεαλιστικό, το πιο ανάλαφρο και διασκεδαστικό. Αυτή η επιμονή στην βραχνιασμένη σκοτεινίλα και μουντάδα χωρίς μια ιδέα σπιρτάδας ή fun (ότι δηλαδή πιο σωστά ανέδειξε στην δική του σχεδόν τριλογία ο Burton) καταλήγει να δίνει ένα πιο ψεύτικο και προσποιητό σύμπαν, λιγότερο ρεαλιστικό από αυτό των comics.
Για να κλέψω και την ατάκα από τον πολυαγαπημένο μου ubergeek blogger Chris Sims, στο τέλος της μέρας είναι σίγουρα η δεύτερη καλύτερη ταινία του Batman με κεντρικό άξονα της πλοκής πως «μερικές μέρες, απλά δεν μπορείς να ξεφορτωθείς μια βόμβα».**
**αναφερόμενος -φυσικά- στην απόλυτη σκηνή ανθολογίας -και πιο κλασσική όλων των bat-ταινιών ποτέ- της πρώτης έγχρωμης ταινίας του Batman με τον Adam West.
σχόλια