Αν θέλετε να βρείτε τον μέντορα του Θόδωρου Αγγελόπουλου, δείτε τις καλύτερες ταινίες του Ούγγρου δημιουργού Μικλός Γιαντσό, σταρ του διανοουμενίστικου, πολιτικοποιημένου σινεμά στις δεκαετίες του 60 και του 70, ο οποίος πέθανε την Παρασκευή, σε ηλικία 92 ετών.
Είναι ο πρώτος που εξέλιξε τις λεπτές, αργές κινήσεις της κάμερας από τους Αντονιόνι και Οφύλς και λάνσαρε τις χορογραφημένες plans-sequences και αντέκρουσε το παραδοσιακό μοντάζ, χρησιμοποιώντας ώς και 12 σκηνές ή αλλαγές γωνίας της κάμερας, μέσα σε μια ταινία. Έχοντας σπουδάσει νομικά και εθνογραφία, πήρε απόσταση από τα πρόσωπα (ντουμπλάροντας τους ηθοποιούς στο post-production) και σχολίασε ιστορικά γεγονότα σε φορμαλιστικά πλαίσια.
Αντίθετα με τον Αγγελόπουλο ή τον συμπατριώτη του, επίγονο Μπέλα Ταρ (και δευτερευόντως, τον Ταρκόφσκι, τον Τζέϊλαν και τον Χου Χσιάο Χσιέν), εγκατέλειψε το επίμονα προμελετημένο, δαιμονισμένα μπαλετικό στιλ του για χάρη "ταπεινότερων" σε κλίμακα και προϋπολογισμό παραγωγών, όταν ξεθώριασε το ενδαφέρον του κοινού και των φεστιβάλ γι' αυτόν και η μόδα για πολιτικές αλληγορίες πέρασε και τον ξεπέρασε.
ΟΙ ΝΙΚΗΜΕΝΟΙ (Szegenylegenyck)
Γυρισμένη το 1965, είναι η ταινία που τον έκανε γνωστό έξω από την Ουγγαρία. Πραγματεύεται την περίοδο αμέσως μετά την αποτυχημένη εξέγερση κατά των Αυστριακών, το 1848, και έμμεσα απηχεί τον ιστορικά ανυπότακτο χαρακτήρα των Ούγγρων στην αντίσταση τους κατά των Σοβιετικών. Ο βασανισμός και η δολοφονία των παρτιζάνων αποτυπώνεται σαν ιεροτελεστία, ενώ ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει η κόντρα καλοκαιριού και τραγωδίας, στις πεδιάδες της χώρας, οριζόντια φιλμαρισμένες, με την κάμερα να επιβάλλεται με σκληρότητα και αφαίρεση.
Oλόκληρο το φιλμ
===
Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΨΑΛΜΟΣ (Meg Ker A Nep)
Άλογα και καβαλλάρηδες, χωρικοί και ημίγυμνες κορασίδες, αδελφωμένοι εργάτες και ψυχωμένοι στρατιώτες σε μάχες σώμα με σώμα, αγροί και ανοιχτοί ορίζοντες, λευκά περιστέρια και κατακόκκινες πινελιές, σε μια ταινία που απέσπασε το βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ Καννών το 1972 και θεωρείται η πλέον αντιπροσωπευτική του σκηνοθέτη. Αντλώντας και πάλι έμπνευση από τις επαναστάσεις του 19ου αιώνα, ο Γιαντσό αποθεώνει ο ίδιος το ποιητικό και συμβολικό στιλ του, με την mise en scene σε πλήρη εφαρμογή, σε ένα φιλμ πυκνών εννοιών και ακαταπόνητης ρευστότητας. Η ομορφιά της ταινίας εξακολουθεί να εντυπωσιάζει. Εξίσου χτυπητή παραμένει η άρνηση του Γιαντσό να εμπλακεί προσωπικά σε οτιδήποτε παραπάνω από ένα διανόημα που ισορροπεί ανάμεσα στην Ιστορία και την σκηνοθετική ματαιοδοξία.
Απόσπασμα
σχόλια