Η πλέον ανατρεπτική, αιρετική και προφητική μορφή της μεταπολεμικής Αμερικής, ο ζωγράφος, συγγραφέας, σκηνοθέτης, μουσικός παραγωγός, ηθοποιός και μοντέλο Άντι Γουόρχολ, καθόρισε σε τέτοιο βαθμό την εποχή του, που έκτοτε η αμερικανική τέχνη οριοθετείται προ και μετά Γουόρχολ. Δεν είναι ότι απλώς θεωρείται ο γεννήτορας της ποπ αρτ αλλά υπήρξε και εκείνος που, αποκωδικοποιώντας τη μαζική κουλτούρα, έδωσε ταυτότητα στο αμερικανικό όνειρο. Το περίφημο κονσερβοκούτι της Campel παραμένει σημείο αναφοράς και εκκίνησης για κάθε καλλιτεχνικό κίνημα που ακολούθησε, τουλάχιστον στην από κει πλευρά του Ατλαντικού. Η αυλή του, μαθητές ενός ασεβούς «δασκάλου», οι άνθρωποι που μπαινόβγαιναν και συνεισέφεραν στο Factory της 231, East 47 Street – μια πρώην βιοτεχνία καπέλων της οποίας τους τοίχους είχε καλύψει με αλουμινόχαρτο–, ήταν το πιο αλλόκοτο ίσως crowd της Νέας Υόρκης των '60s και των '70s. Εκεί μέσα, καλλιτέχνες, περσόνες της underground σκηνής, μοντέλα-ζιγκολό, πορνοστάρ, μυθικές γυναίκες, τραβεστί και drug dealers, διανοούμενοι και κυρίες της αριστοκρατίας, μπλέκονταν σε ένα απίστευτο συνονθύλευμα κοσμικότητας, καλλιτεχνικής δημιουργίας και βαβυλωνιακού τύπου ακολασίας. Όλο αυτό πέρασε με έναν μαγικό τρόπο στις 60 περίπου ταινίες που γύρισε ή υπέγραψε μεταξύ του 1963 και του 1968, εποχή που η Αμερική έβραζε λόγω του πολέμου του Βιετνάμ και του κινήματος των χίπηδων.
Στη μητροπολιτική Νέα Υόρκη, όπου στους καλλιτεχνικούς κύκλους κυριαρχούσε το non narrative cinema (προπομπός του video art), ο Γουόρχολ, που είχε κατανοήσει όσο λίγοι τη δύναμη του κινηματογράφου, δηλώνοντας «Είναι οι ταινίες που ελέγχουν τα πράγματα στην Αμερική από τότε που εφευρέθηκε ο κινηματογράφος. Σου δείχνουν τι να κάνεις, πώς να το κάνεις, πότε να το κάνεις, πώς να νιώσεις γι' αυτό και πώς να δείχνεις ότι νιώθεις γι' αυτό», παρήγαγε την πιο παράδοξη φιλμογραφία της πόλης. Αυτό το αγόρι, λοιπόν, από το επαρχιακό Πίτσμπουργκ, γιος Σλοβάκων μεταναστών, που ήταν το αδιαμφισβήτητο enfant gate του Μανχάταν, ο πρίγκιπας των γκαλερί και των κοσμικών, έγινε τελικά ο απόλυτα ανατρεπτικός κινηματογραφιστής που θα αγκάλιαζε ο πάπας του πρωτοποριακού σινεμά Τζόνας Μέκας, ανάγοντάς τον σε αξιοσημείωτο δημιουργό και τοποθετώντας τον στο πάνθεον της κινηματογραφικής αβανγκάρντ. Πρόκειται για ταινίες που δεν προορίζονταν για το μεγάλο κοινό αλλά για προβολές σε παροπλισμένες αποθήκες και κλαμπ της εποχής, για τις οποίες ο ίδιος ήταν της άποψης ότι δεν είχες παρά να τις παρακολουθείς αποσπασματικά: έξι ώρες ύπνου του ποιητή Τζον Τζιόρνο στο Sleep, ζουμ για τριάντα λεπτά στο πρόσωπο ενός άντρα που του κάνουν στοματικό έρωτα (και που δεν βλέπει το κοινό) στο Blow Job, σαράντα πέντε λεπτά ένας άντρας να τρώει ένα μανιτάρι στο Eat, οκτώ ώρες το Empire State Building σε διάφορες φάσεις του διάσημου ουρανοξύστη, όπως έναν αιώνα πριν έκανε ο Μονέ, θέλοντας να δείξει τις διαφορετικές αποχρώσεις των κτιρίων μέσα στην ημέρα, το μνημειώδες Chelsea Girls σε δύο παράλληλα φιλμ. Και, φυσικά, η ανεπανάληπτη παρουσία του Τζο Νταλεσάντρο στην τριλογία Σάρκα, Κάψα, Σκουπίδια, οι πιο mainstream φιλμικές κατασκευές υπό το βλέμμα του Άντι και τη σκηνοθετική υπογραφή του Πολ Μόρισεϊ.
Ένα συγκεντρωτικό κινηματογραφικό αφιέρωμα στον Γουόρχολ που θα πραγματοποιηθεί στο σινεμά Τριανόν από την Πέμπτη 9 μέχρι την Κυριακή 19 Μαΐου και θα συμπεριλαμβάνει 23 ταινίες και σπάνια ντοκιμαντέρ γύρω από τον καλλιτέχνη και την εποχή του, ενώ 4 μοναδικές music performances των Ion, The Boy, Adolf plays the jazz και Μιχάλη Δέλτα θα ντύσουν ηχητικά τις βουβές ταινίες του.
σχόλια