Περικοπές, αβάσταχτοι φόροι, απολύσεις, συγκρούσεις, προσαγωγές, σφεντόνες (!), χοντροδεξιές τακτικές, χημικά, τραυματίες, σπασμένες τζαμαρίες καταστημάτων, τραπεζών και ξενοδοχείων συνθέτουν το σκηνικό της πρωτεύουσας τις τελευταίες ώρες. Πρόσωπα κατηφιασμένα, βλέμματα στο κενό . ''Σήμερα πρέπει να πληρώσω τη δόση του δανείου', ''Αύριο πρέπει να πληρώσω το νοίκι'',''Μεθαύριο λήγει η προθεσμία της ΔΕΗ'', είναι κάποιες μόνο απο τις σκέψεις που ταλανίζουν καθημερινά τους Έλληνες. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φλερτάρουν έντονα με την ιδέα παρέμβασης του στρατού και της εγκαθίδρυσης χουντικού καθεστώτος. ''Θα χαθουν τουλάχιστον δύο γενιές μέχρι να ισορροπήσει ξανά η Ελλάδα'' ακούγεται συχνά απο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Οι πιο απαισιόδοξοι μιλούν ακόμη και για τρεις γενιές. Στο μυαλό των περισσότερων εναπομείναντων Ελλήνων στριφογυρίζει η ιδέα της μετανάστευσης με σκοπό, τι άλλο;Ένα καλύτερο μέλλον. Ακούω κατά καιρούς για Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία. Ένδειξη απελπισίας; Αγανάκτησης; Όρεξη για ζωή; Όνειρα που περιμένουν να πάρουν σάρκα και οστά; Δεν ξέρω... Η αλήθεια είναι πως και εμένα μου πέρασε αρκετές φορές απο το μυαλό η συγκεκριμένη ιδέα. Απο τη μία αγαπάω την Ελλάδα, την κάθε γωνιά της, την Ελλάδα που γεννήθηκα, την Ελλάδα του απόλυτου σουρεαλισμού, με τις μαγικές θάλασσες, τον ήλιο, το φραπέ, το σουβλάκι, τους πρόσχαρους ανθρώπους, τους γλεντέδες και ανοιχτοχέρηδες, με το χιλιοειπωμένο ''δε βαριέσαι'', αλλά απο την άλλη, η ίδια Ελλάδα με απωθεί. Με διώχνει όσο πιο μακρυά γίνεται. Με κάνει σε ορισμένες στιγμές απόλυτης απελπισίας, να ντρέπομαι που γεννήθηκα και μεγάλωσα σε αυτό τον τόπο. Η ίδια Ελλάδα μου μετατρέπει τα όνειρα σε εφιάλτες. Όχι μόνο δε μου δίνει τίποτα, αλλά μου αφαιρεί. Υπάρχουν στιγμές που προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως είμαι υπερβολική, πως υπάρχει ελπίδα. Και τότε τα γεγονότα με προλαβαίνουν και με επαναφέρουν βίαια στην φρικτή πραγματικότητα. Και κάπου εδώ γεννάται το εξής ερώτημα: Φεύγεις ή μένεις; Κάποιοι ίσως βιαστούν να με χαρακτηρίσουν ως φυγόπονη. Ίσως μάλιστα συγκρίνουν και τη γενιά μου, τη γενιά της μη ευκαιρίας και της κλειστής πόρτας, με τις γενιές του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου, του Β΄και των ενδιάμεσων. Γενιές που υπέστησαν την απόλυτη εξαθλίωση, την πέινα, τις φυσικές καταστροφές, που πορεύτηκαν με ό,τι τους έτυχε και επέζησαν. Δεν ξέρω όμως αν αυτός ο συλλογισμός είναι σωστός. Να συμβιβαστείς έως ότου ''φτιάξουν'' κάποια στιγμή τα πράγματα ή να πιάσεις τη ζωή απο τα κέρατα και να μην κωλώσεις πουθενά, εφόσον δεύτερη ζωή δεν έχει;
σχόλια