fool's gold

Facebook Twitter
0

o αντώνιοςπέθανε, επειδή πίστευε ότι δε θα αισθανόταν ξανά αυτό που είχε αισθανθεί στο παρελθόν. μα ναι, ήταν πολύ δυνατό όλο αυτό το πράγμα, αλλά άξιζε έναν ολόκληρό θάνατο ; πόσο τυχερός ήταν που είχε ζήσει αυτή την ένταση των συναισθημάτων, του λέγαν οι φίλοι του. διέκρινε μια αλήθεια στα λόγια τους, αλλά όταν επέστρεφε στο μοναχικό σπιτικό του και έπεφτε στο διακοσμημένο με φοιτητικές αφίσσες κρεβάτι του, όλοι οι φόβοι του τον επισκέπτονταν ξανά και ξανά. αυτό το αβέβαιο μέλλον, όλοι οι καταραμένοι γαμημένοι φόβοι, έβγαιναν σα φαντάσματα από το σκοτάδι και έκαναν το σεντόνι του αντωνίου να προσομοιάζει με βάρος τόννων και εν τέλει δυσβάσταχτο. αγωνιούσε για ένα αβέβαιο εν μέρει μέλλον, για τις κλιματικές αλλαγές, για το γεγονός ότι πλέον μεγάλωνε και πως όλοι του φαινόντουσαν πως κοιτούσαν την πάρτη τους. τηλεφώνησε στη φίλη του τη χρυσάνθη, για να εκφράσει συγκεκαλυμμέννα τους φόβους του. η χρυσάνθη, ψυχή αθώα, του απήντησε πως αν καταλάβαινε κάτι τέτοιο, θα πέθαινε παραχρήμα. ο αντώνιος δεν ησύχασε. έβαλε στο στερεοφωνικό του τα αγαπημένα του τραγούδια, πήγε για βόλτα στην παραλία, οδήγησε με συντροφιά τα φώτα της μεγαλούπολης για ώρες ολόκληρες. κατέληξε στο ψηλότερο σημείο της πόλης. άναψε ένα τσιγάρο και σκέφθηκε όλα τα καλά της ζωής. την αγάπη της μάνας του, δυό-τρεις φίλους που τον αναζητούσαν κατά καιρούς, του 'ρθαν και κάποιοι στίχοι στο μυαλό, μερικά κλασσικά rifs εναλλακτικών σκοπών, σκηνές με φόντο το ημίφως από αγαπημένες ταινίες και τότε θυμήθηκε πως κάποτε υπήρξε ευτυχισμένος. αυτό το κάποτε δεν του ήταν αρκετό. είχε μεγαλώσει με αναγνώσεις βιβλίων και με happy endings ταινιών που τον διαβεβαίωναν για το εδώ και τώρα. δεν είχε καιρό για χάσιμο. μια τραγική κατάληξη ενός μεγάλου έρωτος και ήτο έτοιμος για το μεγάλο φούντο. κάτι όμως τον κράτησε εκεί, απάνω στον γκρεμό. δεν ήτο φόβος, δεν ήτο δειλία, δεν ήτο σκέτη αβεβαιότις, ούτε στεγνή ελπίς. ήτο κάτι παραπάνω. σα να επιθυμούσε να δει τη συνέχεια της τραγικής ζωής του, προσδοκούσε ενδόμυχα να παρατείνει τη μιζέρια στην ύπαρξή του, να βασανιστεί εσωτερικώς πολλάκις και στο βάθος-βάθος της ψυχής του να αναγνωριστεί μετά θάνατον ως οσιομάρτυς. ο αντώνιος, ο πονεμένος νεανίας. είχε βαρεθεί πλέον να εμπλέκεται ασκόπως σε αντιπαραθέσεις για ιδεολογικούς λόγους με φίλους και γνωστούς, θεωρούσε πως ήταν εντελώς άσκοπο κάτι τέτοιο, σχεδόν παρόμοιο με το να πολεμάς με τον αέρα, αυτιστικά χτυπήματα για τα μάτια του φανταστικού φιλοθεάμονος κοινού. πίστευε εξάλλου πως οι απόψεις του καθενός δύσκολα μεταβάλλονται. α, ρε αντώνιε, τόσο όμορφος, τόσο νέος, πώς κατέληξες έτσι. παιδί όμορφο, παιδί χαζό, δεν άκουγες κανέναν. τελικά δεν άντεξε και ένα βράδυ πέθανε από υπερβολική δόση δημητριακών. στην κηδεία του εκφωνήθηκαν επαινετικοί επικήδειοι. "ήταν έτσι, ήταν αλλιώς, ήτο σόφρων, ήτο ρομαντικός, αφελής και πολυπράγμων, παιδί και γέρος ταυτόχρονα, ήταν ψηλός, ήταν γερός, είχε τις χάρες όλες". πολλοί τον ζήλεψαν, άλλοι τόσοι τον είπαν χαζό και η πλειοψηφία έκλαψε για το χαμό του νέου. στην ταφή εναφανίσθη και η μεγάλη του αγάπη. τον έκλαψε, για να πούμε την αλήθεια, αλλά πέραν τούτου, μηδέν. δε σήμαινε το ίδιο γι αυτήν, ό,τι σήμαινε για τον αντώνιο η δική του αγάπη προς αυτήν. μετά όλοι αποχώρησαν και πήγαν για ένα μεσημεριανό απεριτίφ στο lounge bar ενός πεντάστερου L ξενοδοχείου στις παρυφές της πόλης, ακούγοντας koop και royksopp. κάπου-κάπου έφευγε ένα δάκρυ, αλλά η μέρα ήταν τόσο φωτεινή που δεν επέτρεπε περαιτέρω θλίψη. ο αντώνιος χάθηκε, αυτό ήταν, ας ζήσουν οι λοιποί να τον θυμούνται. η μεγάλη του αγάπη, μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης σαμπάνιας, ομολόγησε πως είχε ρίξει πολλά δάκρυα στη ζωή της και δεν ήταν διατεθειμένη για άλλο δράμα. οι λοιποί φίλοι και γνωστοί συνεφώνησαν και άρχισαν να λικνίζονται στους ρυθμούς του dj shadow. ο αντώνιος θα χαιρόταν με το θέαμα, θα επιβεβαίωνε το λόγο του χαμού του. στο τέλος φύγαν όλοι και μετά από λίγο το όλο θέμα ξεχάστηκε. το όνομα "αντώνιος", ενώ αρχικά συνειρμικά παρέπεμπε σε κάτι δυσάρεστο, κατήντησε να προκαλεί θυμηδία. αυτό το μικρό παιδί, σχεδόν μύριζε μωρουδίλα, όταν τον πλησίαζες, παιδί απόμακρο, μοναχικό, πολλά υποσχόμενο, σαλεμένο. στον τάφο του φυτρώσαν ζουμπούλια και αζαλέες, αλλά με τον καιρό ξεράθηκαν και αυτές. κάποιοι μιλούσαν για μια περίεργη λάμψη στην άκρη του μεγάλου κάστρου που απολάμβανε σιροπιαστά κι έκλαιγε χαμηλοφώνως. όταν κάποιος τολμηρός ρώτησε το απόκοσμο πλάσμα για τον πόνο του, αυτό του απήντησε πως δεν έκλαιγε για το χαμό του, παρά μόνο για το γεγονός πως και τα σιροπιαστά που απολάμβανε σύντομα θα τελείωναν και πως αυτό δεν το γνώριζε στη ζωή του, ώστε να παρατείνει την απόλαυσή της κάθε είδους χαράς. πίστευε πως όλα κρατάνε για πάντα. και το φάντασμα του αντωνίου γέλασε τόσο δυνατά, ώστε τον άκουσαν μέχρι το λιμάνι.

καλό μήνα

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ