Η Ιστορία είναι μια τράπουλα που κόβεται, ανακατεύεται, μοιράζεται αέναα. Φανταστείτε ένα κατάφωτο καζίνο όπου το παιχνίδι δεν διακόπτεται ούτε για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Φανταστείτε μιαν ατέλειωτη παρέλαση από παίκτες που έχουν αποφασίσει να ποντάρουν εκτός από τα ρέστα και την ίδια την ψυχή τους. Και που ο καθένας τους πιστεύει ακράδαντα ότι εκείνος, προτού τα τινάξει, θα τινάξει την μπάνκα.
Κάθε γενιά εισβάλλει στο προσκήνιο της Ιστορίας με αέρα νικητή. Διδαγμένοι δήθεν από τα λάθη των παλαιότερων, σοκαρισμένοι από τα εγκλήματά τους, έχοντας μάτι γερακιού-μυαλό ξυράφι, τσέπες που ξεχειλίζουν από νιάτα, γνώση κι από τρανές ελπίδες, θρονιάζονται στο τραπέζι και κάνουν νόημα στον κρουπιέρη. Ψιλόλιγνη φιγούρα εκείνος μέσα σε σμόκιν, με επιδερμίδα γκρίζα σαν πανάρχαιο πάπυρο και με σαρδόνιο χαμόγελο, «κόψτε, παρακαλώ!» τους λέει κι αρχίζει να απλώνει τις κάρτες πάνω στην πράσινη τσόχα.
Η τράπουλα της Ιστορίας αλλάζει χέρια μυριάδες χρόνια τώρα. Οι παίκτες έχουν την πεποίθηση πως συμμετέχουν σε ένα σκληρότατο πόκερ.
Μια διευκρίνιση εδώ: Η Ιστορία διαφέρει από τις κοινές τράπουλες των χαρτοπαιγνίων. Διαθέτει μεν συγκεκριμένα φύλλα τα οποία έρχονται και επανέρχονται μα οι φιγούρες που είναι πάνω τους ζωγραφισμένες ξεπερνούν σε μεγαλοπρέπεια και σε φρίκη ό,τι μπορεί να βάλει ανθρώπου νους.
«Θα παίζουμε με ανοιχτά ή με κλειστά χαρτιά;» ρωτάει ο κρουπιέρης. «Ή μήπως να τα ανοίγουμε ένα-ένα;» υπαγορεύει την απάντηση.
«Ποντάρετε, κυρίες και κύριοι!» προτρέπει. «Πολλά βάζετε, πολλά παίρνετε!»
Ας δούμε, πριν στοιχηματίσουμε, ορισμένες απ'τις κάρτες.
«Παράδεισος»: Εικονίζεται συνήθως σαν ένας ολάνθιστος κήπος, που οι ένοικοί του αρκεί να απλώσουν το χέρι τους για να τρυγήσουν τους πιο τραγανούς καρπούς. Η μετάβαση στον παράδεισο λογίζεται ως επιστροφή. Απ'την αρχή της η ανθρωπότητα πιστεύει ακράδαντα ότι έχει πλαστεί για τα καλύτερα και κάποιος –δικαίως ή αδίκως- της τα στέρησε. (Οι ψυχολόγοι θα μιλούσαν για νοσταλγία απλώς της μήτρας...) Στο φύλλο «Παράδεισος» έχουν στοιχηματίσει οι πάντες, εμψυχωμένοι από τους κατά καιρούς ηγέτες, φιλοσόφους, ποιητές τους. Ο Μωυσής το ονόμασε «Γη Χαναάν» και ανεμίζοντάς το εμπρός στα γουρλωμένα μάτια του λαού του, έβαλε τους Εβραίους να περιπλανώνται επί σαράντα χρόνια μεταξύ Αιγύπτου και Παλαιστίνης, τσακίζοντας ανελέητα όποιον έστω και στιγμιαία αμφέβαλλε. Στα νεότερα χρόνια, ο Παράδεισος από θρησκεία έγινε ιδεολογία. Με το παρατσούκλι «Σοσιαλισμός», ενέπνευσε για έναν και πλέον αιώνα τα φωτεινότερα μυαλά, τις πιο ευαίσθητες ψυχές της οικουμένης. Χρησιμοποιήθηκε σαν δόλωμα από τους πιο στυγνούς τυράννους. Στα καθ'ημάς υπόσχεση Παράδεισου αποτέλεσε η «Μεγάλη Ιδέα». Το «θα πάρουμε την Πόλη και την Αγιά Σοφιά...»
«Επανάσταση»: Χαρτί στενά συνδεδεμένο με το προηγούμενο, με την έννοια ότι πρέπει να περάσεις από την «Επανάσταση» για να φτάσεις στον «Παράδεισο». Η «Επανάσταση» κατά κανόνα ξεκινάει οργασμικά, με θούρια ή με ροκ τραγούδια, εξελίσσεται σε λουτρό αίματος και καταλήγει σε ένα νέο καθεστώς, το οποίο λίγο διαφέρει από εκείνο που ανέτρεψε. Οι επαναστάσεις παράγουν ήρωες, ανθρώπους δηλαδή που πέθαναν νέοι και στη συνέχεια ρετουσαρίστηκαν και αγιοποιήθηκαν, ώστε να χρησιμεύσουν σαν τοτέμ στα καινούργια καθεστώτα. Όλες οι επαναστάσεις κρίνονται εκ των υστέρων ως ημιτελείς. Είτε επειδή απέτυχαν, συνετρίβησαν από τις «δυνάμεις της αντίδρασεις», είτε επειδή προδόθηκαν από τα μέσα. Η μόνη Επανάσταση που θριάμβευσε κατά τους τελευταίους αιώνες υπήρξε η επιστημονική-τεχνολογική. Κανείς ωστόσο έφηβος δεν έχει στο δωμάτιό του αφίσα με τον Γουτεμβέργιο, τον Τόμας Έντισον ή τον Γεώργιο Παπανικολάου...
«Πόλεμος»: Η κάρτα στην τράπουλα της Ιστορίας που αλλάζει πιο δραματικά τα δεδομένα. Παλιά τύχαινε συχνά και στους εκλεκτότερους παίκτες, δηλαδή στους λευκούς δυτικούς χριστιανούς. Εδώ και κάμποσες δεκαετίες, ο «Πόλεμος» κληρώνει εκεί όπου η ανθρώπινη ζωή δεν μετράει ιδιαίτερα. Ή, εάν προτιμάτε, όπου κληρώνει ο «Πόλεμος», η ανθρώπινη ζωή παύει να μετράει ιδιαίτερα. Μιλάμε για τα τέσσερα πέμπτα της έκτασης του πλανήτη και για τα εννέα δέκατα του πληθυσμού του, τα οποία –φευ- δεν δημιουργούν υψηλή τέχνη, δεν επωάζουν ευγενείς ιδέες... Τα τελευταία μόλις χρόνια, εξαιτίας των τρομοκρατικών επιθέσεων, οι λευκοί δυτικοί χριστιανοί ψυχανεμίζονται ότι η κυριαρχία και η ίδια η ασφάλειά τους απειλούνται. Παραμένουν εντούτοις αρκετά αμέριμνοι. Πιστοί στο δόγμα ότι «όπου ανοίγει ένα φαστφουντάδικο, τελειώνει μία σύρραξη». Το πλέον τραγελαφικό είναι πως όποτε οι λευκοί δυτικοί χριστιανοί κηρύσσουν πόλεμο, στέλνουν τα ρετάλια των κοινωνιών τους -κάτι μαυρούληδες ή κάτι σαν μαυρούληδες- να σκοτωθούν για τα ιδανικά τους...
«Ηγέτης»: Κάθε λαός αναδεικνύει τους ηγέτες που του αξίζουν. Το παραπάνω αξίωμα προϋποθέτει -σε καιρούς δημοκρατίας ή μη- πως οι άνθρωποι επιλέγουν τους άριστους μεταξύ τους και στοιχίζονται συνειδητά πίσω τους. Κάτι τέτοιο, στην πραγματικότητα, σπανίως συμβαίνει. Τον Περικλή διαδέχθηκε στην Αθήνα ένα μάτσο λαμόγια. Τον Μέγα Αλέξανδρο μια αλαλυσίδα από ανάξιους. Οι περισσότεροι ηγέτες πήγαιναν με τη φόρα απλώς κάποιου σπουδαίου τους προπάτορα, το όνομα του οποίου είχαν κληρονομήσει για να το σπιλώσουν. Και οι περισσότεροι ακόμα από τους «αυτοδημιούργητους ηγέτες» ήταν τυχάρπαστοι που καβάλησαν αδίστακτα το κύμα. Για να αξιωθεί μία κοινωνία σημαντικούς ηγέτες θα έπρεπε να διαθέτει αυτογνωσία, ψυχραιμία και ιδιαίτερο χιούμορ, ώστε να ξεχωρίζει το σπουδαίο απ'το γελοίο. Τότε όμως δεν θα είχε την ανάγκη τους – κάθε πολίτης θα ήταν ηγέτης του εαυτού του... Εν κατακλείδι, οι αληθινά χαρισματικές ηγεσίες αποτελούν φαινόμενο πιο σπάνιο κι απ'τα τετράφυλλα τριφύλλια. Χαρτί που όποιος πόνταρε επάνω του το μετάνοιωσε οικτρά...
«Θάνατος»: Το μόνο τραπουλόχαρτο που τυχαίνει σε όλους ανεξαιρέτως. Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων αντιδρά με γόους και με ικεσίες προς τον ασυγκίνητο κρουπιέρη. Οι ελάχιστοι που έχουν συμφιλιωθεί με τον «Θάνατο» είναι εκείνοι ακριβώς οι οποίοι φιλοδωρούνται με τα μοναδικά αντίδοτά του: Τον «Έρωτα» και τη «Δημιουργία».
Η τράπουλα της Ιστορίας αλλάζει χέρια μυριάδες χρόνια τώρα. Οι παίκτες έχουν την πεποίθηση πως συμμετέχουν σε ένα σκληρότατο πόκερ. Ο κρουπιέρης, στην πραγματικότητα, μάλλον ρίχνει πασιέντζες. Για να διασκεδάζει κάπως την αβάσταχτη πλήξη του.
Ευτυχισμένο το 2015.
σχόλια