Εμφανίζεται τη στιγμή που ανταλλάσσω ευφυολογήματα με τον μετρ του L' Aubrevoir για τον νέο στεγασμένο χώρο που έχει ξεφυτρώσει λες κάτω από τις διάσημες, πλέον, μουριές του παλαιότερου «γκουρμέ» εστιατορίου της Αθήνας.
Ψηλή, ραδινή, ντυμένη στα λευκά, εξαιρετικά κομψή, με τον αέρα «κυρίας του Κολωνακίου», η Ζωή Λάσκαρη σφίγγει το χέρι μου εγκάρδια και χαιρετάει τον μετρ και τα γκαρσόνια. Η ισορροπία μεταξύ οικειότητας και ευγένειας στη συμπεριφορά της μου αρέσει πολύ, αλλά δεν καταφέρνει να με καθησυχάσει: έχω φοβερό άγχος. Όχι γιατί συναντώ μια εξαιρετικά γνωστή ηθοποιό του θεάτρου και του κινηματογράφου, αλλά γιατί αναρωτιέμαι αν θα καταφέρουμε να μιλήσουμε για κάτι πέρα από τα γνωστά. Το άγχος μου πολλαπλασιάζεται από την αίσθηση που μου δημιουργεί αυτόματα η παρουσία της: είναι σαν να γνωρίζω για πρώτη φορά την αξιοπρεπή, σοβαρή και «γκραν» μητέρα του φίλου μου. Πού είναι η «καραμπουζουκλού» που πίστευα πως θα συναντούσα για να συζητήσω για άντρες, διασκέδαση και φήμη; Αποφασίζω να δηλώσω την αμηχανία μου και αυτή να γίνει η πρώτη μου ερώτηση προς εκείνη.
Γιατί όλες οι συνεντεύξεις περιστρέφονται γύρω από τη σταρ του κινηματογράφου; «'Έλα ντε! Ξέρετε πόσο ενοχλεί και μένα αυτό; Αν βάλετε κάτω την καριέρα μου, θα διαπιστώσετε πως αυτά που έχω κάνει στο θέατρο είναι σαφώς περισσότερα και σημαντικότερα από αυτά που έχω κάνει για τον κινηματογράφο κι όμως όλοι στέκονται σ' αυτά, τα δεύτερα». Τι εννοεί, μου φαίνεται απίθανο όλη αυτή διασημότητα και το buzz που προκαλεί να της είναι αδιάφορα. «Κι όμως, δεν το έχω βιώσει ακριβώς έτσι, απόδειξη πως αυτά που κάνω τα τελευταία χρόνια δεν συνδέονται αποκλειστικά με το προσκήνιο. Φέτος, για παράδειγμα, είμαι παραγωγός στην παράσταση "Φόνος μετά μουσικής" του Άλντο Νικολάι. Έτσι έχω χρόνο να βλέπω πολλές παραστάσεις και να διαβάζω θεατρικά έργα. Κι αυτό ενασχόληση με το θέατρο είναι».
Στο μεταξύ, δίνουμε την παραγγελία. Με βοηθάει να διαλέξω πρώτο πιάτο, αφού ξέρει πολύ καλά τον κατάλογο: ψαρόσουπα και ιαπωνική σαλάτα για τα πρώτα, ενώ για δεύτερο θα φάμε σολομό κι ένα φιλέτο ταρτάρ, ένα διάσημο πιάτο του L' Aubrevoir· για κρασί ζητά να μας φέρουν το «κόκκινο που ήπια και προχθές, ήταν πολύ καλό». Τη ρωτώ αν βγαίνει έξω συχνά και ποια είναι η γνώμη της για τα εστιατόρια της Αθήνας. Τεντώνει την πλάτη και χαμογελάει με υπερηφάνεια: «Μαγειρεύω η ίδια ξέρετε. Όχι κάθε μέρα, αλλά πάντως συχνά, και λένε πως μαγειρεύω καλά, είναι κάτι που το κάνω με χαρά».
Ως φανατική καπνίστρια, σχολιάζει τον νόμο για το τσιγάρο: «Πρόκειται περί μεγάλης ανοησίας, θα κάνει κακό στα εστιατόρια και στα μαγαζιά της πόλης». Της επισημαίνω γελώντας πως το στυλ του νεοεκλεγέντος πρωθυπουργού θα κάνει μόδα το υγιεινότερο lifestyle και έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε, βρισκόμαστε να συζητούμε για πολιτική: «Το περιμένατε αυτό από τον Γιώργο; Τελικά, ήταν μια έκπληξη, πολύ πιο δυνατός και δυναμικός απ' όσο είχαμε αρχικά εκτιμήσει. Χαίρομαι πολύ που η κυβέρνηση εξελέγη με 10 μονάδες διαφορά. Ο λαός έδωσε στον Παπανδρέου τη δυνατότητα να κάνει με άνεση αυτά που πρέπει, τον εμπιστεύτηκε, ελπίζω να μη μας απογοητεύσει. Τα πράγματα έχουν φτάσει σ' ένα οριακό σημείο, αν αποτύχει, τι θ' απογίνουμε;».
Στο άκουσμα της λέξης «Καραμανλής» μιλάει μόνο για τον μεγάλο, τον λεγόμενο και «εθνάρχη». Αναπολεί συζητήσεις τους, μου αφηγείται ιστορίες από βραδιές με τον Καραμανλή και τον Κωνσταντίνο Τσάτσο. Τη ρωτώ αν ο Καραμανλής απολάμβανε την παρέα των γυναικών. Σηκώνει τους ώμους με απορία: «Ειλικρινά, δεν ξέρω. Ποτέ μου δεν το κατάλαβα αυτό αλλά αυτό που θυμάμαι είναι πως ήταν απόλαυση να βρίσκεσαι στις παρέες του». Μιλώντας για τον Τσάτσο, τη ρωτώ για τον πολιτισμό. Πώς κρίνει την πολιτική στον πολιτισμό τα τελευταία χρόνια; «Ποια πολιτική; Υπάρχει πολιτική για τον πολιτισμό και δεν το έχω καταλάβει;». Γελάμε. «Κοιτάξτε, πολιτισμός δεν είναι τ' αρχαία, με τα οποία ασχολούνται αποκλειστικά οι υπουργοί Πολιτισμού. Τ' αρχαία είναι η ιστορία μας. Πολιτισμός είναι τα σύγχρονα πράγματα, το θέατρο, τα εικαστικά». Τα εικαστικά δεν τα παρακολουθεί, δεν της είναι οικεία, θέατρο όμως βλέπει πάρα πολύ και θεωρεί πως η γκρίνια ότι έχουμε πολλά θέατρα είναι αβάσιμη. «Ας υπάρχουν όσα θέατρα θέλουν, το ποια τελικά θα επιβιώσουν, θα το κρίνει η αγορά». Διαμαρτύρομαι. Της λέω πως αρκετά θεατρικά σχήματα απλώς αναπαράγουν τα καστ τηλεοπτικών σίριαλ. «Ε, και; Πράγματι, κάποια είναι πολύ κακά· ορισμένα άλλα, όμως, είναι πολύ καλά, κι ας μιλάμε για θέατρο με όρους τηλεοπτικούς. Γιατί θέλετε σώνει και καλά να βάζετε τέτοιες ταμπέλες;».
Απαντάει αμέσως, χωρίς να το σκεφτεί ούτε λεπτό, στην ερώτηση ποια παράσταση της φετινής σεζόν έχει ξεχωρίσει μέχρι τώρα: «Το "Ψηλά από τη γέφυρα" με τον Βαλτινό. Πρόκειται για εξαιρετική παράσταση. Την είδα με τον Αλέξανδρο, ο οποίος κατασυγκινήθηκε». Μιλάει με σεβασμό και μεγάλη αγάπη για τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, τον θεωρεί πνευματικό άνθρωπο. Είναι η στιγμή που βρίσκω το κουράγιο να της κάνω την ερώτηση που θέλω από την αρχή της συνομιλίας μας. Είναι η ερώτηση που μου ζήτησαν να υποβάλω πέντε άγνωστοι μεταξύ τους, αλλά δικοί μου όλοι τους φίλοι, γένους αρσενικού, όταν τους είπα ότι θα έτρωγα μαζί της. Ήταν εντυπωσιακό πως όλοι είχαν την ίδια απορία: Μα τι έβρισκε στους άντρες που είχε κατά το παρελθόν; Ανασηκώνει ξανά τους ώμους. Χαμογελάει ήρεμα και φιλικά, με συγκατάβαση σχεδόν: «Τι ερώτηση! Μου άρεσαν. Τόσο απλά. Κάθε φορά, κάτι μου έκανε "κλικ" στον καθένα από αυτούς. Αγαπώ πολύ τους άντρες, ξέρετε, αν και τους αντιμετωπίζω ως παιδιά». Τη ρωτώ αν θα τα έφτιαχνε ποτέ με μικρότερο και απαντά πάλι αμέσως: «Όχι, όχι, σε καμία περίπτωση· αυτό ίσως έχει να κάνει με το ότι έχασα τον πατέρα μου πολύ μικρή». Όταν τα πιάτα με το φαγητό προσγειώνονται μπροστά μας, η μεταξύ μας ατμόσφαιρα έχει ζεσταθεί.
Μιλάει πολύ ήρεμα, δεν χειρονομεί, χαμογελάει αρκετά, είναι σίγουρη για όσα λέει. Δηλώνοντας η ίδια άθεη, τη ρωτώ την άποψή της για το Θεό, παλαιότερα είχα ακούσει διάφορα για τη σχέση της με τη θρησκεία: «Μπα, είστε άθεη; Ενδιαφέρον. Και σε τι πιστεύετε δηλαδή; Όταν σας συμβαίνει κάτι ή αισθάνεστε μεγάλο φόβο, ποιον επικαλείστε; Τον εαυτό σας;». Γελώ. «Η πίστη είναι προσωπική υπόθεση, δεν επιβάλλεται και δεν κρινόμαστε από αυτήν, αλλά το κόνσεπτ της αθεΐας δεν μου φαίνεται ιδιαίτερα πειστικό, με συγχωρείτε κιόλας». Από την άλλη, δηλώνει σε κάθε ευκαιρία ότι πιστεύει στο άτομο: «Αυτά τα περί μαζικών διεκδικήσεων δεν υπάρχουν. Ο καθένας πρέπει να δουλεύει μόνος του και σκληρά και πολλά σκληρά εργαζόμενα άτομα μαζί θα κάνουν την κοινωνία καλύτερη».
Παραγγέλνουμε γλυκά. Πότε ήταν η Ελλάδα καλύτερη, τότε ή τώρα; «Κοιτάξτε, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα. Όμως, αυτό που με ενοχλεί είναι η έλλειψη ανοχής στον άλλο. Υπάρχει μια κυρίαρχη ιδεολογία, ειδικά στον πολιτισμό, χρωματισμένη κομματικά, και όποιος δεν την αποδέχεται δυσκολεύεται πολύ να πετύχει πράγματα. Όμως δεν πρέπει ν' απελπιζόμαστε. Κάποια στιγμή, στο μέλλον, θέλω να φτιάξω έναν πολυχώρο για το θέατρο, που θα λειτουργεί σε μεταπτυχιακό επίπεδο και θα μπορούν εκεί να μαζεύονται νέοι ηθοποιοί και να εμβαθύνουν στη σχέση τους με την τέχνη. Ξέρετε, έχω ακόμα πολλά όνειρα για το μέλλον».
σχόλια