Το ραντεβού μας με τον Έλμο είναι Πέμπτη μεσημέρι σε μια τεράστια αλάνα στα Σπάτα. Ο Έλμο ζει με δυο γεράκια, δυο σκυλιά, την γυναίκα του και την ενάμιση μηνών μπέμπα τους. Όταν τον γνώρισα, τον έβαλα να μου υποσχεθεί πως θα με πάρει μαζί του σε μια πτήση και πως θα μου πει όλα όσα ενέχει η συμβίωση με δυο αρπακτικά πτηνά. Έτσι και έγινε.
Ανοίγει το πορτ-μπαγκάζ και παίρνει στο γάντι του την θηλυκιά. Εκείνη στέκεται αγέρωχα και βγάζει κάτι ήχους σαν τα μωρά που γκρινιάζουν. Το φτέρωμά της είναι μπεζ και σχηματίζει σε διάφορα σημεία καφέ καρδιές. Τον ρωτάω πώς την λένε. «Δεν τα βαφτίζουμε τα γεράκια. Όνομα δίνεις σε κάποιον για να τον καλέσεις. Το γεράκι δεν είναι οικόσιτο ζώο για να το καλέσεις. Είναι ο αρσενικός και η θηλυκιά. Έτσι τους λέμε» μου λέει και τοποθετεί τον πομπό στην θηλυκιά. Αφαιρεί το κάλυμμα από τα μάτια της και περπατάμε μακριά από τα αυτοκίνητά μας. Της λύνει το σκοινάκι και την απελευθερώνει. Η πτήση της είναι ελεύθερη, πετάει ψηλά και χάνεται στον λόφο. Τα μάτια του Έλμο λαμπυρίζουν από χαρά. «Με ανεβάζει να το βλέπω να πετάει κι ας ξέρω πως δεν θα με αγαπήσει ποτέ» λέει. «Μεγάλωσα στον Διόνυσο και εκεί έχει βουνά με πολλά γεράκια. Τα έβλεπα από μικρός και πάντοτε μου άρεσε το θέαμα. Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να έχω το δικό μου γεράκι, δεν δίστασα. Ήμουν έτσι κι αλλιώς σε ορειβατικό σύλλογο, έβγαινα στο βουνό με τον σκύλο μου, κι ένα γεράκι ταιριάζει σε αυτή την παρέα. Αν έχεις σκοπό να ξημεροβραδιάζεσαι κάπου καθιστός, το γεράκι σου είναι άχρηστο.
σχόλια