Θα μπορούσαμε να παραδώσουμε την κυρία Χαρούλα Αλεξίου στη χλεύη ημών που γνωρίζουμε περισσότερα ή να της παραδώσουμε μαθήματα πολιτικής οικονομίας, ιστορίας, αγωγής του πολίτου...
Θα πέφταμε όμως έτσι στο ίδιο ακριβώς σφάλμα με όσους την αποθεώνουν επειδή τραγούδησε στο Σύνταγμα φορώντας πλαστικά γάντια της κουζίνας: Θα την αντιμετωπίζαμε όχι ως καλλιτέχνη, που είναι. Θα την αντιμετωπίζαμε σαν πολιτικό, που δεν είναι. Και που ακόμα και αν ήθελε να γίνει, οι δικοί της άνθρωποι θα έπρεπε να την εμποδίσουν με νύχια και με δόντια...
Διακινείται εδώ και δεκαετίες στην Ελλάδα –προτάσσεται επιθετικά, ως θέσφατο, τα τελευταία χρόνια από τα social media- η άποψη ότι ο καλλιτέχνης (εντάσσω στην έννοια και τον ποιητή και τον συγγραφέα) λόγω της ευαισθησίας και της ανθρωπιάς που εκ φύσεως τον διαπνέουν, πρέπει να είναι αλληλέγγυος προς τον κάθε παθόντα. Υποστηρικτικός προς όλα τα κοινωνικά αιτήματα. «Προοδευτικός», με την έννοια που δίνουν στη λέξη «πρόοδος» τα αυτοαποκαλούμενα «προοδευτικά» κόμματα, οι συνδικαλιστικές τους παρατάξεις και οι νεολαίες τους. Ότι ο καλλιτέχνης δεν προσφέρει τόσο όταν δημιουργεί, όσο όταν στέκεται με τη γροθιά υψωμένη πλάι σε κάποιο κυματίζον λάβαρο ή ξεδιπλωμένο πανώ...
Η παραπάνω θέση καταρρίπτεται πανηγυρικά από εκατοντάδες λαμπρά παραδείγματα καλλιτεχνών: Ο Ονορέ Ντε Μπαλζάκ (για τον οποίον ο Κάρολος Μαρξ είχε πει πως έμαθε μελετώντας τον περισσότερα για την κοινωνία και την οικονομία παρά από όλα τα επιστημονικά δοκίμια μαζί) ο Ονορέ Ντε Μπαλζάκ ήταν δεδηλωμένος βασιλόφρων, εχθρός της δημοκρατίας. Το ίδιο και ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο οποίος είχε συνθέσει για την επιστροφή του Γεωργίου Β' το 1935 το τραγούδι «Καλώς μας Ήρθες Βασιλιά...» Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι όταν έγραφε το «Έγκλημα και Τιμωρία» και τους «Αδελφούς Καραμαζώφ» δονούνταν από τις ιδέες του πανσλαβισμού. Ο μέγας Σελίν συμπαθούσε, λόγω σφοδρού αντισημιτισμού, τον φασισμό και τον ναζισμό του Μεσοπολέμου. Αμφότεροι οι ΄Ελληνες νομπελίστες τοποθετούνταν στην ευρύτερη Δεξιά. Ο Ελίας Καζάν –που όποιος δεν έχει δει το «Λεωφορείο ο Πόθος» ή τον «Συμβιβασμό» του, δεν δικαιούται να έχει γνώμη για τον κινηματογράφο- έφερε το στίγμα του μακαρθικού καταδότη. Ο Τζακ Κέρουακ ήταν φανατικός ρεπουμπλικάνος. Ο δε Καβάφης είχε δεχθεί παράσημο από το δικτατορικό καθεστώς Πάγκαλου.
Υπονοώ ότι η πλειονότητα των σπουδαίων της τέχνης κινούνται από τα δεξιά και πέρα; Κάθε άλλο. Ο Πικάσσο, ο Τσάρλυ Τσάπλιν, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές είχαν συγκινηθεί –έως μαγευθεί- από τα αριστερά οράματα. Ο Αλμπέρ Καμύ βρήκε τον σαρκασμό να δηλώσει ότι παρέμενε Αριστερός σε πείσμα της (επίσημης) Αριστεράς. Ο Μαγιακόφσκι έγινε ο ποιητικός πυρσός της σοβιετικής επανάστασης και αυτοκτόνησε ύστερα από την επικράτηση του Στάλιν. Ο Λόρκα εντάχθηκε μετά θάνατον στο μαρτυρολόγιο της Αριστεράς, αν και το δολοφονικό μίσος των αλητών του Φράνκο εκκινούσε μάλλον από την ομοφυλοφιλία του.
Υπήρξαν και πλείονες όσοι καλλιτέχνες που άλλαξαν επανειλημμένα κατά τον βίο τους πολιτική τοποθέτηση για λόγους επιβίωσης ή απλώς ακολουθώντας τον συρμό: Ο Αιμίλιος Βεάκης –ο μέγιστος, λένε, στον καιρό του ηθοποιός της Ευρώπης- διετέλεσε βασιλόφρων, έγραψε θρήνο για τον θάνατο του Ιωάννου Μεταξά και στη συνέχεια εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγούδησε, μετά το «Άξιον Εστί», τον ύμνο της 21ης Απριλίου.
Μονάχα ο Ανδρέας Εμπειρίκος -ο αγνότερος και ποιητικότερος των ανθρώπων- είχε το χάρισμα να ακούει και ύστερα από την περιπέτεια του στα Δεκεμβριανά, όταν ο ΕΛΑΣ τον είχε συλλάβει και τον είχε στείλει όμηρο πεζή μέχρι τα Κιούρκα, «σαν ξέσπασμα μιάς προσευχής, τον Ύμνο της Διεθνούς από τη Μόσχα...»
Όπως κάθε πολίτης, έτσι και ο καλλιτέχνης μπορεί και οφείλει να έχει και ενδιαφέρον και γνώμη για τα συλλογικά ζητήματα του καιρού του. Η γνώμη του πιθανόν να είναι ορθή, εσφαλμένη, εμβριθής, απλοϊκή, ακόμα και εντελώς βλακώδης. Κανείς δεν θα έπρεπε να τον καταδικάζει για αυτό. Ο καλλιτέχνης, στο κάτω-κάτω, λόγω της ιδιάζουσας συχνά ζωής του, περιορισμένη τριβή έχει με αυτό που αποκαλούμε «καθημερινότητα» ή «κανονικότητα». Δεν λέω ότι ζει στα σύννεφα. Άγεται όμως από τα δικά του άγχη, χτυπιέται με τους προσωπικούς του δαίμονες, διψάει –ακόμα κι αν το κρύβει επιμελώς- για χειροκρότημα...
___________
Ο καλλιτέχνης μπορεί και οφείλει να έχει και ενδιαφέρον και γνώμη για τα συλλογικά ζητήματα του καιρού του. Η γνώμη του πιθανόν να είναι ορθή, εσφαλμένη, εμβριθής, απλοϊκή, ακόμα και εντελώς βλακώδης. Κανείς δεν θα έπρεπε να τον καταδικάζει για αυτό.
___________
Κι από εκεί ακριβώς ξεκινάει το πρόβλημα. Ο καλλιτέχνης διψάει για χειροκρότημα. Τα κόμματα διψούν για ψήφους. Ο καλλιτέχνης μπορεί να χρησιμεύσει σαν σύμβολο ή σαν μαγνήτης για το κόμμα. Το κόμμα έχει τη δύναμη να του αυξήσει τη δημοτικότητα ή και να τον προστατεύσει. Ο πειρασμός για τον καλλιτέχνη είναι μεγάλος. Δεν μιλάμε –δεν μιλάμε αποκλειστικά- για περισσότερες πωλήσεις δίσκων, βιβλίων, θεατρικών ή κινηματογραφικών εισιτηρίων. Μιλάμε πάνω από όλα για την αίσθηση του ανήκειν, που όσο πιο ανασφαλής είναι κάποιος, τόσο περισσότερο τη χρειάζεται.
Η Χαρούλα Αλεξίου δεν είναι ο Μίκης Θεοδωράκης, που έχει εξ απαλών ονύχων την πολιτική στο αίμα του, που έχει φτύσει στην κυριολεξία αίμα για τις ιδέες του, έχει ζήσει με και από την Επανάσταση. Η Χαρούλα Αλεξίου δεν είναι όμως και τυχάρπαστη, μειράκιο που προσκολλήθηκε στην «αγανάκτηση» και στο «αντιμνημόνιο» για να κάνει καρριέρα είτε για να καλύψει με αγωνιστικές περγαμηνές κάποιο ισχνό ταλέντο. Η Χαρούλα Αλεξίου στάθηκε η κορυφαία λαϊκή τραγουδίστρια της γενιάς της. Αρκεί να την ακούσει κάποιος να λέει δημοτικά για να μείνει ενεός μπροστά στο χάρισμά της.
Σε ηλικία εξηντατεσσάρων ετών, ύστερα από σαρανταπέντε χρόνια στο τραγούδι, η Χαρούλα Αλεξίου συμπαραστάθηκε στις καθαρίστριες φορώντας πλαστικά γάντια. Σωστό ή λάθος, καλαίσθητο ή κιτς, ποιος σοβαρός άνθρωπος θα σταθεί σε αυτό; Ακόμα και αν το έκανε από στυγνό υπολογισμό για να προωθήσει τον καινούργιο δίσκο της, ακόμα και αν ο εν λόγω δίσκος είναι ο χειρότερος που έχει κυκλοφορήσει ποτέ, ποιος στυγερός εισαγγελέας, από ποιο βάθρο, θα τη ρίξει στο πυρ το εξώτερον;
Αφήστε την Χαρούλα Αλεξίου στη θέση που έχει με το σπαθί της κατακτήσει. Αντί να έχουμε ως εθνικό μας χόμπυ την κατεδάφιση των μύθων, ας αναζητήσουμε, ας ενθαρρύνουμε, ας προβάλουμε νέους ανθρώπους με το ταλέντο της Χαρούλας Αλεξίου. Σε κάθε μορφής τέχνη.
Και ας μην το ξεχνάμε: Ο έπαινος απαιτεί από εκείνον που τον εκφράζει πολύ μεγαλύτερο θάρρος, πολύ περισσότερη γενναιοδωρία, από ό,τι ο ψόγος.-
σχόλια