Είναι 18:00 το απόγευμα στην «κοιλιά της πόλης». Στη Μενάνδρου ο δρόμος έχει κλείσει άτυπα από μια αυτοσχέδια αγορά, οπού Τσιγγάνοι και Πακιστανοί πουλούν αγγούρια, κρεμμύδια, σπίρτα και τηλεκάρτες ανάμεσα σε σωρούς ολόκληρους από σκουπίδια. Η Σοφοκλέους θυμίζει εφιάλτη: Ο δρόμος έχει φρακάρει από μετανάστες και άστεγους που τρέχουν για το συσσίτιο του Κέντρου Υποδοχής Αστέγων, ενώ οι χρήστες τρυπιούνται ανάμεσα σε πλαστικά μπουκάλια και σκουπίδια. Στα δεξιά, στην οδό Γερανίου, μπροστά από τα κλειστά μαγαζιά έχει στηθεί το νέο μεγάλο στέκι της διακίνησης ναρκωτικών στην Αθήνα. Αγόρια και κορίτσια με σβηστά μάτια κάθονται στα γκρίζα σκαλιά και κάνουν νταραβέρι με τους εμπόρους. Η μυρωδιά είναι αποπνικτική. Το ίδιο βράδυ στην οδό Ευριπίδου -λίγο πιο κάτω από τη λαχαναγορά- ανάμεσα στα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα και τους γεμάτους γκραφίτι τοίχους, το πεζοδρόμιο είναι γεμάτο με τουλάχιστον 40 Νιγηριανές πόρνες που κάνουν πιάτσα ανάμεσα στα φρακαρισμένα αυτοκίνητα. Αντίο αθηναϊκό εμπορικό τρίγωνο - καλημέρα νέο αθηναϊκό γκέτο.
Η συγκεκριμένη γειτονιά -το τρίγωνο δηλαδή κάτω από την αγορά και μέχρι την Πειραιώς, μεταξύ Ομόνοιας και Πλατείας Μοναστηρακίου- ήταν πάντα μια λαϊκή εμπορική γειτονιά. Εδώ έμεναν άνθρωποι που δούλευαν σε λαϊκές βιοτεχνίες, εδώ ήρθαν και τα πρώτα μέλη της πακιστανικής και κινέζικης κοινότητας στα μέσα της δεκαετίας του '90 - δυο κοινότητες που έδωσαν και την πρώτη νότα «εξωτισμού» στη λευκή Αθήνα. Η λαϊκότητά της εξάλλου ήταν αυτό που έκανε αυτήν τη γειτονιά την πιο γοητευτική της Αθήνας: πού αλλού θα μπορούσε να βρει κανείς μαγαζιά που πουλούσαν από παραδείσια πουλιά μέχρι κουφέτα και σφουγγάρια; Τα φτηνά νοίκια, οι γκαλερί που ξεφύτρωναν παντού, η ανάπτυξη της γειτονιάς του Ψυρρή ως πόλου εναλλακτικής διασκεδάσης και downtown κατοικίας έδωσαν ώθηση στην περιοχή. Νέοι επαγγελματίες, γραφίστες, αρχιτέκτονες, σχεδιαστές, καλλιτέχνες νοίκιασαν και αγόρασαν καταστήματα, γραφεία και σπίτια, δίπλα σε μαγαζιά μπαχαρικών και βιοτεχνίες. «Όλοι νομίζαμε πως η περιοχή θα γινόταν όπως έχει γίνει το downtown όλων των πόλεων, κάτι σαν το East Village ή το Soho» λέει ο Κωνσταντίνος Ζουγανέλης, ψυχή του μπαρ-εστιατορίου Guru στην Πλατεία Θεάτρου κι ένας από τους πρώτους που επένδυσαν στην περιοχή σχεδόν 10 χρόνια πίσω. «Διαψευστήκαμε οικτρά» προσθέτει.
Η περιοχή άρχισε να αλλάζει ριζικά λίγο μετά τους Ολυμπιακούς - κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσε να πει κανείς πως όλοι οι ανεπιθύμητοι της πόλης, όλες οι μειονοτικές ομάδες που δεν ήθελε κανείς, μαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος την ίδια στιγμή: πρεζάκια, άστεγοι, πόρνες και αλλοδαποί «πετάχτηκαν» σε μία περιοχή. Κι αφέθηκαν και αυτοί και η περιοχή στην τύχη τους.
Η αρχή έγινε με την ίδρυση της Δ' Θεραπευτικής Μονάδας του ΟΚΑΝΑ στη Σοφοκλέους στο τέλος του 2003. Οι κάτοικοι υποστηρίζουν πως η μονάδα του ΟΚΑΝΑ ήταν ο βασικός λόγος για την υποβάθμιση της περιοχής, μιας και μαζί με τους χρήστες ήρθαν και οι έμποροι ναρκωτικών. Αυτό -δυστυχώς- επιβεβαιώνεται και από κύκλους της Δίωξης Ναρκωτικών, που αναφέρουν πως μετά την εγκατάσταση της Θεραπευτικής Μονάδας υπήρξε κατακόρυφη αύξηση στη χρήση και διακίνηση ναρκωτικών στην περιοχή. Σημειώνουν μάλιστα πως η πιάτσα της αθηναϊκής διακίνησης ηρωίνης -που σε αυτή την περιοχή γίνεται ως επί το πλείστον από Αφρικανούς- έχει πλέον μεταφερθεί από την Ομόνοια στη οδό Γερανίου. Το πρόβλημα δεν είναι ο ΟΚΑΝΑ, που κάνει ιδιαίτερο αξιόλογο έργο, αλλά η δημιουργία της συγκεκριμένης μονάδας στο κέντρο της πόλης. «Έχουμε γράψει κατ' επανάληψη στις αναφορές μας προς το υπουργείο Υγείας πως οι μονάδες του ΟΚΑΝΑ στο κέντρο της πόλης συνεισφέρουν σοβαρά στην υποβάθμιση της περιοχής» αναφέρουν από τη Δίωξη. Εξάλλου, οι συλλήψεις δεν κάνουν και πολλά - την επομένη, μετά το αυτόφωρο και τον εισαγγελέα, οι ίδιοι άνθρωποι είναι πάλι πίσω στους ίδιους δρόμους.
Δεν είναι τυχαίο πάντως πως η συγκεκριμένη μονάδα «διέλυσε» τον κοινωνικό ιστό της γειτονιάς, γεμίζοντάς την με εμπόρους και άπειρους χρήστες. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΕΚΤΕΠΝ (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής) η Δ' Θεραπευτική Μονάδα λειτουργεί κυρίως με πρόγραμμα «χαμηλού ουδού» (γνωστό και ως πρόγραμμα χαμηλών προδιαγραφών), πραγματοποιώντας εισαγωγές και από άλλες μονάδες θεραπείας. Με λίγα λόγια, σε αυτήν τη μονάδα πηγαίνουν χρήστες που αδυνατούν να ολοκληρώσουν το βραχυπρόθεσμο, «δύσκολο» πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ κι έτσι ακολουθούν ένα πιο χαλαρό, ελαστικό πρόγραμμα κατά το οποίο απλώς τους χορηγείται μεθαδόνη. «Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια υπάρχουν και αυτά τα προγράμματα - της νοοτροπίας περάστε, πάρτε τη δόση σας και φύγετε. Δεν είναι θέμα να δίνεις στο χρήστη το υποκατάστατο και μετά να του λες να φύγει. Και αυτά τα προγράμματα είναι που δυστυχώς δημιουργούν και τη μεγαλύτερη παρενόχληση στην τοπική κοινωνία. Αν υπήρχε καλή διαχείριση του προγράμματος δεν θα ενοχλούσαν. Και χρειάζεται και η συμμετοχή των πολιτών σε μια τέτοια μονάδα, αλλιώς έχουμε φαινόμενα τύπου Ψωμιάδη στη Θεσσαλονίκη - που ξεσήκωσε όλη τη Θεσσαλονίκη για να μην πάει ο ΟΚΑΝΑ εκεί» υποστηρίζει η Μένη Μαλλιώρη, πρώην πρόεδρος του ΟΚΑΝΑ. Ας σημειωθεί πως η ηγεσία του ΟΚΑΝΑ, βρίσκεται μεταξύ προέδρων και αρνήθηκε να μας μιλήσει.
Το 2004, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, εμφανίστηκαν και οι πρώτες Νιγηριανές πόρνες στην περιοχή. Κατέλαβαν την περιοχή κάτω από τη λαχαναγορά και τις αρχές της Ευριπίδου - μια πιάτσα που μέχρι τότε ανήκε παραδοσιακά στις τραβεστί. Κανείς, ούτε ο αρμόδιος προϊστάμενος του Τμήματος Ηθών αλλά ούτε και οι μη κυβερνητικοί οργανισμοί που ασχολούνται με το trafficking, δεν ξέρει με σιγουριά πόσες είναι. Το μόνο σίγουρο, σύμφωνα με το Τμήμα Ηθών, είναι πως ο αριθμός τους έχει αυξηθεί κατά πολύ με τα χρόνια. Όπως εξάλλου και με τις συλλήψεις για τα ναρκωτικά, οι κοπέλες πάνε στο αυτόφωρο και το επόμενο βράδυ ξαναβγαίνουν στο δρόμο. «Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο γιατί αυτές οι κοπέλες έχουν όλες κάρτα πολιτικού πρόσφυγα και ακόμα και τα ξενοδοχεία που χρησιμοποιούν είναι νομικά πάρα πολύ δύσκολο να σφραγιστούν» λέει ο αρμόδιος προϊστάμενος του Τμήματος Ηθών. Η μόνη λύση θα ήταν φυσικά να εξαλειφθεί το κύκλωμα. Όπως και στις περισσότερες περιπτώσεις trafficking, είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταδικαστούν οι μαστροποί: οι κοπέλες είναι πολύ φοβισμένες για να καταθέσουν· τις απειλούν ότι θα τους κάνουν βουντού, πως θα βλάψουν την οικογένειά τους στη Νιγηρία, ενώ το κάψιμο με σίδερο και οι βιασμοί είναι κομμάτια της καθημερινότητάς τους. Και φυσικά όσες προσαγωγές κι αν κάνει το Τμήμα Ηθών, το επόμενο βράδυ οι κοπέλες είναι πάλι εκεί, στο πόστο τους. Από τη στιγμή βέβαια που η ελληνική πολιτεία δεν έχει κάνει σχεδόν τίποτα για να αντιμετωπίσει το πολύ σοβαρό θέμα του trafficking -το οποίο ζει και βασιλεύει στην Ελλάδα-, ούτε και για να προστατέψει αυτές τις κοπέλες, οι Νιγηριανές αποτελούν άλλο ένα αναπόσπαστο κομμάτι της παρακμής της περιοχής.
Το 2005 εγκαινιάστηκε στη Σοφοκλέους και το Κέντρο Υποδοχής Αστέγων. Μια προσπάθεια σίγουρα αξιόλογη, που δυστυχώς όμως επιβάρυνε ακόμα περισσότερο τη γειτονιά: 1.200 άτομα -άστεγοι, μετανάστες, χρήστες- τρώνε εδώ κάθε μέρα. Παράλληλα, η μεταναστευτική κοινότητα, που μέχρι πρόσφατα αποτελείτο από Κινέζους και Πακιστανούς εργαζόμενους που τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους και με την υπόλοιπη γειτονιά, άλλαξε χαρακτήρα (κυρίως λόγω της εισχώρησης Αφρικανών εμπόρων ναρκωτικών, καθώς και αλλοδαπών χρηστών), με αποτέλεσμα έναν άτυπο πόλεμο μεταξύ των αλλοδαπών διαφορετικής εθνικότητας της γειτονιάς.
Το παζλ συμπληρώθηκε με την υποβάθμιση του Ψυρρή. Η φούσκα του πόλου εναλλακτικής νυχτερινής διασκέδασης αλλά κυρίως του τόπου κατοικίας «downtown» έσκασε πολύ γρήγορα. Άνοιξαν εκατοντάδες μαγαζιά -καφέ-μπαρ, ταβέρνες, εστιατόρια- σε ελάχιστα οικοδομικά τετράγωνα: πολλά χωρίς άδεια, τα περισσότερα χωρίς να τηρούν έστω και ελάχιστα τις προδιαγραφές. Η περιοχή κατάντησε ένα πελώριο σουπερμάρκετ μαζικής διασκέδασης με άπειρα σκουπίδια - αφόρητη και για τους παλιούς αλλά και για τους νέους του κατοίκους. Ο Μάριος Τσουρουπής μετακόμισε στη γειτονιά το 2003. Στο ισόγειο του κτιρίου του άνοιξε ένα μπαρ με πολύ δυνατή μουσική που ξενυχτούσε μέχρι τις 6:00 το πρωί, χωρίς καμία ηχομόνωση. Ο κ. Τσουρουπής καλούσε την αστυνομία, τηλεφωνούσε στο δήμο -έπαιρνε τηλέφωνο το ίδιο το μπαρ- μέχρι που άρχισε να δέχεται απειλητικά τηλεφωνήματα. «Σύμφωνα με τη νομοθεσία, από τον 3ο όροφο και μετά είναι γενικές κατοικίες, ενώ επιτρέπεται και βιοτεχνία ελαφράς όχλησης. Ενώ υπάρχει αυτή η νομοθεσία, δεν έχει γίνει καμία μέριμνα για τους κατοίκους» λέει ο ίδιος. Δεν είναι τυχαίο πως στου Ψυρρή έχουν απομείνει πλέον μόνο 500 κάτοικοι. Η αναβάθμιση της περιοχής έχει πλέον επισήμως αποτύχει.
Κάτοικοι και καταστηματάρχες που εγκαταλείπουν την περιοχή (ενδεικτικό είναι πως στην Ευριπίδου από τρεις φούρνους που λειτουργούσαν υπάρχει πλέον μόνο ο ένας), χρήστες κι έμποροι, σκουπίδια, πόρνες, άστεγοι και μετανάστες συνθέτουν την εικόνα μιας επιθετικής καινούργιας κατάστασης που θυμίζει όλο και περισσότερο γκέτο: περιστατικά σαν αυτό που περιγράφει η Ιωάννα Κωστίκα, γραφίστρια που έχει το γραφείο της στην περιοχή εδώ και 3,5 χρόνια, έχουν γίνει πλέον συνηθισμένα: «Κάτω από το γραφείο μου έχει πρακτορείο για υπεραστικά τηλεφωνήματα. Ένα απόγευμα, κάποιος μπήκε μέσα και έκλεψε 10 ευρώ. Σε λιγότερο από μισή ώρα είχαν μαζευτεί από κάτω 20 Πακιστανοί και 20 Αφρικανοί οι οποίοι παίζανε ξύλο με κοτρόνες και δοκάρια από την οικοδομή. Σκοτωνόντουσαν κυριολεκτικά. Η αστυνομία εμφανίστηκε μετά από 45 λεπτά». Παράλληλα, κανείς δεν θέλει να πάρει την ευθύνη αυτής της απεγνωσμένης πραγματικότητας - ή να κάνει κάτι για να λύσει το θέμα. Η αστυνομία παραπέμπει στο δήμο, ο δήμος στον εισαγγελέα και τούμπαλιν. Πολλοί μιλούν για ένα σύστημα που μοιάζει σαν να έχει φτιαχτεί για να μη λειτουργεί.
Ενδεικτικό είναι πως σε ένα συμβούλιο που έγινε μετά από προτροπή και μεγάλο αγώνα των κατοίκων, των εργαζομένων και των ιδιοκτητών καταστημάτων με αντιπρόσωπους του ΥΠΕΧΩΔΕ, του δήμου και της αστυνομίας, τα αποτελέσματα ήταν άκρως απογοητευτικά. «Μας έδωσαν την εντύπωση πως ζουν σε μια άλλη πόλη από αυτή που ζούμε εμείς, σαν να τα άκουγαν αυτά τα πράγματα για πρώτη φορά» λέει ο Κωνσταντίνος Ζουγανέλης. Πράγματι, κανείς στο Δήμο Αθηναίων δεν θεώρησε τον εαυτό του αρκετά αρμόδιο επί του θέματος για να μας μιλήσει - όλοι μας παρέπεμπαν σε κάποιον άλλον. Κι όμως, όλα αυτά γίνονται στο κέντρο της πόλης. Αυτήν τη στιγμή στο πίσω μέρος του Δημαρχείου τα μαρμάρινα σκαλιά είναι γεμάτα χρήστες που ψάχνουν για τη δόση τους.
Πολλοί μιλούν για οργανωμένο σχέδιο, άλλοι για την εγκληματική αδιαφορία και ασχετοσύνη των αρμοδίων που κατάφεραν να μετατρέψουν μια από τις ωραιότερες γειτονιές της Αθήνας σε γκέτο. Το σίγουρο είναι πως, όπως όλα τα γκέτο του κόσμου, και αυτό εδώ εξυπηρετεί μια «ανάγκη»: όλοι οι άνθρωποι που δεν θέλει κανείς έχουν «απομονωθεί» μαζί στην ίδια γειτονιά.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως το παράξενο της υπόθεσης μοιάζει να είναι η τοποθεσία: καμία ευρωπαϊκή πόλη δεν έχει γκέτο στο κέντρο, δίπλα ακριβώς από τα τουριστικά αξιοθέατα. Κι όμως, το πραγματικά παράδοξο είναι αλλού: η μοναδική αθηναϊκή ευρεσιτεχνία είναι το πώς μια περιοχή που έζησε την «ανάπλαση» και την «άνθιση» -τη γνωστή συνταγή του λεγόμενου gentrification, με γκαλερί, λοφτ, μπαρ και καλλιτέχνες- κατάφερε μέσα σε λιγότερο από δέκα χρόνια όχι μόνο να γίνει χειρότερη από πριν, αλλά και να μεταμορφωθεί στο πρώτο κεντρικό αθηναϊκό γκέτο.