Ο Ντοστογιέφσκι
Από την πρώτη φορά που τον είδα, ήμουν πεπεισμένη πως είναι ίδιος ο Ντοστογιέφσκι. Τον συνάντησα ένα ζεστό μεσημέρι σε ένα από τα καφέ στην κάτω πλευρά του Συντάγματος. Είχα κάτσει σε έναν πάγκο και μάλλον είχα βγάλει ένα στυλό και σημείωνα κάτι. Κάθισε δίπλα μου τελείως απροσδόκητα, πήρε το στυλό και μια χαρτοπετσέτα και άρχισε να γράφει. Έγραφε με μανία λέξεις, που μου ήταν αδύνατο να διαβάσω, λες και μια απίθανη ιδέα είχε ξαφνικά τρυπώσει στο μυαλό του και ήταν επιτακτική ανάγκη να την αποτυπώσει. Τι συνέβαινε γύρω του δεν είχε την παραμικρή σημασία, εκείνος ήταν απίθανα συγκεντρωμένος στο γραπτό του, με τέτοιον τρόπο που μόνο ένας συγγραφέας θα μπορούσε. Κάποια στιγμή σήκωσε το βλέμμα, γύρισε προς το μέρος μου και πήρε το νερό μου. Ήπιε δυο γουλιές, όπως θα έκανε ένας καθηγητής, αυτό σκέφτηκα, κι ύστερα συνέχισε το γράψιμο. Πάνω στον πάγκο υπήρχε ένα κομμάτι κέικ και ο καφές μου. Ούτε που τον ενδιέφερε. Ο σερβιτόρος έφερε ένα ακόμη ποτήρι, από την έκσταση της στιγμής ούτε που να μιλήσω μπορούσα, του το πρόσφερα, εκείνος το πήρε με φυσικότητα, ήπιε το μισό κι ύστερα συνέχισε το γράψιμο.
Έκτοτε τον συναντώ κατά καιρούς στου Μακρυγιάννη. Πάντα τον κοιτώ με ένα μικρό αλλόκοτο δέος. Χθες κατάφερα να δω τα μάτια του: πράσινα, παράξενα ωραία, βαθιά και κάπως μυστηριώδη. Καμιά φορά σκέφτομαι ποιες να ήταν οι ιστορίες τόσων πολλών ανθρώπων. Πως κάποτε ήσαν χαρούμενοι, ευτυχισμένοι, πως μερικές κινήσεις τους μάλλον προδίδουν μέρος -έστω και μικρό- αυτής τους της ιστορίας.
Νίκη Κόλλια
σχόλια