Του Ευτύχη Βαρδουλάκη
Έχει ειπωθεί ότι «στις εκλογές και στον πόλεμο δεν υπάρχει ασημένιο μετάλλιο».
Κι όμως οι πρόσφατες Ευρωεκλογές ήταν μία από εκείνες περιπτώσεις όπου δικαιούνται να χαμογελούν περισσότεροι του ενός.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Πρώτος απ’ όλους δικαιούται να χαμογελάει – φυσικά – ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο οποίος κατέγραψε μια εκλογική πρωτιά με ιστορική σημασία, καθώς είναι οι πρώτες εκλογές εθνικής εμβέλειας που κερδίζει κόμμα της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια εξαιρετική καμπάνια, αρκετά σύγχρονη υφολογικά, έδωσε έμφαση κυρίως στο στοιχείο της «αλλαγής» και λιγότερο στην οξεία αντιμνημονιακή ρητορική. Αυτή η σταδιακή αλλαγή «δοσολογίας» στον πολιτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί – κατά τη δική μου ανάλυση – προϋπόθεση για την εκλογική επικράτηση του κόμματος.
Στα κέρδη του επίσης περιλαμβάνεται το ότι ανέδειξε μια ομάδα νέων στελεχών, με εικόνα «κανονικών» ανθρώπων.
Ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι κέρδισε αρκετούς Δήμους, κάτι που δείχνει ότι αρχίζει να αποκτά «ρίζες» και ερείσματα σε χώρους που έως πρόσφατα δεν ήταν προνομιακοί για τον ίδιο.
Τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ ίσως δεν είναι αυτά που θα προσδοκούσε σε μία τέτοια συγκυρία, ωστόσο ως πρώτη δύναμη σήμερα μπορεί να χαράξει τη στρατηγική του από θέση ισχύος και με ξεκάθαρη στόχευση.
Το στοίχημα πλέον για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να καθησυχάσει όσους ακόμα τον αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη ή και ανησυχία. Πράγμα που μπορεί να πετύχει με 3 τρόπους: Πρώτον, με (πιο) ρεαλιστικές θέσεις σε κρίσιμα ζητήματα διακυβέρνησης. Δεύτερον, περιορίζοντας τους «ταλιμπάν» του οι οποίοι εμποδίζουν τη δυνατότητα ανοίγματός του σε ευρύτερα ακροατήρια. Τρίτον – και σημαντικότερο – ενισχύοντας την αίσθηση ότι λειτουργεί ως ήρεμη και υπεύθυνη δύναμη (το οποίο δεν ταυτίζεται με την πολιτική ή ιδεολογική απονεύρωση, όπως κάποιοι φανατικοί νομίζουν), ως εν αναμονή κόμμα εξουσίας και όχι ως κόμμα που σηκώνει σημαίες ευκαιρίας. Αυτό πλέον δεν το έχει ανάγκη.
Η ΝΔ δικαιούνται χαμόγελο ανακούφισης. Τα εκλογικά της ποσοστά είναι αξιοπρεπή δεδομένης της παράδοσης οι ευρωεκλογές να αποτελούν ευκαιρία διαμαρτυρίας για τα κυβερνητικά κόμματα, σε όλη την Ευρώπη. Ο βασικός της στόχος που ήταν να έχει ένα διαχειρίσιμο αποτέλεσμα που θα της επιτρέψει να σταθεί όρθια επετεύχθη.
Μια προσεκτική ανάλυση των αποτελεσμάτων δείχνει μείωση του κόμματος μεταξύ Α και Β γύρου, ειδικά στην περιφέρεια. Όσο και αν οι ψήφοι των περιφερειαρχών της δεν ταυτίζονται με αυτούς του κόμματος, η πολιτική λογική λέει ότι κάποιοι ψηφοφόροι που στις ευρωεκλογές επέλεξαν να στείλουν μήνυμα δυσαρέσκειας, είχαν προηγουμένως δώσει «παραταξιακό παρόν» εκεί που κάλπη είχε μεγαλύτερη σημασία και λειτουργούσαν κομματικές-προσωπικές δεσμεύσεις ανάλογες με εκείνες που ενεργοποιούνται στις προεκλογικές περιόδους. Αυτό, σε συνδυασμό με τα ποσοστά «περιφερειακών» κομμάτων, επιτρέπει στη ΝΔ να αισιοδοξεί ότι μπορεί να πετύχει τον επαναπατρισμό ψηφοφόρων ικανών να ισοσκελίσουν την όποια διαφορά κατεγράφη στις ευρωεκλογές.
Η ΝΔ στην καμπάνια της αποτύπωσε τον πολιτικό λόγο της επόμενης περιόδου, «σπείροντας» τα μηνύματα που επιθυμεί να «θερίσει» αργότερα, με κύριο την αίσθηση ότι «κάτι αλλάζει» στη χώρα. Το ζητούμενο σήμερα για τη ΝΔ είναι να επιβεβαιωθεί επί της ουσίας αυτή η αίσθηση. Και αυτό δεν είναι ζήτημα επικοινωνίας, αλλά ουσίας. Το κομμάτι των ψηφοφόρων που βρίσκεται σε αναμονή θετικών ειδήσεων είναι διαρκώς αυξανόμενο και αυτό συνιστά τη μεγαλύτερη αλλαγή στο κοινωνικό υπόβαθρο τους τελευταίους μήνες. Δεν είναι ακόμα κυρίαρχο, είναι ωστόσο συνεχώς αυξανόμενο. Αν η αίσθηση αυτή ενισχυθεί περαιτέρω, η ΝΔ μπορεί να ελπίζει σε επανάκτηση του πολιτικού προβαδίσματος. Στο ασταθές εκλογικό τοπίο που είμαστε την τελευταία 5ετία μετακινήσεις της τάξης του 4-5% εντός ολίγων μηνών δεν είναι καθόλου ασυνήθιστες.
Στους ικανοποιημένους μπαίνει αναμφίβολα και η «Ελιά». Τα ποσοστά της ήταν μεγαλύτερα από αυτά που οι περισσότερες δημοσκοπήσεις προέβλεπαν, παρά το ότι έδωσε τη μάχη σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, πολιτικά και εσωκομματικά. Επίσης κατάφερε να σταθεί όρθια και να μην καταρρεύσει υπό το βάρος της λαϊκής αποδοκιμασίας.
Η συγκράτηση των ποσοστών της «Ελιάς» επιβεβαιώνει και ένα διαχρονικό πολιτικό αξίωμα: Ότι η πολιτική ασκείται με διλήμματα. Τα οποία δεν διαχωρίζονται σε «καλά» ή «κακά», αναλόγως με το πόσο ξεβολεύουν τον καθένα, αλλά σε αποτελεσματικά ή μη, με βάση το πώς λειτουργούν. Το ΠΑΣΟΚ ορθώς επένδυσε στο κομμάτι της σταθερότητας και της αποφυγής εκλογών, τις οποίες εξακολουθεί να μη θέλει ποσοστό άνω του 60%. Εκεί βρίσκονταν οι πιθανές ψήφοι του και ορθώς στόχευσε σε εκείνο το ακροατήριο.
Το γεγονός δε ότι αποτελεί το μεγαλύτερο κόμμα του χώρου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, δίνει στην «Ελιά» την δυνατότητα να έχει κεντρικό ρόλο στις όποιες διαβουλεύσεις ακολουθήσουν για την ανασύνταξη της κεντροαριστεράς.
Σχετικά ικανοποιημένο μπορεί να είναι το «Ποτάμι». Έβγαλε 2 ευρωβουλευτές και κατέλαβε ένα αξιοσημείωτο ποσοστό για πρωτοεμφανιζόμενο κόμμα. Ωστόσο η αρχική του δυναμική ήταν κάπως μεγαλύτερη και η (δημοσκοπική) πορεία του προς την κάλπη μάλλον πτωτική. Αυτό προοιωνίζει χαμηλές «αντιστάσεις» όταν η πόλωση μεγαλώσει, όπως αναπόφευκτα θα συμβεί στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Η δε καμπάνια του επιλέγοντας να εστιάσει σε θέματα εικόνας και όχι ατζέντας, περιορίζει την επιρροή του σε ένα ακροατήριο το οποίο σε λίγους μήνες θα έχει συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο. Χρόνος να αναπροσαρμόσει την τακτική του ασφαλώς υπάρχει. Μετά βεβαιότητας όμως η αναπαραγωγή μιας «ελαφριάς» ατζέντας είναι παράταιρη με τη συγκυρία και δεν μπορεί να σε πάει πολύ μακριά...
Οπότε, δεν έχασε κανείς;
Όχι, έχασαν κάμποσοι και κυρίως τα μικρότερα κόμματα που παλαιότερα «άνθιζαν» σε τέτοιες εκλογές.
Έχασε η ΔΗΜΑΡ η οποία προσπαθώντας να ισορροπήσει σε πολλές βάρκες έπεσε εν τέλει στο νερό, μια που καταδικάστηκαν όλες οι κεντρικές τις επιλογές (ΣΣ: θα ακολουθήσει ειδική ανάλυση για τη ΔΗΜΑΡ ως μάθημα μη-ηγεσίας).
Έχασαν οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες», οι οποίοι ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν να βάλουν μια λογική σειρά τα όσα λένε και κάνουν. Αθροιστικά αυτά τα δύο κόμματα έχασαν περίπου 10%.
Έχασαν επίσης οι μικροί σχηματισμοί (δεξιάς ή αριστεράς, με εξαίρεση τον ΛΑΟΣ), οι οποίοι θεώρησαν ότι θα ψηφιστούν επειδή απλώς κάποιοι θα απορρίψουν κάποιους άλλους.
Εν κατακλείδι, έχασαν όσοι δεν κατάλαβαν ότι οι εκλογές αυτές δεν ήταν χαλαρές, όσοι σνόμπαραν τα διλήμματα, όσοι προτίμησαν να ασχοληθούν με το «χώρο» τους και όχι με τη χώρα. Και αυτό στη σημερινή Ελλάδα είναι πολυτέλεια.
ΥΓ: Για τη Χρυσή Αυγή τα γράψαμε την προηγούμενη βδομάδα (http://www.lifo.gr/mag/features/4315). Φανταστείτε μόνο που θα είχαν φτάσει αν δεν είχαν γίνει όσα έγιναν...
σχόλια