Υπάρχει πιο προκλητικός τίτλος σε έργο από τον τίτλο «Διαβολιάδα»; Και τι θέλει να μας πει ακριβώς αυτός ο τίτλος; Ο Μπουλγκάκοφ έγραψε το έργο αυτό, το 1925. Απαγορεύθηκε μόλις δύο μήνες μετά την κυκλοφορία του, και παραγκωνίσθηκε από το μεγάλο «αδελφό» έργο, τον «Μαιτρ και τη Μαργαρίτα» του ίδιου συγγραφέα. Ο ίδιος ο συγγραφέας, ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, γνωστός για τη μυθιστορηματική του ζωή, για τον πόλεμο κατά της κτηνωδίας του συστήματος και την καταδίωξή του από το σύστημα· είναι ένας συγγραφέας που ανατέμνει με τον πιο αστείο τρόπο τα πιο πικρά θέματα. Στη Διαβολιάδα γελάς από τις πρώτες ακόμη σελίδες. Όμως το γέλιο ανατρέπεται από τον καγχασμό για να μετατραπεί στο τέλος στην ασθμαίνουσα ανάσα της ζωής και του επιθανάτιου ρόγχου.
Πάρτε μια ιδέα από το κείμενο:
"Τον καιρό εκείνο που όλους τους ανθρώπους τους μετακινούσαν απ' τη μια δουλειά στην άλλη, ο σύντροφος Κοροτκόφ είχε βολευτεί ακλόνητος στη θεσούλα του στην ΚΕΒΑΠΡΟΠΥΡ, ήτοι Κεντρική Βάση Προϊόντων Πυρείου (κοινώς σπίρτων), κατέχοντας τη μόνιμη θέση του Προϊσταμένου Γενικών Υποθέσεων, απ' την οποία ουδέποτε μετακινήθηκε για ένδεκα ολόκληρους μήνες.
Πανευτυχής στο ήσυχο λιμανάκι της ΚΕΒΑΠΡΟΠΥΡ, ο χαμηλών τόνων, ευαίσθητος κοκκινομάλλης Κοροτκόφ είχε παντελώς διαγράψει απ' το μυαλό του ακόμη και την πιθανότητα ν' αλλάξει το πεπρωμένο του - αντιθέτως, είχε εδραία την πεποίθηση ότι ο ίδιος θα εργαζόταν στη Βάση έως τη Δευτέρα Παρουσία. Αλλά, φευ, δεν ήτανε γραφτό...
Κατά την 20ή Σεπτεμβρίου του έτους 1921 ο Κεντρικός Ταμίας της ΚΕΒΑΠΡΟΠΥΡ χώθηκε στον απαίσιο γούνινο σκούφο του με τα τεράστια αυτιά, τοποθέτησε ένα ένταλμα πληρωμής στο χαρτοφύλακά του κι έγινε καπνός. Αυτό συνέβη ακριβώς την ενδεκάτη πρωϊνή.
Στις 4.30 μετά μεσημβρίαν ο Κεντρικός Ταμίας επέστρεψε βρεγμένος ως το κόκαλο. Μπήκε μέσα, τίναξε τα νερά απ' το καπέλο του, το ακούμπησε πάνω στο γραφείο, τοποθέτησε επ' αυτού το χαρτοφύλακα και είπε: «Κυρίες και κύριοι, μη σπρώχνεστε!». Κατόπιν, ψαχούλεψε κάτι στο γραφείο του και βγήκε απ' το δωμάτιο. Επέστρεψε ένα τέταρτο της ώρας αργότερα, κουβαλώντας μια μεγάλη νεκρή κότα με στριμμένο το λαρύγγι και ανακοίνωσε: «Λεφτά δεν υπάρχουν».
Τη "Διαβολιάδα" ανεβάζει η ομάδα Ubuntu στο Bios. Για την περίφημη φράση "λεφτά δεν υπάρχουν" και όλα τα παράδοξα της Διαβολιάδας μιλήσαμε με την Ελεάνα Τσίχλη, την σκηνοθέτη της παράστασης.
Τι θέματα πραγματεύεται Η «Διαβολιάδα»;
Όπως όλες οι « –ιάδες», είναι ένα μικρό έπος· όχι ηρωικό, κάθε άλλο! Πρόκειται για το έπος του μέσου ανθρώπου. Ο κεντρικός ήρωας αναδεικνύεται μέσα στο περιβάλλον του, το χάος της γραφειοκρατίας ενώ μπροστά του ορθώνεται το σύστημα ενός εχθρικού κράτους.
Μας αφορά αυτή η κατάσταση ή και η προσωπική στάση του φιλότιμου ήρωα;
Σήμερα μοιάζει να μας αφορά πάρα πολύ η προσωπική του στάση: η στάση του μικρού ήσυχου ανθρώπου που βλέπει το δέντρο αλλά χάνει το δάσος, που νομίζει πως με το σταυρό στο χέρι θα σωθεί ατομικά, ότι θα επιβιώσει μέσα στην καταστροφή, έξω από τα προβλήματα, χωρίς να τα αντιμετωπίσει, χωρίς να αντιπαρατεθεί. Στον πυρήνα του έργου υπάρχει μια στιγμή: όταν ο ανθρωπάκος μας αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει διέξοδος. Η συμπεριφορά του τον οδηγεί σε φαύλο κύκλο και έτσι αναθεωρεί τη ζωή του και επιλέγει να σταθεί ηρωικά αντίθετος σε ένα σύστημα που - έτσι κι αλλιώς – ορίζει τον άνθρωπο ως εκ των προτέρων παραβατικό και τον αντιμετωπίζει ως εξ ορισμού ένοχο· το ίδιο το σύστημα, βέβαια, εναλλάσσεται, υποκαθίσταται, αλλάζει προσωπεία και επιζεί...
Εσείς πως προσεγγίζετε το έργο;
Μας ενδιαφέρει η θεατρική χρήση του αφηγηματικού κειμένου. Η παράσταση δομείται ως μια μεγάλη αφήγηση. Ένας κεντρικός ήρωας –ο οποιοσδήποτε απ' όλους ή ο οποιοσδήποτε από μας- και γύρω ένας χορός πολιτών, συναδέλφων, αφηγητών, περαστικών, «εχθρικών» ή «συμμαχικών» δυνάμεων. Οκτώ ηθοποιοί εξιστορούν από κοινού, αλλά και παρατηρούν ο καθένας από τη σκοπιά του, την ιστορία ενός ανθρώπου, που λίγο πολύ θα μπορούσε να είναι ο καθένας τους ή ο καθένας μας.
Πως χρησιμοποιείτε την ιδέα του διαβόλου, στο έργο, τι σημαίνει για σας η παρουσία του σε μια σύγχρονη κοινωνία;
Ο «Διάβολος» στην ανάγνωσή μας δεν είναι σύμβολο. Είναι μάλλον μια ειρωνική μετωνυμία. Έτσι βαφτίζουμε στην παράσταση –ή μήπως και στη ζωή;- όλα αυτά που φοβόμαστε να δούμε και να αντιμετωπίσουμε. Τα ονομάζουμε κάπως αλλιώς για να γίνουν υπερβατικά και επομένως μη αντιμετωπίσιμα. Να πούμε «δεν φταίω εγώ και οι επιλογές μου, δεν φταίει η αδράνεια του καναπέ και ο ωχαδερφισμός μου»
Έτσι, όλα όσα μας συμβαίνουν... είναι θέλημα Θεού ή κατά περίπτωση... διαβόλου! Δεν είναι τυχαία άλλωστε η ιστορία αυτού που σήμερα λέμε Διάβολο ή Σατανά: στη Βίβλο ο Σατανάς είναι απλώς ένας εκπεπτωκώς άγγελος που δοκιμάζει την πίστη του Ιώβ. Χρειάστηκε να φτάσουμε στον Μεσαίωνα, γύρω στο 1200 μ.Χ. και να περάσουν χιλιάδες χρόνια συγκερασμού και μίξης όλων των θεωριών κάθε πολιτισμού για το κακό, για να φτάσουμε στο τι απεικονίζεται ως Διάβολος στη Δύση σήμερα.
Ακριβώς δηλαδή στη χρονική στιγμή που ο άνθρωπος άρχισε να ερευνά εκ νέου το περιβάλλον του, τη σχέση του με αυτό, τη θέση του μέσα σε αυτό αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό...
Η σημασία του να μην υπάρχουν χρήματα πως μεταμορφώνει τους ανθρώπους;
Το χρήμα σε μια κοινωνία που ορίζεται απ' αυτό, μοιραία καθορίζει και οριοθετεί τις σχέσεις των ανθρώπων. Αν δεν υπάρχει, η κανονικότητα ανατρέπεται. Και τότε μοιάζει η να υποχωρούν και όλα τα υπόλοιπα δεδομένα μας, ό,τι έχουμε συνηθίσει να ονομάζουμε «ζωή μας».
Η σημερινή κατάθλιψη που βιώνουμε συλλογικά έχει περισσότερο να κάνει με αυτήν την ανατροπή των δεδομένων, όχι με την έλλειψη χρημάτων καθ'εαυτήν. Ο άνθρωπος ρέπει προς την συντήρηση των δεδομένων του, οπότε εάν είναι το χρήμα αυτό στο οποίο έχει μάθει να τα βασίζει, η κανονικότητά του διαλύεται, αισθάνεται έρμαιο. Ο κεντρικός ήρωας στη «Διαβολιάδα» αντιστέκεται σθεναρά στην αλλαγή της κανονικότητας, γι' αυτό και αρνείται να δει την αλλαγή της ζωής του, ακόμη και όταν το χρήμα εκλείπει και όλοι πληρώνονται με -εν πολλοίς άχρηστα- «προϊόντα παραγωγής». Στο θέατρο ποτέ δεν υπήρχαν πολλά χρήματα, τώρα που δεν υπάρχουν γενικώς, ίσως μπορούμε να ανοίξουμε έναν νέο διάλογο για την κανονικότητα.
Ποιο είναι το πιο προκλητικό που βρίσκετε στους γκροτέσκους χαρακτήρες του έργου;
Δεν πρόκειται τόσο για χαρακτήρες, όσο για φαρσικές φιγούρες. Ο εγκλωβισμός τους σ' έναν μηχανισμό –θεματικά του συστήματος και θεατρικά της φάρσας- αναδεικνύει το φόβο αυτών των όντων, αλλά και τους αυτοματισμούς τους, που τους οδηγούν σε αδιέξοδο... Στο έργο δεν υπάρχει καλός και κακός· όλοι έχουν πεπερασμένες δυνατότητες, είναι -ερήμην τους ή όχι- γρανάζια που εξυπηρετούν τη λειτουργία ενός απρόσωπου μηχανισμού. Εκτός εάν βγουν εκτός ...αυτοκαταστρεφόμενοι... οπότε δημιουργούν, αν μη τι άλλο, δυσαρμονία στο σύστημα...
Οι συντελεστές της παράστασης:
Μετάφραση: Έλσα Ανδριανού - Ελεάνα Τσίχλη Σκηνοθεσία: Ελεάνα Τσίχλη Δραματουργική επεξεργασία: Έλσα Ανδριανού Επιμέλεια κίνησης: Αταλάντη Μουζούρη Σκηνικά - Κοστούμια: Τίνα Τζόκα Επιμέλεια μουσικής: Ubuntu Βοηθός σκηνοθέτη: Βασιλική Τσιροπούλου Σχεδιασμός αφίσας: Σωτήρης Βασιλείου Σχεδιασμός promo video: Κατερίνα Τζόβα Φωτογραφίες: Δημήτρης Σωτηρόπουλος Συμπαραγωγή: ομάδας Ubuntu & Bios Παίζουν: Αναστασία Γιαννάκη, Γιάννης Δενδρινός, Φώτης Λαζάρου, Άρης Λάσκος, Κατερίνα Λάττα, Γιώργος Νούσης, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Αποστόλης Ψαρρός
σχόλια